Quantcast
Channel: ΦΕΡΤΗ ΥΛΗ ΜΕΛΙΤΟΣ (και άλλες ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΛΕΞΕΩΝ με αρχή μέση και ΕΠΙΜΥΘΙΟ)
Viewing all 535 articles
Browse latest View live

Μοναδική τους δράση ο δισταγμός, αγαπημένη φράση: «δεν είναι ακόμα ώριμο για συζήτηση»…

$
0
0
Τι ωφελεί η αμφιβολία εκείνον
που δεν μπορεί ν'αποφασίσει;
Μπορεί να πράξει λάθος
όποιος δε γυρεύει πολλούς λόγους για να δράσει.
Μα όποιος π ά ρ α π ο λ λ ο ύ ς γυρεύει
μένει άπραγος την ώρα του κινδύνου (Μπέρτολτ Μπρεχτ , Εγκώμιο στην Αμφιβολία)



ΡΗΤΟΡΙΚΑ ΕΡΩΤΗΜΑΤΑ: Γιατί, τελικά, να περισσεύουν πάλι μομφές για ανώριμο, απαίδευτο και εφησυχασμένο στους καναπέδες λαό όπου (κι όταν) δε βολεύουν τα αποτελέσματα σε μια προσδοκώμενη ανατροπή… και πανηγύρι επανάστασης και γιατί να απουσιάζει (ως συνήθως…) μια στάλα αυτοκριτικής με το δάχτυλο στο τύπο των (αριστερών) μας ήλων…

Μήπως, θα πρέπει κάποια στιγμή, να (ανα)στοχαστούμε σοβαρά πως μπορεί και η μεγάλη αποχή (= αδιαφορία, παθητικότητα;)και τα μεγάλα ποσοστά σε κόμματα φασισμού και μισαλλοδοξίαςκαι η συντήρηση των δυνάμεων τρόικας ΜΝΗΜΟΝΙΩΝ, ΑΠΟΛΥΣΕΩΝ, ΑΝΕΡΓΙΑΣκλπ, κλπ, είναι το αναμενόμενο  αποτέλεσμα του αγώνα κομμάτων της αριστεράς και της προόδου στο δεξιό γήπεδο της μικροπολιτικής πόλωσης με τα ίδια επικοινωνιακά όπλα πελατειακής αδολεσχίας και τη ξύλινη γλώσσα συνθημάτων γηπέδου;
Μήπως, τελικά, πριν νίψουμε τας χείρας (ως άλλοι Πιλάτοι…) πρέπει να σκεφτούμε ότιη ανυποληψία προς τον πολιτικό κόσμο είναι όχι άδικα γενική και η γενικευμένη δυσπιστία που γεννάει τέρατα έχει και μια αντικειμενική βάση; Και η αντικειμενική βάση, κατά την ταπεινή μου γνώμη είναι ότι, δυστυχώς, και τα κόμματα της αριστεράς
δεν τολμούν (υπολογίζοντας το πολιτικό κόστος ή προσδοκώντας ανάληψη εξουσίας) να πουν όλη την αλήθεια για την πραγματική κατάσταση στην οποία βρίσκεται η χώρα,
δεν τολμούννα πουν σταράτα χωρίς υπεκφυγές τις πραγματικές αιτίες γι’ αυτή την πρωτόγνωρη κατάντιακαι, το σημαντικότερο,
δεν κάνουντον κόπο να καταστρώσουν το σταθερό και συγκεκριμένο πρόγραμμα αναδιάρθρωσης με ανοιχτά χαρτιά για τις θυσίες που απαιτούνται για να βγούμε με σιγουριά από αυτό το τέλμα…
Και φυσικά μένει μετέωρη ή θάβεται σε κραυγές συνθημάτων η απόδοση ευθυνών στους ενόχους που έχουν ονοματεπώνυμο και διεύθυνση. Διότι το τεράστιο και μη βιώσιμο χρέος δεν είναι ουρανοκατέβατο ούτε μεταφυσικό. Είναι το ζεστό χρήμα των δανεικών που αντί να διοχετευθεί στην ανάπτυξη απ’ όπου θα προέκυπτε σταθερό και μόνιμο πρωτογενές πλεόνασμα για την ανώδυνη αποπληρωμή του, έγινε πλεόνασμα offshore, πλεόνασμα σε λίστες Λαγκάρτ κι άλλη διαπλεκόμενη ημετέρων και μη πολυτελή διαβίωση.   Οποιοδήποτε πρόγραμμα, λοιπόν, για αλλαγή του φαύλου παρελθόντος, πρέπει να έχει αφετηρία τη ρητή δέσμευση για απόδοση ευθυνών στους «δικαιούχους» (όχι με κριτήρια πολιτικού ρεβανσισμού… ούτε  με εξεταστικές επιτροπές ημών των ιδίων που… ρίχνουν στάχτη στα μάτια του κόσμου) αλλά με σαφή πρόβλεψη για αποκατάσταση της μεγάλης αδικίας με παραδειγματική τιμωρία από την ανεξάρτητη κι αδέσμευτη δικαιοσύνη όλων των χαραμοφάηδων (που τώρα σφυρίζουν «κλέφτικα» στο ρυθμό του «όλοι μαζί τα φάγαμε…) και αυτόματη μεταφορά όλων των κλεμμένων σε εδικούς κωδικούς του Γενικού Λογιστηρίου του κράτους απ’ όπου θα επιστραφούν αναλογικά σ’ αυτούς που μέχρι τώρα άδικα «πλήρωσαν τη νύφη» (και πιο ειδικά σε εκείνους από τους μισθωτούς και συνταξιούχους που έγιναν βαριές περικοπές από τις ήδη γλίσχρες αποδοχές τους)  

Για να δούμε κάποια στιγμή στο βάθος του τούνελ λίγο φως αληθινό…


Για την Ιστορία… Η δοκιμασία των αρχόντων άλλοτε και τώρα… πλήρης ασυλία!

Σύμφωνα με ένα Νόμο, που αποδίδεται στον Σόλωνα, όποιος πολίτης στην Αρχαία Αθήνα αναλάμβανε δημόσιο αξίωμα (είτε από εκλογή είτε από κλήρωση) πριν αναλάβει τα καθήκοντά του, έπρεπε να υποβληθεί σε δοκιμασία!

Συγκεκριμένα, οι υποψήφιοι έπρεπε να λογοδοτήσουν για το σύνολο του μέχρι τότε βίου τους «παντός του βίου λόγον διδόναι» προκειμένου να αποδειχθεί αν πληρούν τις προϋποθέσεις που ορίζει ο νόμος και κατά συνέπεια αν είναι άξιοι να αναλάβουν το αξίωμά τους!
Μεταξύ, άλλων οι υποψήφιοι αθηναίοι άρχοντες έπρεπε να αποδείξουν:
 - τα δημοκρατικά τους φρονήματα
 - την εκπλήρωση των στρατιωτικών τους υποχρεώσεων
 - ότι δεν είχαν καμιά εκκρεμή οικονομική υποχρέωση προς την πόλη
 - την φροντίδα των γονέων και την απόδοση μεταθανατίων τιμών.
 - την κτήση ακίνητης ιδιοκτησίας εντός των ορίων της Αττικής

Ιδιαίτερα για τους ανώτατους άρχοντες (άρχων βασιλεύς, επώνυμος άρχων, πολέμαρχος και οι 6 θεσμοθέται) έπρεπε να υποβληθούν σε διπλή δοκιμασία τόσο από τη Βουλή, όσο από το λαϊκό Δικαστήριο, την Ηλιαία!

Αν ο υποψήφιος αποδοκιμαζόταν από τα όργανα αυτά, του απαγορευόταν η συμμετοχή στις πολιτικές δραστηριότητες!
Με τη λήξη της θητείας τους λογοδοτούσαν:

 α) στην επιτροπή λογιστών, η οποία είχε την ευθύνη της σύνταξης ειδικής απολογιστικής εκθέσεως!
 β) Η έκθεση ελέγχεται από το δικαστήριο της Ηλιαίας η οποία είχε το δικαίωμα να επιβάλλει και ποινικές κυρώσεις!


Όχι, ασυλία δεν υπήρχε! Είναι νεοελληνικό εφεύρημα!!!

ΜΕΤΑΜΟΝΤΕΡΝΟΣ ΕΡΩΣ: Η ερωτική επιθυμία στη σύγχρονη Τέχνη

$
0
0
 Love, Amour, Liebe, Eros:Στη σύγχρονη εποχή οι εραστές θυμίζουν περισσότερο τουρίστες παρά καλλιτέχνες. Ο τουρίστας ενός ερωτικού τόπου, ως άπατρις από επιλογή, συνάπτει χαλαρούς κι ακίνδυνους δεσμούς συλλέγοντας τα τοπ τεν κάθε προορισμού. Αυτή η κοσμοαντίληψη φανερώνεται και στην τέχνη, κυρίως μετά τη δεκαετία του 1960, κατά τη λεγόμενη μεταμοντέρνα περίοδο. Οι επιλογές των καλλιτεχνών μαρτυρούν την κατακερματισμένη αντίληψη του ερωτικού φαινομένου. Ο αναγνώστης κρατάει στα χέρια του τρία δοκίμια που επιχειρούν να διαγνώσουν τα συμπτώματα του έρωτα στο σώμα της σύγχρονης τέχνης· ενός έρωτα που ποτέ δεν είναι "ένας", που ενίοτε δείχνει να απουσιάζει εντελώς, που κρύβεται μέσα σε μορφές παραδοσιακές ή καινοφανείς. Στο επίκεντρο τοποθετούνται τα εικαστικά, η λογοτεχνία και ο κινηματογράφος, με τον έρωτα να κατανοείται ως τριπλή δύναμη: Σεξουαλικότητα - Ερωτισμός - Πνευματικότητα. Στο δοκίμιο «Καθαροί πια, με βρώμικα φιλιά», η Μαρία Γιαγιάννου καταγράφει την εκκωφαντική απουσία του έρωτα από τις εικαστικές τέχνες. Στο δοκίμιο «Το τέλος του έρωτα στο έργο του Μισέλ Ουελμπέκ», ο Γιώργος Λαμπράκος ανατέμνει το συνολικό έργο του κορυφαίου Γάλλου συγγραφέα. Στο δοκίμιο «Ο μυσταγωγικός έρωτας», ο Δημήτρης Νάκος παρατηρεί το ερωτικό φαινόμενο και την έλλειψη από την οποία τρέφεται, με αφορμή την ταινία "Ερωτική Επιθυμία"του Γουόνγκ Καρ Βάι. (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)



