«Χθες στην παράσταση του Σίμου Κακάλα στην Επίδαυρο συγκρατούσα τη συγκίνησή μου, βλέποντας να παρουσιάζεται στον πιο ιερό, αλλά και πιο εκπορνευμένο ίσως θεατρικό μας χώρο -από τον κάθε πικραμένο, κυριολεκτικά- ένα τόσο καθαρό, τόσο αγνό σε πνεύμα και λόγο πράγμα. Τόσο απροσποίητο, τόσο χωρίς το άγχος του "σουξέ" και με τόση δουλειά από πίσω. Διάβασα ότι ήταν "ελιτίστικο". Διαφωνώ. Δύσκολο, ναι. Γυμνό, ναι. Με ρωγμές, ναι. Αλλά ξέπλυνε τα μάτια μου και τ' αυτιά μου. Τους ευχαριστώ».
Ήταν μια γλυκιά, αλησμόνητη για όσους την έζησαν φθινοπωρινή θεατρική βραδιά -η γη ευωδίαζε από το ψιλόβροχο-, το περασμένο Σάββατο στην Επίδαυρο. Η παράσταση του Σίμου Κακάλα με το «Σύσσημον» του Νίκου Παναγιωτόπουλου, μια γενναιόδωρη χειρονομία υπέρ της ποίησης, ήταν η λιγότερο θορυβώδης και ενδεχομένως η πιο κατανυκτική αυλαία που έχει πέσει διαχρονικά στα Επιδαύρια
Επιανε γλυκά το χέρι των λίγων (περίπου 1.500) αλλά υποψιασμένων θεατών ήδη από το φιδωτό δρομάκι μετά το γκαράζ. Στην αλάνα με τα ξύλινα ταμεία, αντί για τα παιδιά που μοίραζαν όλο το καλοκαίρι διαφημιστικά φυλλάδια, βρίσκονταν μουσικοί που έπαιζαν παραδοσιακές μουσικές με λύρες, ζουρνάδες και γκάιντες, χτυπώντας στον πυρήνα της συλλογικής μνήμης μας. Ενα γερό «ζέσταμα» για την εξίσου έντονη μουσική συνέχεια μέσα στην ορχήστρα (οι μουσικοί ήταν διαρκώς παρόντες και συμμετέχοντες), αλλά και τον ποιητικό χείμαρρο που κατέκλυσε το αρχαίο κοίλον.
Λίγη ώρα μετά, οι μουσικοί έδωσαν το σύνθημα για την έναρξη της παράστασης, σηκώνοντας τελετουργικά μία ξύλινη πιρόγα, το μοναδικό σκηνικό στοιχείο της πρότασης που επαλήθευε το όνομά της «Ασκηση Επίδαυρος». Πίσω τους ακολουθούσαν ώς το θέατρο οι θεατές, σχηματίζοντας μια μικρή ανθρώπινη πομπή που μετάγγιζε την κατάνυξη της περιφοράς του Επιταφίου. Δεν θα μπορούσες να φανταστείς ιδανικότερη εισαγωγή για μια δουλειά που συνέδεε με σεβασμό και κόπο το τραγικό στη σύγχρονη και στην αρχαία ποίησή μας, το «Σύσσημον», με το πρώτο μέρος του «Οιδίποδα Τυράννου», εμβολισμένα επιτυχώς από ένα άλλο κομμάτι του πολιτισμού μας, το λαϊκό παραμύθι «Αρς Αρσινό» απ' το Καστελόριζο.
