Quantcast
Channel: ΦΕΡΤΗ ΥΛΗ ΜΕΛΙΤΟΣ (και άλλες ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΛΕΞΕΩΝ με αρχή μέση και ΕΠΙΜΥΘΙΟ)
Viewing all articles
Browse latest Browse all 535

Η ΚΟΜΜΕΝΗ ΓΛΩΣΣΑ: «ΕΠΙ ΤΟΝ ΤΥΠΟ ΤΩΝ ΗΛΩΝ» (ιστορίες που «σβήστηκαν» από την… «επίσημη ιστορία»):

$
0
0

Άλλο πράγμα είναι ν’ αγαπάς την ταυτότητα σου κι άλλο να αποστρέφεσαι «μετά βδελυγμίας…» την ταυτότητα του άλλου:  
Η Ελλάδα από το 1913 που προσάρτησε τις Νέες Χώρες βρέθηκε αντιμέτωπη με τη μακεδονική εθνοτική ποικιλία. Στη μακεδονική ενδοχώρα υπήρχε σλαβόφωνος πληθυσμός που δεν ήθελε να προσεταιριστεί τη Βουλγαρία και την Εκκλησία της, καθώς ένιωθε πίστη στο Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως: «Δεν θέλουν να 'ναι μήτε «Μπουλγκάρ», μήτε «Σρρπ», μήτε «Γκρρτς». Μοναχά «Μακεντόν ορτοντόξ» έγραφε το 1924 ο Στράτης Μυριβήλης. Το μακεδονικό τοπωνύμιο γίνεται σταδιακά εθνοτικός προσδιορισμός. Η Ελλάδα την εποχή εκείνη, ανακουφισμένη μάλλον, έβλεπε την αναδυόμενη ταυτότητα να αδυνατίζει τη βουλγαρική επιρροή στην περιοχή, που  εκλαμβάνεται ως η βασική απειλή.
Ύστερααπό μια περίοδο ανοχής στον Μεσοπόλεμο, υπό το καθεστώς εποπτείας της Κοινωνίας των Εθνών, η Ελλάδα περνά στην αντεπίθεση από το 1936. Το καθεστώς της 4ης Αυγούστου ξεκίνησε μια εκστρατεία βίαιης γλωσσικής αφομοίωσης των σλαβόφωνων Μακεδόνων. Αν ξεχνούσαν αυτό που τους έκανε διαφορετικούς - τη γλώσσα τους - θα μπορούσαν να γίνουν «άξιοι Έλληνες». Η ελληνική περιπέτεια της δεκαετίας του '40 έφερε μεγάλες περιπλοκές, καθώς ένα μείζον τμήμα των σλαβόφωνων Μακεδόνων στράφηκε προς την πλευρά του ΕΛΑΣ και κατόπιν του Δημοκρατικού Στρατού, βλέποντας στο πρόγραμμα του ΚΚΕ τη δυνατότητα γλωσσικής, ακόμα και εθνικής αποκατάστασης. Η ήττα του Εμφυλίου για εκείνους δεν ήταν μόνο πολιτική αλλά και η ταφόπλακα των όποιων εθνοτικών διεκδικήσεών τους. Μετά, προσφυγιά χωρίς επιστροφή. Μέχρι και το ΠαΣοΚ, το 1982, αποδέχεται τον επαναπατρισμό μόνο «των Ελλήνων το γένος» πολιτικών προσφύγων, εξαιρώντας δηλαδή τους Σλαβομακεδόνες. [με ΚΛΙΚ στην εικόνα του εξωφύλλου της ΚΟΜΜΕΝΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ του Μάρκου Μέσκου - εκδόσεις Νεφέλη 1997 - λίγες καθαρές κουβέντες περί ΑΛΥΤΡΩΤΙΣΜΟΥ: τα πράγματα με το όνομά τους)