Στο δοκίμιο «Καθαροί πια, με βρώμικα φιλιά»,η Μαρία Γιαγιάννου διατρέχει το θεωρητικό έργο των Μαριόν, Λιοτάρ, Μπρικνέρ, Παζ και Μπατάιγ για να καταδείξει ότι «χωρίς πρόσωπο δεν υπάρχει ούτε εραστής ούτε ερωμένος» και ότι «αν το σώμα είχε πρόσωπο, τότε το ερωτευμένο πρόσωπο του σώματος θα ήταν η αγκαλιά». Με γοητευτικό λόγο η Μαρία Γιαγιάννου πραγματεύεται ακροθιγώς το dέcalage horizontale που έχει επέλθει μεταξύ του «έμφυλου» σώματος των παραδοσιακών αναπαραστάσεων του Έρωτος και του «άφυλου» κορμιού στις μεταμοντέρνες εξεικονίσεις του. Παραπέμπει στο βιβλίο Το σώμα της Πέπης Ρηγοπούλου (Πλέθρον, 2003) για να καταδείξει πως το σώμα σήμερα λειτουργεί ως «πεδίον θανάτου» και ως θλιβερή εστία μελαγχολικής αυτοϊκανοποίησης ενός περφόρμερ: αυτό το τεκμηριώνει με μια δραστική αποτίμηση της κατακερματισμένης εκδοχής του έρωτα που προβάλλουν τα installations, οι performances και τα σύγχρονα εικαστικά πράγματα (Αμπράμοβιτς, Νιτς, Μπέλμερ, Αγκάμπεν, αδελφοί Τσάπμαν).

Το σώμα σήμερα λειτουργεί ως «πεδίον θανάτου» και ως θλιβερή εστία μελαγχολικής αυτοϊκανοποίησης ενός περφόρμερ
Στο δεύτερο δοκίμιο του τόμου: «Το τέλος του έρωτα στο έργο του Μισέλ Ουελμπέκ», ο Γιώργος Λαμπράκος αφορμάται από τη μεταμαρξιστική σκέψη (Τζέιμσον, Αταλί, Πρεχτ) και τη μεταφροϋδική σκέψη (Φρομ, Νούσμπαουμ) για να παρουσιάσει με δεξιοτεχνία το διπλό πρόσωπο του Μισέλ και του διπλοτύπου συγγραφέα του, Μισέλ Ουελμπέκ, ως αντιπροσωπευτικό χαρακτήρα της μεταμοντέρνας λογοτεχνίας. Στο τρίτο δοκίμιο: «Ο μυσταγωγικός έρωτας», ο Δημήτρης Νάκος διερευνά τις έννοιες της σαγήνης, της διεκδίκησης, της απιστίας, της ζήλειας και της ηθικής διάστασης της ερωτικής σχέσης με φόντο τη δεκαετία του ’60, ιχνηλατώντας τα αγγίγματα, τους υπαινιγμούς και την προσέγγιση-απώθηση των σωμάτων των εραστών στην τελετουργική ταινία Ερωτική Επιθυμία του Γουόνγκ Καρ Βάι.

Η παντοδυναμία του ερωτικού Λόγου
Η λεκτική αναπαράσταση της επιθυμίας υπήρξε θέμα σωρείας δοκιμίων, με κορυφαίο το Αποσπάσματα Ερωτικού Λόγου του Ρολάν Μπαρτ (εκδ. Κέδρος). Ο αισθησιασμός, ως συνώνυμο της απόκρυψης, αποδίδεται χαρακτηριστικά από τη συμβουλή της περίφημης Μαρκησίας ντε Μερτέιγ (στις Επικίνδυνες Σχέσεις του Πιερ Σοντερλό ντε Λακλό): «Πρέπει να καταλάβετε πως, όταν γράφετε σε κάποιον, το κάνετε γι’αυτόν και όχι για τον εαυτό σας. Έτσι, επιδίωξή σας δεν πρέπει να είναι να του πείτε αυτό που σκέφτεστε εσείς,  αλλ’ αυτό που αρέσει περισσότερο σ’ εκείνον». Η ψυχρότητα με την οποία η Μαρκησία υποστηρίζει την τακτική της αλληλογραφίας προασπίζεται τη θέση της εκ του ασφαλούς κατάκτησης του ποθούμενου, διασφαλίζει δε την τακτική της σταδιακής αναγνώρισης των επιμέρους στρατηγικών στόχων του αντιπάλου: εν ολίγοις, κατακερματίζει την εικόνα του Άλλου στα σημεία που οι επιστολές πρόκειται να θίξουν. Η απομάκρυνση από το ερωτικό αντικείμενο ως παράγοντας πόθου είναι και η θεματική του Ευτυχισμένοι μαζί του Γουόνγκ Καρ Βάι, όπου το αστικό περιβάλλον και η εργασία συνθλίβουν την ανθρώπινη σχέση και δυναμιτίζουν την εκπλήρωση της ερωτικής επιθυμίας. Η γλώσσα, λοιπόν, «κόκαλα δεν έχει και κόκαλα τσακίζει», και σ’ αυτό το σημείο μού έρχεται στον νου εκείνη η ξαπλωμένη κόρη του Βalthus με το απειλητικό κοράκι πάνω απ’ το κεφάλι της και τον μικροσκοπικό γυμνό άνδρα που της προσκομίζει ένα τραπέζι και γεννιούνται δεκάδες ερωτήματα: τι επιτρέπεται και τι όχι στον έρωτα; Τι από αυτόν είναι αναπαραγώγιμο στην Τέχνη; Τι κινδύνους διατρέχει η αναπαραγωγή του ερωτικού λόγου, της ερωτικής φράσης και του ερωτικού φετίχ στην εποχή της (κατά Μπέντζαμιν) τεχνικής αναπαραγωγιμότητας του έργου τέχνης; Είναι ο Άγιος Αντώνιος του Νταλί εκτεθειμένος στους ερωτικούς πειρασμούς της φαντασίωσής του; Είναι, αφ’ εαυτού, ο Άγιος Σεβαστιανός  ερωτικό φετίχ; Ως ποιο σημείο συμβαίνει αυτό και με τον ίδιον τον Ιησού, και ως ποιο σημείο η φετιχοποίηση του σταυρού του μαρτυρίου γειτνιάζει με τον σκοτεινό χώρο ενός σαδομαζοχιστικού φετίχ;

Το κατακερματισμένο υποκείμενο του έρωτα
Ο «μοντερνισμός» θα μπορούσε να οριστεί ως η πολιτιστική και καλλιτεχνική αντίδραση στη διαδικασία του εκσυγχρονισμού και των υπαρξιακών, οικολογικών και κοινωνικών προβλημάτων που αυτός επιφέρει
Στην απόπειρά του να ορίσει το «μοντέρνο», ο φιλόσοφος Φρέντρικ Τζέιμσον μιλά για διαφορετικούς τρόπους νεωτερικότητας: αυτήν την εκδοχή της που απορρέει από τον εφαρμοσμένο σοσιαλισμό κι εκείνην που απορρέει από τον Καπιταλισμό. Ο «εκσυγχρονισμός» θέτει το πλαίσιο σε αναφορά προς το οποίο η κουλτούρα, η ατομική συνείδηση και η συλλογική συνείδηση αναζητούν τον ορισμό τους. Σύμφωνα με αυτήν την προσέγγιση ο «μοντερνισμός» θα μπορούσε να οριστεί ως η πολιτιστική και καλλιτεχνική αντίδραση στη διαδικασία του εκσυγχρονισμού και των υπαρξιακών, οικολογικών και κοινωνικών προβλημάτων που αυτός επιφέρει. Τηρουμένων των αναλογιών, ο «μεταεκσυγχρονισμός» περιλαμβάνει τις νέες επικοινωνιακές τεχνολογίες, η «μετανεωτερικότητα» απλώς διαγράφει σχηματικά τις νοοτροπίες που αυτές οι νέες συνθήκες παράγουν, ενώ ο Μεταμοντερνισμός (Postmodernism) συνιστά την καλλιτεχνική/πνευματική αντίδραση σε αυτές. Προϋπόθεση της συλλογιστικής του Τζέιμσον είναι η αντίληψη της «εκκοσμίκευσης» (secularization) ως αρχικού σταδίου –σταδίου «γένεσης»– του Καπιταλισμού: πρόκειται για την κάθαρση από τα «ιερά» στοιχεία του τρόπου παραγωγής που προηγήθηκε της Βιομηχανικής Επανάστασης, δηλαδή για την υλιστική, «αναλώσιμη» διάσταση που η αστική τάξη προσήψε στην αντίληψη του κόσμου. Αυτή εκφράστηκε με τον Ρεαλισμό στην Τέχνη, αυτό τo «ενεργό μόρφωμα που ανέτρεψε τα αφηγηματικά και πολιτιστικά πρότυπα του παλαιού καθεστώτος».
Αν το ζήτημα εστιαστεί στην υπό πραγμάτευσιν έννοια του Έρωτος, συνάγουμε το –πρόχειρο– συμπέρασμα πως η μεταμοντέρνα εκδοχή του θα κληρονομεί όλα τα γνωρίσματα της απομύθευσης για την οποία μιλάμε. Μια ρεαλιστική αφήγηση του θέματος του έρωτα θα τοποθετούσε, προφανώς, τον ερωτισμό σε υψηλό έδρανο, απηχώντας συγκεκριμένες νοοτροπίες, στάσεις, θέσφατα, αισθητικές αρχές που αναγκαστικά εσωτερικεύονται από το υποκείμενο στην προσπάθειά του να επαναπροσανατολιστεί πρακτικά σε ένα κόσμο που εκμοντερνίζεται. Όσο για τη νεωτερικότητα, δεν είναι λύση, αλλά πρόβλημα και παράγων σύγχυσης και αποκάλυψης αντινομιών που ταλανίζουν το «μοντέρνο» υποκείμενο. Το υποκειμενικό υλικό που συγκροτεί τη συνείδηση του ατόμου είναι κατακερματισμένο, σε αυτήν την προσπάθεια, γιατί ο άνθρωπος δεν προλαβαίνει να περάσει στη διαδικασία του αναστοχασμού.  Εφόσον λοιπόν επιβίωσε στις συνθήκες του βίαιου εκσυγχρονισμού των παραδοσιακού τύπου κοινωνιών όπου είχε εθιστεί να ζει και να καταγράφει την εμπειρία και τις εικόνες του του ερωτισμού, καλείται και πάλι να επιβιώσει σε αυτό το ανασφαλές κλίμα, χωρίς τη μεταφυσική στέγαση ή την αισθητική παιδεία που θα του επέτρεπε να αναπτύξει μιαν οπτιμιστική προοπτική του ολοένα εκποιούμενου ερωτικού του συναισθήματος [αποσπάσματα]

