Πόσο αλκοόλ χρειάζεται στο αίμα για να κινήσεις τον κόσμο; Φαντάζομαι πολύ περισσότερο απ΄όσο για να τον ακολουθήσεις.
Φαίνεται πως φόρεσα ανάποδα τις πυτζάμες μου. Το περίγραμμά μου είναι γεμάτο ραφές και ταμπελίτσες με οδηγίες για το πλύσιμο, το στύψιμο, το σιδέρωμα.
Θαρρώ πως έχουν περάσει όλα από το σώμα μου.Ίσως λίγο σιδέρωμα ακόμη… να ισιώσει η πλάτη. Έχω μια κύφωση που επιδεινώνεται τελευταία.
Ξέχασα να βγάλω και την μάσκα της χτεσινής γοητείας. Θλιβερό. Στραπατσαρίστηκε στο μαξιλάρι και ξεφλουδίζει την μουντζούρα της σαν βουλωμένη καπνοδόχος.
Προβάρω χαμόγελα στον καθρέφτη. Κανένα δεν με κολακεύει.
Δεν πάει στο καλό, θα μείνω gothic και θλιμμένη σαν τη νεκρή νύφη του Μπάρτον.
Τη νύχτα ονειρεύτηκα πως μπήκα κρυφά στο δωμάτιο της μικρής, αγκάλιασα την υδρόγειο σφαίρα της και άρχισα να γυρίζω μαζί της.
Πόσο αλκοόλ χρειάζεται στο αίμα για να κινήσεις τον κόσμο; Φαντάζομαι πολύ περισσότερο απ΄όσο για να τον ακολουθήσεις.
Τον έψαχνα πάλι. Κάθε φορά που φτάνω κάπου έχει κιόλας φύγει. Έτσι κάνει πάντα. Αφήνει μόνο τις λέξεις του, κι εγώ τρέχω από πίσω τις μαζεύω, τις χώνω χαρούμενη στις τσέπες σα να βρίσκω τα χαμένα κλειδιά του σπιτιού ή το πορτοφόλι με όλο μου το μηνιάτικο.
Μετά κρύβομαι σε μια εσοχή του εαυτού μου, τις βγάζω μια-μια, κουδουνίζουν περίεργα, τις μετρώ, τις ξαναμετρώ αλλά ποτέ δεν φτάνουν για να τον ανακαλύψω. Λείπουν πάντα κάτι ψιλά γράμματα σαν αυτά που αλλάζουν τις συμφωνίες ή σαν τα άλλα που δεν μπορώ να διαβάσω χωρίς τα γυαλιά της πρεσβυωπίας μου.Θαρρώ πως έχουν περάσει όλα από το σώμα μου.Ίσως λίγο σιδέρωμα ακόμη… να ισιώσει η πλάτη. Έχω μια κύφωση που επιδεινώνεται τελευταία.
Ξέχασα να βγάλω και την μάσκα της χτεσινής γοητείας. Θλιβερό. Στραπατσαρίστηκε στο μαξιλάρι και ξεφλουδίζει την μουντζούρα της σαν βουλωμένη καπνοδόχος.
Προβάρω χαμόγελα στον καθρέφτη. Κανένα δεν με κολακεύει.
Δεν πάει στο καλό, θα μείνω gothic και θλιμμένη σαν τη νεκρή νύφη του Μπάρτον.
Τη νύχτα ονειρεύτηκα πως μπήκα κρυφά στο δωμάτιο της μικρής, αγκάλιασα την υδρόγειο σφαίρα της και άρχισα να γυρίζω μαζί της.
Πόσο αλκοόλ χρειάζεται στο αίμα για να κινήσεις τον κόσμο; Φαντάζομαι πολύ περισσότερο απ΄όσο για να τον ακολουθήσεις.
Τον έψαχνα πάλι. Κάθε φορά που φτάνω κάπου έχει κιόλας φύγει. Έτσι κάνει πάντα. Αφήνει μόνο τις λέξεις του, κι εγώ τρέχω από πίσω τις μαζεύω, τις χώνω χαρούμενη στις τσέπες σα να βρίσκω τα χαμένα κλειδιά του σπιτιού ή το πορτοφόλι με όλο μου το μηνιάτικο.
Νωρίτερα τον είχα συναντήσει στο «Πειρατικό».Σκέφτηκα πως ήθελε να μου κάνει έκπληξη, δώρο ή κάτι τέτοιο. Έκανα λάθος.
Κολυμπούσε σε μια θάλασσα χάλκινη ανάμεσα σε μεγάλα παγόβουνα με ένα πρόσωπο γεμάτο φρίκη.Την φρίκη αυτού που πνίγεται. Βούταγα κάθε τόσο το δάχτυλό μου και τον έπιανα μα ξανάπεφτε στην χάλκινη θάλασσα με τα παγόβουνα λες και δεν ήθελε να σωθεί, λες και το μόνο που ήθελε ήταν να μου χαρίσει αυτόν τον θάνατο με το εξαιρετικό προνόμιο να είμαι ο μοναδικός αυτόπτης μάρτυράς του.
Άδειαζα τη θάλασσα στο στομάχι μου μέχρι ναυτίας. Έβρισκε καινούρια και πνιγόταν.
Απόψε θα ξαναπάω στο «Πειρατικό». Το σίγουρο είναι πως δεν θα παραγγείλω ουίσκι. Για παγάκια ούτε συζήτηση.
Θα πάρω μια μεγάλη παγωμένη μπύρα με μπόλικο αφρό, θα πετάξω μέσα καρχαρίες, θα πληρώσω με τις λέξεις που κουδουνίζουν περίεργα και θα φύγω χωρίς να την πιω.
Λέω να πετάξω πίσω μου και την ανθοδέσμη.
Αλήθεια, έχει Πανσέληνο ή δεν θα δει τις πεταλούδες μου να πετούν;
http://youtu.be/QwruDkAmTw4
ΑΝΤΙΓΡΑΦΗ και ΕΠΙΚΟΛΛΗΣΗ από το ΧΡΟΝΟΛΟΓΙΟ της Λίλιαν Μπουράνη - σημείωση: Οποιαδήποτε ομοιότητα με πρόσωπα, γεγονότα ή καταστάσεις είναι εντελώς τυχαία.