Το ξύλινο σκαρί, σύμβολο του ταξιδιού και της αέναης ανθρώπινης περιπλάνησης, κομμάτι της ελληνικής παράδοσης, «φύλαγε» τις τοτεμικές τελετουργικές ζωόμορφες μάσκες (της Μάρθας Φωκά) που φορούσαν για δύο και πλέον ώρες οι ηθοποιοί. Μαζί με ένα σκαμπό, που βρισκόταν αντί βωμού στη θυμέλη, αποτελούσαν τα «φτωχά», πλην λειτουργικά σκηνικά στοιχεία μιας δουλειάς λιτής στα μέσα αλλά πυκνής στο περιεχόμενο, που βασιζόταν στο λόγο, και δη τον ποιητικό. Τον ζωντάνεψαν με φροντίδα, διαχωρίζοντας τους τόνους από τα ημιτόνια, οι ντυμένοι με τα καθημερινά σύγχρονα ρούχα τους ηθοποιοί: Ελενα Μαυρίδου, Δήμητρα Κούζα, Δήμητρα Λαρεντζάκη, Βασίλης Παπαγεωργίου, Βαγγέλης Κρανιώτης, συνοδευόμενοι από τους μουσικούς Κωστή Κυριτσάκη, Γιάννη Παπαδόπουλο και Χρήστο Μπάρμπα.
Κάποια στιγμή υπήρξε και αλληλεπίδραση μεταξύ ορχήστρας και κερκίδων. Όταν οι ηθοποιοί αναρωτήθηκαν για τη γλώσσα του παραμυθιού απ' το Καστελόριζο, κατέφυγαν στις γνώσεις του Νίκου Παναγιωτόπουλου. Τον ρώτησαν ευθέως και ο ποιητής απάντησε μέσα από τις κερκίδες: «Είναι μαγικά ελληνικά». Θα μπορούσε να είναι ο υπότιτλος όλης της παράστασης.
Θερμό το χειροκρότημα και αρκετά τα μπράβο στην υπόκλιση - αν και λίγο πριν από το τέλος υπήρξαν διαρροές.
Υπήρχαν θεατές που μιλούσαν για την ωριμότερη κατάθεση του Σ. Κακάλα, ο οποίος φάνηκε έτοιμος για την αττική τραγωδία. Κάποιοι είχαν αντιρρήσεις για τη διάρκειά της. Κάποιοι άλλοι υποστήριζαν ότι δύσκολα προσλάμβανες το κείμενο ως προφορικότητα, αν προηγουμένως δεν είχες μελετήσει το ποίημα-ποταμό.
Ήταν αναμενόμενο το «Σύσσημον» να προσελκύσει τον περισσότερο θεατρόκοσμο από οποιαδήποτε άλλη παράσταση των εφετινών Επιδαυρίων. Εκτός από τον «οικοδεσπότη» Γιώργο Λούκο, που υποστήριξε την είσοδο της σύγχρονης ποίησης στο αρχαίο θέατρο, και ανταμείφθηκε («Ηταν μια συγκινητική δουλειά», διαπίστωνε στο πέρας της), παρόντες ήταν ο Δημήτρης Παπαϊωάννου, η Αμαλία Μουτούση, η Ολια Λαζαρίδου, η Δήμητρα Χατούπη, ο Αγγελος Παπαδημητρίου, ο Αγγελος Μέντης, η Εφη Θεοδώρου, ο Βίκτωρ Αρδίττης κ.ά. Είναι χαρακτηριστική για το ύφος και το ήθος της ιδιάζουσας σκηνικής πρότασης η ανάρτηση της Ολιας Λαζαρίδου στην προσωπική σελίδα της στο facebook: «Χθες στην παράσταση του Σίμου Κακάλα στην Επίδαυρο συγκρατούσα τη συγκίνησή μου, βλέποντας να παρουσιάζεται στον πιο ιερό, αλλά και πιο εκπορνευμένο ίσως θεατρικό μας χώρο -από τον κάθε πικραμένο, κυριολεκτικά- ένα τόσο καθαρό, τόσο αγνό σε πνεύμα και λόγο πράγμα. Τόσο απροσποίητο, τόσο χωρίς το άγχος του "σουξέ" και με τόση δουλειά από πίσω. Διάβασα ότι ήταν "ελιτίστικο". Διαφωνώ. Δύσκολο, ναι. Γυμνό, ναι. Με ρωγμές, ναι. Αλλά ξέπλυνε τα μάτια μου και τ' αυτιά μου. Τους ευχαριστώ».
[ΠΗΓΗ: Ιωάννα Κλεφτογιάννη, Με μια πιρόγα, αυλαία στην Επίδαυρο, ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ 02-09-2013]