[ΠΗΓΗ: Νίκος Ξένιος, BOOK PRESS: http://www.bookpress.gr/

Δεν φοβάμαι τίποτα, δεν ελπίζω τίποτα: Είμαι Ελεύθερος (Νίκος Καζαντζάκης)

$
0
0
Ο Νίκος Καζαντζάκης δεν ανήκει στη λογοτεχνική ιστορία της Ελλάδας αλλά στην ευρύτερη ιστορία της Παιδείας. Ο αιρετικός λογοτέχνης και διανοητής κατάφερνε να μπερδεύει κάθε φορά εκείνους που μόνιμα αναζητούν κρυφά νοήματα πίσω από τις γραμμές και τις λέξεις αλλά ήταν απλά ο εαυτός του. Ο Έλληνας Πικάσο της πέννας. Ο Ισπανός ζωγράφος έκανε πλάκα με τους τεχνοκριτικούς που έψαχναν για κομμουνιστικά μηνύματα στους πίνακές του, επειδή είχαν κόκκινο χρώμα ή απεικόνιζαν κάποιο σφυρί και κάποιο δρεπάνι: «Είναι απλά ένα σφυρί κι ένα δρεπάνι», τους εξηγούσε. Ο Καζαντζάκης δε δίσταζε να εξομολογηθεί: «Από τη νεότητά μου, η θεμελιακή αγωνία μου, απ’ όπου πήγασαν όλες μου οι χαρές κι όλες οι πίκρες, ήταν τούτη: η ακατάπαυστη, ανήλεη εντός μου πάλη ανάμεσα στο πνεύμα και τη σάρκα». Ακόμα κι αν γνώριζε αυτά τα λόγια ο κάθε σκοταδιστής, πάλι τίποτα δε θα καταλάβαινε. Το έχουν σύστημα οι θρησκόληπτοι ν’ ανατριχιάζουν με το άκουσμα της λέξης «σάρκα», με μόνη εξαίρεση το αντίδωρο με το οποίο προσπαθούν να κορέσουν την πείνα τους.


Γεννημένος το 1883 στην Κρήτη, ο Νίκος Καζαντζάκης έγραφε αρχικά με το ψευδώνυμο Πέτρος Ψηλορείτης: Μια ακόρεστη πνευματική λαιμαργία βρίσκει το όριό της στον Καζαντζάκη. Εξαιρετικά δεκτικός, έτοιμος να συλλάβει κάθε δόνηση της ξένης πνευματικής ζωής, εκδηλώθηκε με ανάλογα ποικίλους τρόπους: Μεταφράσεις, ποιήματα, φιλοσοφικά έργα, τραγωδίες, ταξιδιωτικές εντυπώσεις, ως το μακρό φιλοσοφικό ποίημά του Οδύσσεια κι ως το μυθιστόρημα, που τον απασχόλησε στην ωριμότητά του, κι όπου γνώρισε την επιτυχία σε επίπεδα διεθνή. Έτσι κι ο κόσμος του είναι καμωμένος από ετερόκλητα υλικά, από τον πιο πρωτόγονο μυστικισμό ως τις πιο εξελιγμένες ρεαλιστικές εκδηλώσεις.

Ήταν μαθητής του Νίτσε; Ναι, λένε οι αναλυτές και τον κατατάσσουν στους συνοδοιπόρους του Αγγέλου Σικελιανού. Μόνο που ο Σικελιανός ήταν οπαδός του δελφικού Απόλλωνα κι ο Νίτσε του ζωικού Διονύσου. Ψιλά γράμματα. Το ότι κάποιος καημένος θεολόγος της Λάρισας τον κατέταξε στους σατανιστές, μάλλον ο ίδιος ο συγγραφέας θα το θεωρούσε “αστείο” . Πρόλαβαν άλλοι κατακαημένοι, να τον τοποθετήσουν σε πιο αλλοπρόσαλλα βάθρα.

Στα 1927, κυκλοφόρησε το φιλοσοφικό του έργο «Ασκητική». Οι ειδικοί της τότε Αριστεράς έσπευσαν να τον κατακεραυνώσουν: «Είναι κήρυκας ενός ιδιότυπου μετακομμουνισμού αλλά το έργο του αποτελεί άθροισμα ασυνεπειών και ασαφών ιδεαλιστικών σχηματισμών».
Στα 1928, εκδόθηκε το δίτομο ταξιδιωτικό έργο του «Τι είδα στη Ρουσσία». Οι εθνικόφρονες άρχισαν να διαρρηγνύουν τα ιμάτιά τους: «Είναι θαυμαστής του σοβιετικού καθεστώτος».
Το πράγμα έμπλεξε λίγο, όταν κυκλοφόρησε το βιβλίο του «Ταξιδεύοντας». Τον είπαν «θιασώτη του ιταλικού φασισμού» και, το 1931, με αφορμή ένα κείμενό του στο γαλλικό «Cahier Bleu» («Γαλάζιο τετράδιο»), οι εχθροί του τον βάφτισαν «οπαδό της αντίδρασης». Έντεκα χρόνια πριν, στα 1920, όταν οι φιλελεύθεροι έχασαν τις εκλογές του Νοεμβρίου, ο Νίκος Καζαντζάκης απολύθηκε από γραμματέας του υπουργείου Περίθαλψης με την κατηγορία ότι ήταν βενιζελικός.

Τι ήταν εν τέλη ο Νίκος Καζαντζάκης και γιατί πρέπει να βάλουμε ετικέτα σε έναν άνθρωπο;
«Μια σύζευξη θεωρητικών αναζητήσεων και δημιουργικών προσπαθειών», κατά τους θαυμαστές του. Κάποιος που «διαμορφώθηκε βασικά με τις κυρίαρχες αξίες των αρχών του αιώνα μας: εθνικιστική έξαρση, γλωσσική ορθοδοξία, ηθογραφία, ηρωολατρικός λαϊκισμός», κατά τους “αντικειμενικούς”.
Ο ίδιος πίστευε ότι η ενότητα του κόσμου προκύπτει όχι από την ανύπαρκτη οργανική ομοιογένεια των υλικών αλλά από τον παλμό του δημιουργού.
Ξεκίνησε μεταφράζοντας Νίτσε και Δαρβίνο στα ελληνικά μπας και ξεστραβωθούν οι συμπατριώτες του, που μέχρι σήμερα στραβάδια εξακολουθούν να είναι. Προχώρησε με τον μυστικιστή φιλόσοφο Μπέρξον, που πίστευε ότι πηγή του παντός είναι η ζωτική ορμή από την οποία εκπορεύονται το ένστικτο και η νόηση. Συνέχισε με τον Ριμπό και κατέληξε σε μια απ’ την αρχή ως το τέλος έμμετρη μετάφραση της «Θείας Κωμωδίας» του Δάντη (1931). Τα δικά του «Όφις και κρίνο» (1906) και «Πρωτομάστορας» (1910) τον καθιέρωσαν στα ελληνικά γράμματα. Το δεύτερο έλκυσε τον Μανόλη Καλομοίρη να συνθέσει το ομώνυμο έργο. Ακολούθησαν δεκάδες κείμενα με αποκορύφωμα την ποιητική και φιλοσοφική του «Οδύσσεια» (1928).

Είχε φτάσει πια στην ωριμότητα, όταν καταπιάστηκε με το μυθιστόρημα κι έγραψε αριστουργήματα. «Ο Χριστός ξανασταυρώνεται» αποτύπωσε τις αντιθέσεις των τάξεων κι αγαπήθηκε από ολόκληρο τον ελληνικό λαό καθώς ευτύχησε και στην τηλεοπτική του διασκευή. Ο «Καπετάν Μιχάλης» έδρεψε δάφνες και στη θεατρική του εκδοχή. Ο «Αλέξης Ζορμπάς» μετουσιώθηκε από τον Μιχάλη Κακογιάννη σε κινηματογραφική ταινία με εμπνευσμένη μουσική του Μίκη Θεοδωράκη κι έγινε πρεσβευτής της Ελλάδας ανά τον κόσμο και διαβατήριο για λεπτές ενδοβαλκανικές προσεγγίσεις.

«Ο τελευταίος πειρασμός» πολεμήθηκε από τους γνωστούς ανεγκέφαλους συνάδελφους του καημένου σκοταδιστή της Λάρισας κι ίσως ακριβώς γι’ αυτό γνώρισε τεράστια επιτυχία. Μετά τον Λασκαράτο και τον Ροΐδη, ήρθε η σειρά του Νίκου Καζαντζάκη να βρεθεί αντιμέτωπος με την εκκλησία. Μάλλον έπαινος ήταν, γιατί για σκεφτείτε να τον επαινούσε η εκκλησία !! ..τι κατάντια.
Τον είπαν αιρετικό. Όμως, όπως θα έλεγε κι ο Όσκαρ Ουάιλντ ήταν ένας συγγραφέας συνεπής στον εαυτό του.

