Βοήθησε τον Γιαϊρ τον κυνηγό να βρει την αλεπού που κρυβόταν, τους Ρωμαίους στρατιώτες να βρουν τον Ιησού, τον Τσαρλς Μάνσον να βρει τη Σάρον Τέιτ, που είχε κρυφτεί στην κρεβατοκάμαρα… κι όλα αυτά χωρίς να ξεχάσει να χρωματίσει τον καθένα απ’ αυτούς με χαρούμενα χρώματα [Ετγκαρτ Κέρετ, Το κορίτσι στο Ψυγείο, Εκδόσεις Καστανιώτη- ARTbyΧόρχε Ενρίκε Φερνάντες]
Ένας συγγραφέας κρατείται όμηρος από τρεις άνδρες. Δεν θέλουν να τον ληστέψουν, αλλά ούτε και να τον σκοτώσουν. Αυτό που απαιτούν είναι να τους διηγηθεί μια ιστορία. Κι αυτός θα αποπειραθεί να ικανοποιήσει την παράδοξη απαίτησή τους λέγοντάς τους μια ιστορία για έναν συγγραφέα ο οποίος κρατείται από τρεις άνδρες που του ζητούν να τους διηγηθεί μια ιστορία. «Αυτή δεν είναι μια ιστορία. Αυτή είναι μια μαρτυρία. Είναι ακριβώς ό,τι συμβαίνει αυτή τη στιγμή. Ακριβώς αυτό που προσπαθούμε να αποφύγουμε.. Χρησιμοποίησε τη φαντασία σου, φίλε, δημιούργησε, επινόησε, φτάσε μέχρι το τέρμα», θα του πει ένας από αυτούς και ο συγγραφέας - φανταστικός και πραγματικός - θα τον ακούσει. Έτγκαρτ Κέρετ, λάτρης της μικρής φόρμας και θιασώτης του αλόκοτου με όπλο του το χιούμορ, ο ισραηλινός συγγραφέας του βιβλίου «Το κορίτσι στο ψυγείο», Εκδόσεις Καστανιώτη
Ο Ντάνι ήταν έξι χρονών όταν ήρθε για πρώτη φορά σε επαφή με την Παιδική Ζωγραφιά της Εβδομάδας.Τα παιδιά καλούνταν να βοηθήσουν το θείο Ιτσχάκ να βρει την πίπα του που είχε χάσει και να τη βάψουν με χαρούμενα χρώματα. Βρήκε την πίπα, τη χρωμάτισε με χαρούμενα χρώματακαι μάλιστα κέρδισε το βραβείο που κληρώθηκε ανάμεσα σε όσους είχαν βρει τη σωστή λύση: την Εγκυκλοπαίδεια Τοπία της Πατρίδας μας. Αυτή ήταν μόνο η αρχή. Ο Ντάνι βοήθησε τον Γιοάβ να βρει το σκύλο του, τον Ήρωα, τη Γιαέλ και την Μπιλά να βρουν τη μικρή τους αδελφή, τον Αβνέρ τον αστυνομικό να βρει το περίστροφό του που είχε εξαφανιστεί, τον Αμίρ και τον Άμι, που έκαναν την ετήσια εκπαίδευση στο στρατό, να βρουν το τζιπ περιπολίας, και πάντοτε φρόντιζε να ζωγραφίζει με χαρούμενα χρώματα.
Βοήθησε τον Γιαϊρ τον κυνηγό να βρει την αλεπού που κρυβόταν, τους Ρωμαίους στρατιώτες να βρουν τον Ιησού, τον Τσαρλς Μάνσον να βρει τη Σάρον Τέιτ, που είχε κρυφτεί στην κρεβατοκάμαρα, τον Σούκι και τον Ζιβ από τις Ειδικές Δυνάμεις της Αστυνομίας να ξετρυπώσουν τον Χέρτσελ Αβιτάν, κι όλα αυτά χωρίς να ξεχάσει να χρωματίσει τον καθένα απ’ αυτούς με χαρούμενα χρώματα.
Ήξερε πως πίσω από την πλάτη του τον έλεγαν «χαφιέ», αλλά δεν τον ένοιαζε. Συνέχισε να βοηθάει. Βοήθησε τον Τζορτζ να βρει τον κρυμμένο Νοριέγκα, τους ναζί στρατιώτες ν’ ανακαλύψουν την Άννα Φρανκ, τον ρουμάνικο λαό να ξετρυπώσει τον φυγάδα Τσαουσέσκου, και πάντα μα πάντα ζωγράφιζε τους κρυμμένους με χαρούμενα χρώματα.
Οι τρομοκράτες και οι μαχητές της ελευθερίας ανά τον κόσμο άρχισαν να σκέφτονται πως δεν υπήρχε λόγος να κρύβονται.Μερικοί από αυτούς, από τη μεγάλη τους απελπισίαβάφτηκαν από μόνοι τους με χαρούμενα χρώματα. Έτσι κι αλλιώς οι περισσότεροι άνθρωποι έπαψαν να πιστεύουν πως μπορούσαν να παλέψουν ενάντια στην καθορισμένη μοίρα τους και η Γη μετατράπηκε σ’ έναν τόπο καταθλιπτικό. Ακόμα και ο ίδιος ο Ντάνι δεν ήταν και τόσο ευτυχής. Η διαδικασία της έρευνας και του βαψίματος δεν τον ενδιέφερε πλέον, συνέχιζε μόνο χάρη στη δύναμη της συνήθειας. Εκτός από αυτά, δεν είχε μέρος ν’ αποθηκεύσει τα επτακόσια είκοσι οχτώ αντίτυπα της εγκυκλοπαίδειας Τοπία της Πατρίδας μας. Μονάχα τα χρώματα παρέμειναν χαρούμενα.
Μπορούσαν να περάσουν μαζί ώρες, αγκαλιασμένοι, χωρίς να λένε λέξη, να είναι ξαπλωμένοι στο κρεβάτι γυμνοί, χωρίς να ερωτοτροπούν ή ν’ αλλάζουν θέση. Κι όταν το ρολόι την πίεζε να σηκωθεί, ήταν διατεθειμένη να παραιτηθεί από τον πρωινό καφέ, από το πλύσιμο του προσώπου, για να κερδίσει μερικές στιγμές ακόμα μαζί του. Κι όσο ώρα κατέβαινε τη σκάλα, περίμενε το λεωφορείο, ήταν στο χώρο εργασίας της, περίμενε τη στιγμή που θα ξαναγύριζε κοντά του, θα γυρνούσε το κλειδί στην πόρτα κι εκείνος θα ήταν εκεί. Καμία αμφιβολία ή υποψία δεν φώλιαζε μέσα της. Ήταν σίγουρη για την αγάπη τους. Αυτή, που είχε πονέσει ήδη από πολλές απογοητεύσεις, ήξερε πως αυτή η αγάπη δεν θα την προδώσει ποτέ. Τι θα μπορούσε άλλωστε να την απογοητεύσει ξεκλειδώνοντας την πόρτα; Το άδειο διαμέρισμα; Η στείρα βουβαμάρα; Το τίποτα μέσα στα σεντόνια του ανάκατου κρεβατιού; - από το ΟΠΙΣΘΟΦΥΛΛΟ του βιβλίου