ΛΕΖΑΝΤΑ: Η Κομμένη γλώσσα, βιβλίο με ονόματα και ιστορίες, χαρακτηρίζει το ήθος των πεζογραφημάτων του ποιητή Μάρκου Μέσκου. Όχτώ κείμενα πού αφηγούνται τη δεκαετία του '40.. Ακόμα μία άποψη για τον Εμφύλιο Πόλεμο, διαφορετική από αυτές πού γνωρίζουμε. Απλές και υποβλητικές ιστορίες (πλέον), αναδεικνύουν τη δραματικότητα των γεγονότων στην κυριολεξία, η μνήμη ενός δεκατριάχρονου αγοριού που καταγράφει τη σύγκρουση, χρόνο τον χρόνο, αδέκαστα. Φόβος και πόνος και σπαραγμός εκείνων των τραγικών ημερών (ήδη μια εποχή άλλη). Οι «Πράσινοι» με την κόκκινη καρδιά αντιμέτωποι με τους «Μπλε», ήρωες-παλαιστές ενός αγώνα ουτοπικού, καθήκοντος και ονείρου, αβέβαιων προοπτικών και θανατηφόρων τραυμάτων. Μέσα στην ψυχή των ανωνύμων πρωταγωνιστών το βουβό κλάμα της Ιστορίας, οι λύσεις πού δεν υπήρξαν λύσεις, η αισιοδοξία των νικητών ονομάζεται ματαιότητα, ο θάνατος των ηττημένων -στην πορεία της ζωής- ένα μοιρολόγι ακόμα. (ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΣΤΟ ΟΠΙΣΘΟΦΥΛΛΟ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ: Μάρκος Μέσκος Κομμένη Γλώσσα, Ονόματα και Ιστορίες, εκδόσεις Νεφέλη 1997)

ΑΛΥΤΡΩΤΙΣΜΟΣ (τα πράγματα με το όνομά τους):

Στη μετεμφυλιακή Ελλάδα, το «ιδίωμά» τους γίνεται το απόλυτο μίασμα. Οι πρώτοι τρόφιμοι των εγκαταλελειμμένων ιταλικών εγκαταστάσεων οι οποίες αργότερα έγιναν το ψυχιατρικό κολαστήριο της Λέρου ήταν τα παιδιά των σλαβομακεδόνων προσφύγων που έμειναν πίσω και έπρεπε να «αναμορφωθούν». Η γλώσσα απαγορεύθηκε, τα πανηγύρια σίγησαν και κάπου προς τα τέλη της δεκαετίας του 1980 μάθαμε για τα «χάλκινα» από το «Παραδέχτηκα» της Άλκηστης Πρωτοψάλτη, σε μουσική του Μπρέγκοβιτς. Χωρίς όμως ποτέ να καλοσκεφτούμε γιατί τα τραγούδια αυτά δεν είχαν στίχους: πολύ απλά, γιατί οι λέξεις απαγορεύονταν.
Οι ομιλητές συρρικνώθηκαν δραστικά. Η ελληνική πολιτική ήταν βίαιη, αλλά και αποτελεσματική. «Δεν είναι για να είμαστε και περήφανοι μ'αυτά που τους κάναμε, αλλά για καλό τους τα κάναμε. Αλλιώς ούτε η Ελλάδα θα γίνονταν κράτος, ούτε αυτοί άνθρωποι» μου έλεγε ένας, γέροντας πλέον, δάσκαλος που μετατέθηκε στην ερειπωμένη Πρέσπα στα μέσα της δεκαετίας του '50.

Τα κράτη δεν ασκούν πολιτικές καταναγκασμού στις μειονότητες επειδή είναι διεστραμμένα. Το κάνουν επειδή υπηρετούν το πρόγραμμα της εθνικής ομογενοποίησης, στο όνομα της ασφάλειάς τους. Αυτό έκανε και η Ελλάδα (όπως τα περισσότερα ευρωπαϊκά κράτη) στη μακεδονική ενδοχώρα. Και εκεί που φαινόταν πως η δουλειά είχε γίνει - ξάφνου - η Γιουγκοσλαβία διαλύεται και το 1991 η Σοσιαλιστική Δημοκρατία της Μακεδονίας ανεξαρτητοποιείται με τη νέα συνταγματική  της ονομασία. Το «ανύπαρκτο» έγινε υπαρκτό. Και τι υπαρκτό! Κράτος! Ο κραδασμός είναι μεγάλος. Η Ελλάδα δεν μπορεί να το χωνέψει και αρνείται την αναγνώριση της γειτονικής της Δημοκρατίας, καθώς το «όνομα είναι το όχημα του αλυτρωτισμού».