(ΥΣΤΕΡΟΓΡΑΦΟ): Με τον έναν ή τον άλλο τρόπο θυμάμαι αραιά ή και σε τακτά διαστήματα
το Ζορμπά….
Κάθε φορά που βρίσκομαι με σκόρπιες ή ακατάστατες λέξεις,
σε σταυροδρόμια αμήχανα της σκέψης,
σε υπαρξιακές κακοτοπιές… ΑΟΡΑΤΩΝ ΤΟΠΙΩΝψυχής,
ή σε μια τσακισμένη μεταφυσική μοναξιά του «όταν έκλαψε ο Νίτσε»  
…………………………………………………………………………..
έρχεται στο μυαλό μου εκείνο το σημαδιακό περιστατικό
που διηγείται με τη μαστοριά του ο Κρητικός συγγραφέας:
ο Ζορμπάς, λέει, είχε βρει τυχαία
μια ωραία (γι’ αυτόν) πολύτιμη πράσινη πέτρα…….
Και αμέσως προσκάλεσε το αφεντικό του,
τον ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗ, να πάει να την χαρεί μαζί του, να την απολαύσει βρε αδελφέ...

(πρέπει κανείς να χαίρεται με όλες τους τις αισθήσεις,
 ν’ απολαμβάνει τις μικρές έκπληκτες στιγμές
που «πέφτουν» στη ζωή του…..
ήταν η αυθόρμητη αυθεντική εσωτερική φωνή του….)
«Εύρον πρασίνην πέτραν ωραιοτάτην,
ελθέ αμέσως. Ζορμπάς»
......................................................................
Κι ο απολογητικός Καζαντζάκης:
«Όμως δεν έφυγα, δεν τόλμησα πάλι.
Δεν μπήκα στο τρένο,
δεν ακολούθησα τη
θεϊκιά θηριώδη μέσα κραυγή,
δεν έκαμα μια
γενναία παράλογη πράξη.
Ακολούθησα τη μετρημένη, κρύα,
ανθρώπινη φωνή του λογικού.
Και πήρα την πένα κι έγραψα του Ζορμπά και του ξηγούσα...
Κι αυτός μου αποκρίθηκε:
«Είσαι, και να με συμπαθάς, αφεντικό, καλαμαράς. Μπορούσες κι εσύ κακομοίρη, μια φορά στη ζωή σου να δεις μιαν όμορφη πράσινη πέτρακαι δεν την είδες. Μα το θεό, καθόμουν κάποτε, όταν δεν είχα δουλειά, κι έλεγα με το νου μου:
«Υπάρχει, δεν υπάρχει κόλαση;»
Μα χτες που έλαβα το γράμμα σου, είπα:
«Σίγουρα πρέπει να υπάρχει Κόλαση για μερικούς καλαμαράδες»...
Και ο Καζαντάκης κάνοντας την αυτοκριτική του μονολογεί και μας διδάσκει:

«Πολλές φορές έχω ντραπεί στη ζωή μου,
γιατί έπιασα την ψυχή μου
να μην τολμάει να κάνει  ό,τι η ανώτατη παραφροσύνη – η ουσία της ζωής –  μου φώναζε να κάνω....
μα ποτέ μου δεν ντράπηκα για την ψυχή μου όσο μπροστά στο Ζορμπά....
Τον έβλεπα μεσάνυχτα να χορεύει χλιμιντρίζοντας
και να μου κράζει να τιναχτώ κι εγώ από το βολικό καβούκι της φρονιμάδας και της συνήθειας
και να φύγω για τα μεγάλα ταξίδια....
– κι έμεινα ασάλευτος, τουρτουρίζοντας.........»


ΠΗΓΗ: Κάποια αποσπάσματα από το παραπάνω κείμενο με τον τίτλο «Νίκος Καζαντζάκης, Συνεπής στον εαυτό του» αναρτήθηκαν και στο TerraPapers: http://www.terrapapers.com/  ]

«Η «ανθρωπιά» είναι μια λέξη του καιρού μας, ένας όρος κοινόχρηστος, ένα νόμισμα που κυκλοφορεί σ’ όλα τα χέρια….»! Αμ δε…

$
0
0
Την ώρα που διαβάζω, κύριε Ι.Μ. Παναγιωτόπουλε, το δοκίμιο σας, που μιλάει για τον ανθρωπισμό, ένας συμμαθητής μου δεν μπήκε στην αίθουσα. Ανέβηκε σε ένα κτίριο δίπλα από το σχολείο και πήδηξε στο κενό. Φταίτε μήπως εσείς; Όχι, εσείς έχετε πεθάνει κιόλας. Ας μην είμαι υπερβολικός, ας συγκεντρωθώ λίγο μήπως γράψω τίποτα.


«Η «ανθρωπιά» είναι μια λέξη του καιρού μας, ένας όρος κοινόχρηστος, ένα νόμισμα που κυκλοφορεί σ’ όλα τα χέρια….»

Τι σημαίνει του καιρού μας. ΜΑΣ. Ποιανού καιρού είσαστε εσείς; Κι εμείς ποιοι είμαστε; Αν εμείς είμαστε οι μαθητές που γράφουμε, ένας από ΜΑΣ, δεν γράφει αυτήν την ώρα, γιατί αυτοκτόνησε. Γεννήθηκε το 1995, εσείς τότε είχατε πεθάνει δεκατρία χρόνια πριν, και αποφάσισε να βάλει τέρμα στη ζωή του, το 2014. Ούτε 19 χρονών.
Δεν ξέρω γιατί το έκανε. Ακούγεται ότι δεν άντεχε το άγχος των πανελλαδικών. Άλλοι λένε ότι δεν έχει σχέση αυτό, αλλά ότι είχε προβλήματα. Όμως, αλήθεια, πρέπει να ζούμε αυτόν τον εξοντωτικό εξεταστικό λαβύρινθο; Ξέρετε πόσα παιδιά κλαίνε τα βράδια, πόσα βλέπουν εφιάλτες τις πανελλαδικές εξετάσεις; Πόσα φοβούνται ότι δεν θα πάνε καλά, πόσα τρέμουν την ιδέα να απογοητεύσουν τους γονείς τους; Εσείς που μιλάτε για ανθρωπιά τι λέτε για αυτό;

«Αρκεί μια ματιά ολόγυρά μας, για να το νιώσουμε καλύτερα τούτο. Η καθημερινή ζωή ολοένα και περισσότερο χάνει τη θαλπωρή, τη γλυκιά ζεστασιά της. Είναι ένας χειμώνας χωρίς αλκυονίδες».

Ναι, έτσι είναι. Ποια γλυκιά ζεστασιά; Καθημερινός πόλεμος, η καθημερινή ζωή. Οι γονείς μας δεν έχουν να μας δώσουν χαρτζιλίκι. Οι καθηγητές μας απολύονται. Τα αδέρφια μας μετανάστευσαν. Οι γείτονές μας είναι άνεργοι. Κι εμείς εδώ παλεύουμε για να μπούμε σε κάποια σχολή ή να βρούμε μια δουλειά.
Και ένας συμμαθητής μας αυτοκτόνησε. Σήμερα. Εσείς τι λέτε για αυτό; Εσείς πεθάνατε κύριε Παναγιωτόπουλε. Αλλά εσείς που βάζετε τα θέματα, εσείς από τα υπουργεία και τις επιτροπές. Τι λέτε για αυτό; Εσείς από τις κυβερνήσεις. Ότι είναι ένα τραγικό περιστατικό, μεμονωμένο, χωρίς κάποια ευρύτερη διάσταση; Αυτό δεν είπατε και για το Θανάση; Λίγο μεγαλύτερός μου ήταν, και σκοτώθηκε για ένα εισιτήριο. Αυτό δεν είπατε και για τα άλλα τα παιδιά στη Λάρισα; Αλλά και για τον Αλέξη, αυτό δεν είπατε; Μικρότερος ήμουν, αλλά το θυμάμαι.

«Η ανθρωπιά είναι κυκλική παρουσία. Δε βρίσκεται στραμμένη προς ένα μονάχα σημείο του ορίζοντα. Εκείνος που είναι αληθινά ανθρώπινος δεν μπορεί παρά να είναι, σε κάθε περίσταση, ανθρώπινος».

Τώρα, τι είναι αυτά που γράφετε; Τι είναι αυτή η βαρετή φλυαρία; Για την ανθρωπιά δεν είπατε ότι θέλετε να γράψουμε; Εγώ σας λέω για τα παιδιά που πεθαίνουν. Εγώ σας λέω για μένα που έχω πεθάνει από την κούραση και το άγχος και δεν ξέρω πώς θα τα πάω στις εξετάσεις. Και δεν ξέρω αν θα έχουν λεφτά οι γονείς μου για να σπουδάσω. Και αν θα μπορέσω να τελειώσω, και αν θα βρω δουλειά, και αν θα αναγκαστώ να φύγω και να χάσω τους φίλους μου. Και αν, βρεθώ κι εγώ χωρίς εισιτήριο στο λεωφορείο; Και αν δεν έχω να πληρώσω θέρμανση; Κι αν αρρωστήσω και δε με δέχονται στο νοσοκομείο ή δεν έχω τα φάρμακα; Και αν, θεέ μου, βρεθώ κι εγώ στον έκτο όροφο από ένα γιαπί.

Μου λέτε για ανθρωπιά. Εγώ είμαι άνθρωπος και ανησυχώ και φοβάμαι. Οι φίλες μου, τα αδέρφια, οι συγγενείς και οι γνωστοί μου, είναι άνθρωποι και αυτοί. Και φοβάμαι και για αυτούς. Και σαν άνθρωπος θέλω να κάνω μια βόλτα, θέλω να παίξω μπάλα, θέλω να πάω σινεμά με το κορίτσι μου. Δεν θέλω να διαβάζω όλη μέρα. Είτε πάω καλά είτε όχι στις εξετάσεις, θέλω να ζήσω τη ζωή μου χαρούμενος. Τι έχετε να πείτε για αυτό; Να πούμε για την ανθρωπιά τι; Αν δεν απαντήσετε στα ερωτήματα και τους φόβους μου, τι να πω για την ανθρωπιά έτσι γενικά;

«Η ανθρωπιά δεν είναι επάγγελμα, δεν είναι όργανο αυτοπροβολής και επιτυχίας. Είναι απάρνηση. Πρέπει πολλά ν” αρνηθείς, για να κερδίσεις τα ουσιωδέστερα. Αλλά δεν είναι και παθητική κατάσταση. Ολωσδιόλου αντίθετα, αποτελεί μορφή αδιάκοπης ενέργειας. Είναι πολύ ευκολότερο να γίνεις «μέγας ανήρ» παρά να γίνεις «μεγάλος άνθρωπος». Η Ιστορία είναι γεμάτη παραδείγματα μεγάλων ανδρών. Αλλά έχει πολύ λίγους «ανθρώπους» να παρουσιάσει».

Τι είναι τώρα αυτές οι βλακείες; Έτσι αποφασίσατε να κλείστε το κείμενο κύριε Ι.Μ. Παναγιωτόπουλε; Τι σημαίνουν αυτά; Εγώ σας είπα, ότι αυτοκτόνησε ένα παιδί. Τι μου λέτε για «μεγάλους ανθρώπους» και μαλακίες; Εδώ μικρά παιδιά αυτοκτονούν, σκοτώνονται σε λεωφορεία, μαχαιρώνονται από φασίστες, τι με νοιάζουν αυτοί οι «μεγάλοι άνθρωποι». Για μένα θα πείτε τίποτα;
Και μετά μου ζητάτε να γράψω για το έλλειμμα ανθρωπιάς; Ε, δεν πάτε στο διάολο πια. Όλο κοροϊδία και ψέματα. Δεν πάτε στο διάολο κι εσείς από το υπουργείο. Κι εσείς από τις επιτροπές. Φλύαρες, ανούσιες χαζομάρες που μιλάνε για τον «άνθρωπο» και την «ανθρωπιά» σε εισαγωγικά, σαν έννοιες, ενώ δίπλα μας φεύγουν νέοι άνθρωποι. Και εσείς κύριε Ι.Μ. Παναγιωτόπουλε, και κύριε Παπανούτσε και κύριε τάδε, με τις βαρετές σοφίες σας που διαβάζουν 30 χρόνια οι μαθητές… που να σας στείλω από εδώ κάτω.

Και τα υστερόγραφα:
ΥΓ.1: Ποιος βρίζει έτσι ένα «σημαντικό άνθρωπο των γραμμάτων»;
Είναι σαφές ότι δεν είμαι μαθητής. Απέχω πια πάνω από μια δεκαετία από τότε που ήμουν. Μάλλον, ούτε τότε θα έγραφα κάτι τέτοιο, ούτε σήμερα γράφω σαν μαθητής. Είμαι αρκετά μεγαλύτερος. Όχι τόσο, ώστε να λέω μεγάλα λόγια με προσποιητή στεναχώρια για τον κόσμο που αφήνουμε στις νέες γενιές. Όμως δεν μπορώ να μην συγκλονιστώ, αναγνωρίζοντας ότι το σχολείο σήμερα για τα παιδιά είναι χειρότερο από το σχολείο όταν εγώ  αποφοίτησα. Ότι το πανεπιστήμιο και το ΤΕΙ είναι χειρότερο από όταν εγώ σπούδαζα. Ότι η αγορά εργασίας είναι χίλιες φορές χειρότερη από όταν βγήκα σε αυτή. Αυτό το μοιράζομαι ακόμα. Όμως να ξέρουν οι νεώτεροι που δίνουν τώρα εξετάσεις, ότι πολλοί συνομήλικοί μου, κάναμε μεγάλη προσπάθεια για να μην γίνουν έτσι τα πράγματα. Να ξέρουν ότι και ως μαθητές, και ως φοιτητές, και ως εργαζόμενοι, παλέψαμε την τελευταία δεκαετία για κάτι καλύτερο. Λίγα πράγματα καταφέραμε, ήταν και η θύελλα που αντιμετωπίσαμε πιο δυνατή από τα πανιά μας. Ξέρουμε ότι δεν παλέψαμε όσο θα έπρεπε για το μαρτύριο που λέγεται πανελλαδικές εξετάσεις και τρόπος πρόσβασης στο πανεπιστήμιο. Σας ζητάμε συγνώμη, κάθε χρόνο μαυρίζει η ψυχή μας αυτές τις μέρες. Πλέον είναι κοινή μας υπόθεση να φέρουμε μια διαφορετική μέρα.

ΥΓ.2: Τι είναι παράλογο;
Όπως πάντα, πολλοί θα πουν ότι το τραγικό περιστατικό δεν προσφέρεται για αναλύσεις και πολιτικές απόψεις. Δε θα αναμετρηθώ με την άποψη αυτή. Αλλά πραγματικά, ανεξάρτητα με το γεγονός, δεν χρειάζεται να σκεφτούμε ξανά σοβαρά το θέμα των πανελλαδικών εξετάσεων; Όχι με τον τρόπο που κάθε φορά το υπουργείο επεξεργάζεται νόμους, που ολοένα και χειροτερεύουν την κατάσταση, κάνοντας ακόμα πιο δύσκολη την πρόσβαση στο πανεπιστήμιο και μετατρέποντας την ανώτερη εκπαίδευση σε προνόμιο των λίγων. Αλλά διεκδικώντας το αυτονόητο: Κατάργηση όλων των εξεταστικών (και βαθιά ταξικών) φραγμών στο σχολείο και ελεύθερη πρόσβαση σε κάθε βαθμίδα της εκπαίδευσης. Μα αυτό είναι παράλογο, θα αναφωνήσουν πολλοί. Εδώ, το υπουργείο Παιδείας, αφού βέβαια πρώτα διέλυσε την τεχνική εκπαίδευση, έβγαλε ένα σποτάκι όπου ένα παιδάκι περιγράφει πως από μικρού τού άρεσαν τα μαστορέματα και όλη μέρα ήταν μέσα στα εργαλεία και τώρα δεν μπορεί να καταλάβει γιατί του λένε να γίνει δικηγόρος.
Μετά μια χαρούμενη φωνή ανακοινώνει ότι τώρα το υπουργείο παιδείας με τις μεταρρυθμίσεις του, δίνει στη δυνατότητα στο κάθε παιδί να εργαστεί εκεί που θέλει και αυτό είναι η πραγματική επιτυχία. Ε λοιπόν, είναι καιρός να αναμετρηθούμε με αυτό το αιώνιο και υποτίθεται λογικό επιχείρημα, που λέει ότι δεν είναι δυνατόν όλοι να πηγαίνουν στα πανεπιστήμια, τι να γίνει δεν τα παίρνουν όλοι τα γράμματα, ο καθένας έχει μια κλίση σε κάτι διαφορετικό και αναρωτιέται, τι δηλαδή όλοι θα γίνουμε ιατροί; Και ποιος θα δουλέψει ως υδραυλικός; Παρότι λογικοφανής, η αφήγηση αυτή είναι λαϊκίστικη και λανθασμένη. Καθένας έχει  το δικαίωμα να αποφασίσει και να αποφασίζει σε όλη του τη ζωή, πώς θέλει να είναι η ζωή και η εργασία του, χωρίς να καταπιέζεται από το εκπαιδευτικό σύστημα, τους γονείς, την «κοινωνική καταξίωση» και τη μισθολογική ανισότητα και όλοι οι νέοι πρέπει να πηγαίνουν στο πανεπιστήμιο. Το λέω έτσι ακραία. Τα περί κλίσης και αν το παιδί «παίρνει» τα γράμματα, δεν είναι παρά ένα ψέμα που κρύβει κοινωνικά κατασκευασμένες ανισότητες. Δεν σημαίνει ότι όλοι θα γίνονταν ιατροί και δικηγόροι. Μακάρι να είχαμε μαραγκούς με πτυχία φιλοσοφίας και αρχιτέκτονες που να ξέρανε να βιδώνουν και καμιά βίδα. Αλλά πέρα από αυτό, το επίπεδο εκπαίδευσης και μάλιστα πανεπιστημιακής είναι δείκτης για το βιοτικό και πνευματικό επίπεδο ενός λαού, είναι δείκτης ανάπτυξης και προόδου του. Σαφώς, δεν μπορεί να υλοποιηθεί κάτι τέτοιο στο υπάρχον σύστημα, ούτε στα σημερινά πανεπιστήμια. Ωστόσο, ακόμη και σήμερα, αυτή η αγοραία και αστικά κυριαρχούμενη, σε μεγάλο βαθμό, γνώση που κατακτάς στο πανεπιστήμιο είναι πολύτιμη για όλους τους νέους, ανεξάρτητα από το εργασιακό μέλλον που θα έχουν. Είναι μήτρα κριτικής σκέψης και ορθολογισμού. Είναι η συλλογική ελπίδα μιας κοινωνίας για πρόοδο και γνώση…..
Και εν πάση περιπτώσει, αυτοί που βλέπουν ως παράλογο το αίτημα για ελεύθερη πρόσβαση, τι θεωρούν λογικό; Να καθορίζεται στα 16 ή τα 17, η πορεία ενός ανθρώπου; Να καταδικάζονται τα παιδιά των φτωχών; Να διαλύεται δύο χρόνια η ζωή των νέων; Να υπάρχουν νοσοκομεία χωρίς ιατρούς και σχολεία χωρίς καθηγητές; Ας το κλείσουμε εδώ καθώς διάφοροι παραλογισμοί μπορούν να ακολουθήσουν.


[Πηγή: Θάνος Ανδρίτσος - toperiodiko.gr– αναρτήθηκε και στο ΑΛΦΑ ΒΗΤΑ]

Κορνήλιος Καστοριάδης: Δεν είναι ελληνικό ιδεώδες να προσκυνάς ιδέες, δόγματα κι ανθρώπους-δεσπότες

$
0
0
Eρώτηση Δημοσιογράφου:Συχνά λέγεται ότι η Ελλάδα είναι «προβληματική», στην Ελλάδα «όλα γίνονται στον αέρα», «χωρίς προγραμματισμό», «χωρίς βάρος». Με τέτοιες διαπιστώσεις συμφωνούν πολλοί. Αλλά περιορίζονται συνήθως μόνο στις διαπιστώσεις. Γνωρίζω ότι η ελληνική κατάσταση σας απασχολεί βαθιά. Ποια είναι η ερμηνεία σας για όσα συμβαίνουν; Γιατί συμβαίνουν έτσι τα πράγματα στην Ελλάδα; Ποιες οι βαθύτερες αιτίες; Καστοριάδης: Πρώτον, δεν ξέρω. Δεύτερον, στο μέτρο που μπορώ να ξέρω κάτι, είναι ότι η πολιτική ζωή του ελληνικού λαού τελειώνει περίπου το 404 π.χ.