Υπάρχει λοιπόν ζήτημα αλυτρωτισμού σήμερα; Και αν ναι, σε τι βαθμό σχετίζεται με το «όνομα», όπως εμμονικά υποστηρίζεται στη χώρα μας; Για να υπάρχει αλυτρωτισμός, πρέπει να υπάρχει μειονότητα που να τον στηρίζει. Κι όμως, στην Ελλάδα επισήμως «δεν υπάρχουν μειονότητες» και όλα τα παραπάνω σχετικά με τους σλαβόφωνους Μακεδόνες είναι στη σφαίρα του ανομολόγητου. Εδώ λοιπόν έχουμε έναν αλυτρωτισμό χωρίς πολιτικό υποκείμενο. Φοβούμαστε τον αλυτρωτισμό των «ανύπαρκτων»... Άλλο όμως λοιπόν τι δημοσίως μολογάμε κι άλλο τι - ξέρουμε ότι - μας συμβαίνει. Το ερώτημα λοιπόν τίθεται αλλιώς: Επιθυμούν οι σλαβόφωνοι μακεδόνες συμπολίτες μας να εγείρουν αλυτρωτικούς ισχυρισμούς σε βάρος της Ελλάδας; Σε τελευταία ανάλυση, είναι κάτι το οποίο είναι σε θέση να το ισχυριστεί σοβαρά μια αποδεκατισμένη και κατακερματισμένη κοινότητα;

Η απάντηση είναι ένα ξερό «όχι». ΟΧΙ. Ούτε το θέλει ούτε το μπορεί. Ύστερα από τα τόσα που τράβηξαν οι άνθρωποι στην περιοχή, άλλους μπελάδες δεν θέλουν. Γνωρίζω καλά τον τόπο και τους ανθρώπους του, τριάντα χρόνια τώρα, αλυτρωτισμό δεν έχω δει. Έχω δει, σε διάφορες διαβαθμίσεις και ένταση, βούληση για ελεύθερη έκφραση στη γλώσσα, παραδόσεις, σεβασμό στη μνήμη, έθιμα ελεύθερα και λοιπά. Αλυτρωτισμό όμως όχι.

Μπορεί όμως να διερωτηθεί κανείς: Μήπως όμως ζήτημα αλυτρωτισμού θα τεθεί πλέον σήμερα, μετά την αναγνώριση μακεδονικής γλώσσας και ιθαγένειας από τη χώρα μας στους γείτονες;
Το πρώτο που θα απαντούσα εδώ είναι πως η μη αναγνώριση μιας ταυτότητας από ένα κράτος δεν την καθιστά αόρατη γενικώς. Επομένως, αν αλυτρωτισμός υπάρχει, αυτός υφίσταται και ανεξάρτητα από το αν η Ελλάδα αναγνωρίσει ή όχι το όνομά του. Το δεύτερο που θα απαντούσα είναι πως η έκφραση μιας γλωσσικής ετερότητας, μιας άλλης μητρικής γλώσσας, δεν είναι αφ'εαυτής αλυτρωτισμός ούτε μειονοτικός εθνικισμός.  
Κάποιοι σλαβόφωνοι συμπολίτες μας, μετά τη συμφωνία, θα ένιωσαν ένα αίσθημα αναγνώρισης, μια ζωογόνα αύρα ότι μια νέα, πιο ελπιδοφόρα  εποχή αρχίζει. Ευκαιρία εθνικής λύτρωσης όμως δεν είδε κανείς. Ούτε πρόκειται. Άλλο η ικανοποίηση για τη στιγμή της αναγνώρισης ύστερα από τρεις γενιές απαξίωσης κι άλλο η αφύπνιση των απωθημένων 70 ετών καταστολής.

Κοινώς, άλλο να αγαπάς την ταυτότητά σου κι άλλο να αποστρέφεσαι την ταυτότητα των άλλων. Ας μην τα μπλέκουμε, είναι πολύ διαφορετικά. Συμφιλιώνοντάς μας με αυτό, η Συμφωνία των Πρεσπών μπορεί να γίνει διεθνές γεγονός μακράς διάρκειας για την Ευρώπη ολόκληρη.   
[αποσπάσματα από το άρθρο του Δημήτρη Χριστόπουλου, καθηγήτή στο Πάντειο Πανεπιστήμιο και Πρόεδρο της Διεθνούς Ομοσπονδίας Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, που δημοσιεύτηκε στο ΒΗΜΑ της ΚΥΡΙΑΚΗΣ 24 Ιουνίου 2018]


Viewing all articles
Browse latest Browse all 535

Trending Articles