H πολιτική ζωή του ελληνικού λαού τελειώνει περίπου το 404 π.χ.: (μια συνέντευξη που θα ενοχλήσει πολύ)

 Δημοσιογράφος: Νομίζω ότι θα ενοχλήσει πολύ αυτή η διατύπωσή σας.
 Καστοριάδης: Τι να κάνουμε. Μιλώ για την πραγματική πολιτική ζωή του λαού ως αυτόνομου παράγοντα. Δεν μιλώ για μάχες, για αυτοκράτορες, για Μεγαλέξανδρους και Βασίλειους Βουλγαροκτόνους. Μετά τον πέμπτο π.Χ. αιώνα και την αυτοκυβέρνηση του λαού στις δημοκρατικές πόλεις -και πάντως, μετά τον περίεργο τέταρτο π.Χ. αιώνα- η ελληνική ελευθερία πεθαίνει.

Οι ελληνικές πόλεις γίνονται υποχείριες των βασιλέων της Μακεδονίας. Βεβαίως, ο Αλέξανδρος και οι διάδοχοί του παίζουν έναν κοσμοϊστορικό ρόλο. Κατακτούν την Ασία και την Αίγυπτο. Διαδίδουν την ελληνική γλώσσα και παιδεία. Αλλά πολιτική ζωή, πλέον, δεν υπάρχει. Τα βασίλεια των διαδόχων του Αλεξάνδρου, ως πολιτική συγκρότηση, είναι ουσιαστικά μοναρχίες. Εξάλλου, καθώς ξέρουμε, ο ίδιος ο Αλέξανδρος αντιμετώπισε στασιασμό των Ελλήνων που είχε πάρει μαζί του, διότι ήθελε να τους υποχρεώσει να γονυπετούν μπροστά του, όπως οι Πέρσες μπροστά στο Μεγάλο Βασιλέα - πράγμα ανθελληνικότατο, (Είπαμε ότι ο ορισμός  της ελληνκότητας είναι το «ΟΥΧ ΕΛΛΗΝΙΚΟΝ ΤΟ ΠΡΟΣΚΥΝΕΙΝ*, ιδέες- ΔΟΓΜΑΤΑ & ανθρώπους- ΔΕΣΠΟΤΕΣ»).
 Καστοριάδης: Μα, αυτή η περίοδος είναι ακατανόητη χωρίς τους είκοσι έναν αιώνες ανελευθερίας που προηγήθηκαν. Λοιπόν, μετά το Βυζάντιο έρχεται η τουρκοκρατία. Μην ανησυχείτε, δεν θα μπω σε λεπτομέρειες. Θα αναφέρω μόνο ότι επί τουρκοκρατίας όση εξουσία δεν ασκείται απευθείας από τους Τούρκους, ασκείται από τους κοτζαμπάσηδες (τους εντολοδόχους των Τούρκων), οι οποίοι κρατούν τους χωριάτες υποχείριους. Συνεπώς, ούτε σ΄ αυτή την περίοδο μπορούμε να μιλήσουμε για πολιτική ζωή. Όταν αρχίζει η Επανάσταση του 1821, διαπιστώνουμε από τη μια μεριά τον ηρωισμό του λαού και από την άλλη, σχεδόν αμέσως, την τεράστια αδυναμία να συγκροτηθεί μια πολιτική κοινωνία**. Την επομένη της πτώσης της Τριπολιτσάς αρχίζουν οι εμφύλιοι πόλεμοι.
 Δημοσιογράφος: Πού οφείλεται αυτή η «τεράστια αδυναμία να συγκροτηθεί μια πολιτική κοινωνία»; Ποιοι είναι οι λόγοι;
 Καστοριάδης: Ουδείς μπορεί να δώσει απάντηση στην ερώτησή σας για ποιο λόγο, κάποιος, σε μιαν ορισμένη στιγμή, δεν δημιούργησε κάτι. Η συγκρότηση ενός λαού σε πολιτική κοινωνία δεν είναι δεδομένη, δεν είναι κάτι που χαρίζεται, αλλά κάτι που δημιουργείται. Μπορούμε απλώς να διαπιστώσουμε ότι, όταν απουσιάζει μια τέτοια δημιουργία, τα χαρακτηριστικά της προηγούμενης κατάστασης διατηρούνται ή αλλάζουν μόνο μορφή.
 Δημοσιογράφος: Και ποια είναι τα χαρακτηριστικά αυτά στην ελληνική περίπτωση;
 Καστοριάδης: Ορισμένα τα εντοπίζουμε, ήδη, στους εμφύλιους πολέμους της Επανάστασης του 1821. Βλέπουμε, για παράδειγμα, ότι η νομιμοφροσύνη και η αλληλεγγύη έχουν τοπικό ή τοπικιστικό χαρακτήρα, ισχυρότερο συχνά από τον εθνικό. Βλέπουμε, επίσης, ότι οι πολιτικές κατατάξεις και διαιρέσεις είναι συχνά σχετικές με τα πρόσωπα των «αρχηγών» και όχι με ιδέες, με προγράμματα, ούτε καν με «ταξικά» συμφέροντα.
 Ένα ακόμη χαρακτηριστικό είναι η στάση απέναντι στην εξουσία. Στην Ελλάδα, μέχρι και σήμερα, το κράτος εξακολουθεί να παίζει τον ρόλο του ντοβλετιού, δηλαδή μιας αρχής ξένης και μακρινής, απέναντι στην οποία είμαστε ραγιάδες και όχι πολίτες. Δεν υπάρχει κράτος νόμου και κράτος δικαίου, ούτε απρόσωπη διοίκηση που έχει μπροστά της κυρίαρχους πολίτες. Το αποτέλεσμα είναι η φαυλοκρατία ως μόνιμο χαρακτηριστικό. Η φαυλοκρατία συνεχίζει την αιωνόβια παράδοση της αυθαιρεσίας των κυρίαρχων και των «δυνατών»: ελληνιστικοί ηγεμόνες, Ρωμαίοι ανθύπατοι, Βυζαντινοί αυτοκράτορες, Τούρκοι πασάδες, κοτζαμπάσηδες, Μαυρομιχάληδες, Κωλέττης, Δηλιγιάννης.
 Καστοριάδης: Σύμφωνα με την παραδοσιακή «αριστερή» άποψη, όλα αυτά τα επέβαλαν η Δεξιά, οι κυρίαρχες τάξεις και η μαύρη αντίδραση. Μπορούμε όμως να πούμε ότι όλα αυτά τα επέβαλαν στον ελληνικό λαό ερήμην του ελληνικού λαού; Μπορούμε να πούμε ότι ο ελληνικός λαός δεν καταλάβαινε τι έκανε; Δεν ήξερε τι ήθελε, τι ψήφιζε, τι ανεχόταν; Σε μιαν τέτοια περίπτωση αυτός ο λαός θα ήταν ένα νήπιο. Εάν όμως είναι νήπιο, τότε ας μη μιλάμε για δημοκρατία. Εάν ο ελληνικός λαός δεν είναι υπεύθυνος για την ιστορία του, τότε, ας του ορίσουμε έναν κηδεμόνα. Εγώ λέω ότι ο ελληνικός λαός -όπως και κάθε λαός- είναι υπεύθυνος για την ιστορία του, συνεπώς, είναι υπεύθυνος και για την κατάσταση, στην οποία βρίσκεται σήμερα.
 Καστοριάδης: Δεν δικάζουμε κανέναν. Μιλάμε για ιστορική και πολιτική ευθύνη. Ο ελληνικός λαός δεν μπόρεσε έως τώρα να δημιουργήσει μια στοιχειώδη πολιτική κοινωνία. Μια πολιτική κοινωνία, στην οποία, ως ένα μίνιμουμ, να θεσμισθούν και να κατοχυρωθούν στην πράξη τα δημοκρατικά δικαιώματα τόσο των ατόμων όσο και των συλλογικοτήτων.
 Καστοριάδης: Εκεί, αυτό έγινε! Ο μακαρίτης ο Γιώργος Καρτάλης έλεγε κάνοντάς μου καζούρα στο Παρίσι το 1956: «Κορνήλιε, ξεχνάς ότι στην Ελλάδα δεν έγινε Γαλλική Επανάσταση». Πράγματι, στην Ελλάδα δεν έχει υπάρξει εποχή που ο λαός να έχει επιβάλει, έστω και στοιχειωδώς, τα δικαιώματά του.  Και η ευθύνη, για την οποία μίλησα, εκφράζεται με την ανευθυνότητα της παροιμιώδους φράσης: «εγώ θα διορθώσω το ρωμέικο;».   -Ναι, κύριε, εσύ θα διορθώσεις το ρωμέικο, στο χώρο και στον τομέα όπου βρίσκεσαι


 Πηγή: Βιβλίο,  Η ελληνική ιδιαιτερότητα- Τόμος Β΄, εκδόσεις Κριτική - Κορνήλιος Καστοριάδης (Κωνσταντινούπολη, 11 Μαρτίου 1922- Παρίσι, 26 Δεκεμβρίου 1997) ήταν Έλληνας φιλόσοφος, οικονομολόγος και ψυχαναλυτής. Συγγραφέας του έργου Η Φαντασιακή Θέσμιση της Κοινωνίας, διευθυντής σπουδών στην Σχολή Ανωτέρων Σπουδών Κοινωνικών Επιστημών του Παρισιού από το 1979, και φιλόσοφος της αυτονομίας, υπήρξε ένας από τους μεγαλύτερους στοχαστές του 20ου αιώνα.

Λόγος υπέρ των κυνηγημένων και των αδυνάτων από τις εξουσίες

$
0
0
Ξένιος Δίας, ο Ικέσιος Δίας! Ο θεός των απανταχού ικετών ανεξαρτήτως φυλής, εθνικότητας, φύλου, κοινωνικής κατηγορίας, χρώματος, θρησκείας κ.λπ… Οι θεοί της Αγωνίας δεν είναι στον ελληνικό κόσμο μια μεταφυσική κατασκευή κάποιων ειδικών πολιτικών στοχαστών ή μεγάλων προφητών που ζουν εκτός κοινωνίας. Είναι κριτική σκέψη και βίωμα, μυροφόρος ανθός της Κοινωνίας των Πολιτών. Τα μυρωμένα χείλη των κυμάτων του Αιγαίου τραγουδούν αενάως τον απελευθερωτικό Λόγο των αρχαίων Ελλήνων φιλοσόφων και ποιητών. Αυτοί έθεσαν τα θεμέλια της Φιλοσοφίας, της Άμεσης Δημοκρατίας, της Επιστήμης και ερμήνευσαν τα κοινωνικά φαινόμενα με ένα πνεύμα ελευθερίας, δικαιοσύνης και ισότητας. Συγχρόνως, κάποιοι φιλόσοφοι υπήρξαν ηγέτες των πολιτικών κινημάτων της Άμεσης Δημοκρατίας εναντίον της τυραννίας… Αυτή είναι η αρχαιοελληνική απελευθερωτική πολιτισμική παράδοση και όχι η αποκρουστική βία των ακροδεξιών και των αγοραίων νεοφιλελεύθερων.



Ψάλλουν τα κύματα του Αιγαίου ως ραψωδοί τους στίχους των μεγάλων ποιητών. Όποιος δεν τους ακούει, είναι επειδή έχασε τη συμπαντική ακοή της ελευθερίας του παρελθόντος και του μέλλοντος, ακύρωσε την ομορφιά και το χρέος του παρόντος. Αυτό το διαχρονικό μοσχοβόλημα της πνευματικής δίνης των κυμάτων του Αιγαίου προσπαθεί να «πνίξει» η καθεστηκυία ντόπια και ευρωπαϊκή τάξη πραγμάτων, με τη σχεδιασμένη φρίκη του πνιγμού των μεταναστών και των προσφύγων στο Αιγαίο, στη Λαμπεντούζα και αλλού.

Ο λόγος υπέρ των κυνηγημένων και των αδυνάτων από τις εξουσίες ως πνευματική και ηθικο-πολιτική στάση ζωής ενός καθολικού ανθρωπισμού δίνεται με αριστοτεχνικό τρόπο από έναν τιτάνα της σκέψης, τον Αισχύλο, στο έργο του «Ικέτιδες». Έργο εκρηκτικά επίκαιρο στην παρηκμασμένη Ευρώπη, η ελίτ της οποίας δεν κυνηγά ανηλεώς μόνο τους μετανάστες και τους πρόσφυγες που συρρέουν από φτωχές χώρες της Ασίας και της Αφρικής, αλλά επιπροσθέτως μεταβάλλει ραγδαία σε εσωτερικούς πρόσφυγες και εσαεί σκλάβους τους λαούς του ευρωπαϊκού Νότου. Κατασκευάζει συνθήκες κοινωνικού εγκλεισμού, οι οποίες θα επεκταθούν και στους λαούς του Βορρά.

Ο Αισχύλος αναπλάθει έξοχα τον λαϊκό μύθο του Δαναού και των πενήντα θυγατέρων του, οι οποίες κατάγονται από την Ιώ και τον Δία. Φτάνουν κυνηγημένες στο Αργος, από τους πενήντα γιους του Αιγύπτου, ξαδέλφια μεταξύ τους, οι οποίοι θέλουν να τις παντρευτούν διά της βίας. Ο αρχαίος ποιητής θίγει το θέμα της πολιτικής βίας του δυνατότερου προς τον κατώτερο, την ανδρική βία προς τη γυναίκα, την ιερότητα του προσώπου, που πρέπει να υπερασπιζόμαστε ως κοινωνία, του κυνηγημένου, του μετανάστη και του πρόσφυγα, διότι τους προστατεύει, εκτός από τον Ξένιο Δία, ο Ικέσιος Δίας! Ο θεός των απανταχού ικετών ανεξαρτήτως φυλής, εθνικότητας, φύλου, κοινωνικής κατηγορίας, χρώματος, θρησκείας κ.λπ.

Αυτή είναι η αρχαιοελληνική απελευθερωτική πολιτισμική παράδοση και όχι η αποκρουστική βία των ακροδεξιών και των αγοραίων νεοφιλελεύθερων.
Χορός: «Ο Δίας των κυνηγημένων, βλέμμα
πονετικό να ρίξει στο κοπάδι μας
που αρμένισε το πέλαγος κινώντας
απ’ τους αμμουδερούς γιαλούς του Νείλου.
Φύγαμε αφήνοντας τη θεϊκιά
γη που με τη Συρία γειτονεύει,
όχι για φόνο εξορισμένες
με του λαού τη γνώμη, αλλ’ απ’ το μίσος
για συγγενείς μας άντρες και τη φρίκη
για γάμο ντροπιασμένο με του Αιγύπτου
τους άθεους γιους»(μετ. Τ. Ρούσσος, εκδ. Κάκτος)

Μέσω του Χορού της τραγωδίας, που είναι οι ίδιες οι κυνηγημένες γυναίκες, ο Αισχύλος θέτει το πρώτο καθολικό όριο του ικέτη: δεν πρέπει να έχει διαπράξει φόνο. Η αφαίρεση της ανθρώπινης ζωής είναι πράξη αποτρόπαια και ανίερη. Ταυτόχρονα προβάλλει ως αιτία της προσφυγιάς τους πως τα ξαδέλφια τους θέλουν με τη βία να τις παντρευτούν, δηλαδή είναι υποψήφιες για βιασμό και καθολική ανθρώπινη υποταγή στις δυνάμεις του μίσους.
Ο ποιητής-φιλόσοφος στοχάζεται κοσμογονικά πάνω στις οικουμενικές ανθρώπινες αξίες και όχι στα εφήμερα. Έχει εναποθέσει μια βόμβα ελευθερίας, σαν να έχει προβλέψει τις πολιτισμικές εξελίξεις στο βάθος των αιώνων, η βαρύτητα της οποίας δεν έχει επαρκώς αξιολογηθεί. Οι κόρες του Δαναού, που έχουν ελληνική καταγωγή από την πλευρά της Ιώς, την οποία είχε ερωτευθεί ο Δίας και η Ήρα από ζήλια μετέτρεψε σε δαμάλι, επιστρέφουν στην πατρίδα των προγόνων, το Αργος, για να σωθούν, αλλά πλέον δεν είναι λευκές∙ είναι μαύρες! Έχουν γίνει «μελανθές ηλιόκτυπον γένος» (μελαψό και ηλιοκαμένο γένος).
Είναι άλλου χρώματος και φυλής, αυτό τις κάνει ακόμα περισσότερο συνεσταλμένες μπροστά στους βωμούς, πράγμα το οποίο δηλώνει ο πατέρας τους Δαναός:
«Θαρρώ το πιο καλό πως είναι, κόρες,
εδώ, στων Αγωνίων θεών τον τόπο,
να μαζευτείτε. Πιότερο από κάστρο
βαστά γερά ο βωμός, άπιαστη ασπίδα.
Εμπρός λοιπόν, βιαστείτε, και κρατώντας
σεμνόπρεπα στ’ αριστερά σας χέρια
λευκοστεφάνωτα κλαδιά ικεσίας,
σύμβολο και τιμή του Ικέσιου Δία,
στους ξένους ν’ απαντάτε, όπως ταιριάζει
σε πρόσφυγες, με λόγια μετρημένα».

Ο Πελασγός, βασιλιάς του Άργους, όταν τις αντικρίζει, εκπλήσσεται με το χρώμα τους, αλλά ουδόλως εμμένει σε αυτό ως διαχωριστικό φυλετικό και ρατσιστικό στοιχείο: «Μοιάζετε περισσότερο με τις γυναίκες της Αφρικής και διόλου με τις ντόπιες».
Αντίθετα, από θέση ισότητας θέλει να μάθει τα βάσανά τους. Η βόμβα ελευθερίας των οικουμενικών αξιών θα εκρήγνυται πλέον στα ανθρώπινα κύτταρα και στους δημόσιους θεσμούς ανά τους αιώνες με το απελευθερωτικό της περιεχόμενο. Για όλους τους ανθρώπους υπάρχουν οι κοινοί «θεοί της Αγωνίας», της αλληλεγγύης και της αδελφοσύνης. Συμπάσχουν και ενεργοποιούν τον καθολικό ανθρωπισμό από τον τόπο που τους γέννησε, την αρχαία Ελλάδα, προς κάθε γωνιά της χειμαζόμενης ανθρωπότητας και του αιματοβαμμένου πλανήτη μας. Είναι γροθιά στο στομάχι του ολοκληρωτισμού και της παγκοσμιοποίησης.

Όταν πάψουν οι άνθρωποι να πιστεύουν στους θεούς της Αγωνίας, δηλαδή στο κοινό τους πεπρωμένο, τότε οι κοινωνίες υποδουλώνονται σε αποκτηνωμένες εξουσίες που σκορπούν το μίσος και τον όλεθρο με φενακισμένα κοσμοείδωλα κέρδους και ισχύος. Οι θεοί της Αγωνίας δεν είναι στον ελληνικό κόσμο μια μεταφυσική κατασκευή κάποιων ειδικών πολιτικών στοχαστών ή μεγάλων προφητών που ζουν εκτός κοινωνίας. Είναι κριτική σκέψη και βίωμα, μυροφόρος ανθός της Κοινωνίας των Πολιτών. Κατακτήθηκε με μεγάλα κοινωνικά κινήματα Αμεσης Δημοκρατίας συμπορευόμενα με τη Φιλοσοφία, έγινε τρόπος ζωής και διαπέρασε τον λαϊκό πολιτισμό.
Αυτή την κοινωνία των πολιτών υπερασπίστηκε ως οπλίτης ο Αισχύλος στη μάχη του Μαραθώνα κατά των Περσών. Έχοντας πλήρη γνώση λοιπόν αυτής της τεράστιας πολιτισμικής κατάκτησης του ανθρώπου βάζει τον Χορό των γυναικών να ζητά να αποφασίσει άμεσα ο βασιλιάς του Άργους, την προστασία τους από τους εκδικητικούς γιους του Αιγύπτου, διακινδυνεύοντας πολεμική σύρραξη ανάμεσα στο Αργος και την Αίγυπτο. Ο Πελασγός τούς διαμηνύει πως, αν και βασιλιάς, δεν έχει δικαίωμα να πάρει τέτοια απόφαση χωρίς τη γνώμη των πολιτών που εκφράζεται διά της «ψήφου».
Όντως, η λύτρωση των γυναικών προσφύγων επέρχεται από την ομόφωνη απόφαση της Συνέλευσης των πολιτών του Άργους.

Χορός: «Καλόβολη για μας έδωσαν ψήφο
και τους ικέτες σέβονται του Δία,
το δύστυχό μας τούτο εδώ κοπάδι.
Κι ούτε με την απόφασή τους
χαρίστηκαν στους άντρες,
των γυναικών καταφρονώντας το δίκιο».
Ασπρες σπιλιάδες του Αιγαίου σπέρνουν αενάως πνοές των «Αγωνίων Θεών»
Αναγεννούν την Ελλάδα των «Αγωνίων Θεών»
Απαιτούν την Ευρώπη των «Αγωνίων Θεών»


[ΠΗΓΗ: Παναγιώτης Γεωργουδής, Η Ελλάδα των «Αγωνίων Θεών», άρθρο στην ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΤΩΝ ΣΥΝΤΑΚΤΩΝ 04-052014]

Η Δημιουργία ως μητρότητα: τα πράγματα ζωγραφίζονται στη μητρική τους γλώσσα

$
0
0
Είναι ιστορικά ανθεκτική η κοινοτοπία πως ο άνδρας δημιουργεί με το μυαλό και η γυναίκα με το σώμα, γεγονός αναμφισβήτητο ασφαλώς όσο και το ακριβώς αντίστροφο. Για καιρό επικρατούσε η άποψη ότι η καλλιτεχνική κυοφορία μιας μεγάλης ιδέας είναι ανδρική μοίρα, η οποία έρχεται ίσως να ολοκληρώσει την ανδρική βιολογία, καθώς και ότι η μητρότητα είναι η θηλυκή εκδοχή της έννοιας Δημιουργία. Ολοένα και περισσότερο πλέον, η επιθυμία έρχεται να διορθώσει τη βιολογία ή, για την ακρίβεια, την κατεστημένη κοινωνική βιολογία. Από την άλλη, δεν είναι εύκολο ή σκόπιμο να υποστηρίξει κανείς ότι η επιθυμία δεν πηγάζει από τη βιολογία, ακόμα κι όταν η πρώτη πηγαίνει κόντρα στη δεύτερη, σαν ένα ατίθασο τέκνο. Η βιολογία είναι γεφυρωμένη με την επιθυμία, ακόμα κι αν είναι δεμένες από την ουρά.


H καλλιτεχνική κυοφορία μιας μεγάλης ιδέας είναι ανδρική μοίρα, η οποία έρχεται ίσως να ολοκληρώσει την ανδρική βιολογία, καθώς και ότι η μητρότητα είναι η θηλυκή εκδοχή της έννοιας Δημιουργία
Οι γυναίκες δημιουργοί είναι πάντοτε σε εσωτερικό διάλογο (που όλο και συχνότερα εξωτερικεύεται) με συσσωρευμένα συμπλέγματα και κάποιες φορές καταφέρνουν να ξεκολλήσουν από το κούτελό τους την ετικέτα «γυναικεία τέχνη». Πρόκειται για μια ειρωνική ταυτολογία που το αρνητικό της πρόσημο έχει καβαλήσει την ουσιαστική της αξιολόγηση. Είναι ένα σημαίνον που φέρει νοθευμένο σημαινόμενο, χάνοντας την περιγραφική του ουδετερότητα. Το ζήτημα δεν είναι τελικά να ξεκολλήσει η καλλιτέχνις την ετικέτα «γυναικεία τέχνη», αλλά να ξαναπατήσει με τη γραφίδα της τα γράμματα μέχρι να γίνουν ανάγλυφα. Κάποια στιγμή το χαρτί θα υποχωρήσει στα αλλεπάλληλα περάσματα της γραφίδας και θα αποκαλυφθεί ό,τι αληθινό υπάρχει πίσω του, καλό ή κακό. Όταν εκείνη παραδεχτεί ότι αυτό που κάνει είναι γυναικείο, μιας που είναι γυναίκα, τότε το δημιούργημά της θα πάψει να θεωρείται «ροζ» και θα αρχίσει να είναι˙ ένα νέο δικό της Ροζ – σοβαρό, φωτεινό, έξυπνο. Θα μπορέσει έτσι το έργο της να αποτελέσει μια ξεδιάντροπη γιορτή του οράματός της – οράματος σκοτεινού; φωτεινού; άχρωμου; πολύχρωμου; σπαραχτικού; συναισθηματικού; εγκεφαλικού; – και πάντως όχι μια μίζερη αισθητική απολογία.

Ποιος φοβάται το Ροζ;
Η Βασιλική Κοσκινιώτου δεν φοβάται το Ροζ. Μερικές φορές, μάλιστα, η ζωγραφική της επιμένει σ’ αυτό˙ το Ροζ κάνει την εμφάνισή του σε διάφορους τόνους και πυκνότητες, ως καθαρό λάδι ή ως θρυμματισμένο λαδοπαστέλ, ενώ άλλοτε κρύβεται πίσω από επιφάνειες (χωρίς όμως να αποχωρεί)˙ γίνεται η ψυχή του μαύρου ή χρησιμοποιείται με μια νέα σκούρα ευαισθησία. Δείτε, για παράδειγμα, τον ουρανό στο κεντρικό έργο της έκθεσης με τίτλο «Δήμητρα». Είναι μια Ροζ επιφάνεια, πολύ περισσότερο τοιχογραφία παρά αέρας. Ένας περίκλειστος, επινοημένος ουρανός. Ένας ουράνιος τοίχος, χαρακωμένος με αδρότητα από πρωτόγονα ρόδια, βιολετίζει σαν άυλο μούχρωμα, κι όμως είναι ταυτοχρόνως έτοιμος να διαλυθεί στις σκόνες του, σαν νωπό φρέσκο της Πομπηΐας που θα το καταργήσει η βροχή. Στο κέντρο του ουρανού ένα φεγγάρι-ήλιος-αυγό (τρεις συμβολικές μορφές, τις οποίες η Κοσκινιώτου συνταυτίζει στο ίδιο φαινόμενο) διχοτομείται και μας δίνει την αίσθηση ότι όλος ο ουράνιος τοίχος έχει βγει μέσα από το κέλυφός του, σαν ένα μελάτο αυγό που στέγνωσε. Η καλλιτέχνις ζωγραφίζει επίμονα τη διαδικασία και την εσωτερική σοφία της μητρότητας, εγκολπωμένης κυριολεκτικά στο σώμα των τελάρων της. Ο θεατής νιώθει περήφανος μπροστά στην περήφανη, τολμηρά Γυναικεία, ζωγραφική της.
Η καλλιτέχνις δεξιώνεται τα χρώματα, που υποβάλλουν τη φωτεινότητά τους στα μεγάλα της τελάρα και στις μικρότερες ζωγραφιές της, ερχόμενα κατευθείαν από τη φλέβα της Δημιουργίας ως μητρότητας και όχι της Μητρότητας ως δημιουργίας. Στην έκθεση της Κοσκινιώτου τα πράγματα ζωγραφίζονται στη μητρική τους γλώσσα. Η «πατρίδα» γίνεται «μητρίδα» στο όνομα όχι της μητριαρχίας αλλά της τέχνης. Το αρσενικό δεν απουσιάζει από τα κυκλικά σύμπαντα του συγκεκριμένου καλλιτεχνικού σώματος, θα λέγαμε μάλιστα ότι η παρουσία του είναι παντού, με τη ζωοφόρο μορφή της βροχής ή της φλέβας ή ως λωρίδα που διασχίζει τους αυγόσχημους κύκλους της Κοσκινιώτου.

Ο ελευσίνιος κανόνας
Οι συμβολισμοί των Ελευσίνιων Μυστηρίων έχουν βρει στην Κοσκινιώτου τη μυστική εικονογράφο τους, η οποία διασχίζει την μακρά τελετουργία της γιορτής, παρακάμπτει την κατάποση του παραισθησιογόνου Κυκεώνα, και – διατηρώντας την διαύγεια του Λόγου της – φτάνει στην περιοχή των συμβολοποιημένων εννοιών, τις οποίες αναδεικνύει μέσα από ένα ιδιοσυγκρασιακό κράμα αφαίρεσης και εξπρεσιονισμού. Βοηθώντας αναδρομικά την Περσεφόνη, φτιάχνει για χάρη της ένα μητρικό περιβάλλον, ένα τρυφερό κουκούλι ασφαλείας. Κάθε θεατής, ισόβιο τέκνο μιας μάνας και ενός πατέρα, θέλγεται από την χρωματική καλοσύνη των έργων της καλλιτέχνιδος και θέλει να εισχωρήσει στο περιβάλλον τους, σαν ένας φυτικός σπόρος από την αρχή σπαρμένος.

Κάθε θεατής, ισόβιο τέκνο μιας μάνας και ενός πατέρα, θέλγεται από την χρωματική καλοσύνη των έργων της καλλιτέχνιδος και θέλει να εισχωρήσει στο περιβάλλον τους
‘Οταν ο Άδης ρουφάει στα βάθη του την Περσεφόνη, η Δήμητρα και η Κόρη κορυφώνουν την διπλή τους φύση. Αυτές οι δυο γυναίκες - άνθρωποι δέντρα, άνθρωποι κλαριά, άνθρωποι καρποί – ορθώνουν την ένωση της αιώνιας Φύσης με την ανθρώπινη προσωρινότητα στα ύψη του Συμβόλου. Ο δεσμός ανθρώπινης αδυναμίας και φυσικής/φυτικής παντοδυναμίας αποκαλύπτεται στην διπλή ανάγνωση του μύθου. Ανθρωποκεντρικά, η Δήμητρα είναι μια πενθούσα μάνα και η Περσεφόνη μια νεκρή κόρη. Φυσιοκεντρικά, «Δήμητρα» είναι η γη και «Περσεφόνη» είναι ένας σπόρος που ξαναμπήκε στη γη, για να φυτρώσει εκ νέου. Αν ενώσουμε πλεκτά τις δύο αναγνώσεις, βλέπουμε τον κύκλο της φυσικής ζωής να αγκαλιάζει τον άνθρωπο ως αναπόσπαστο μέρος του. Η απελπισμένη αναζήτηση της άνοιξης, όσο και η συμφιλίωση με το τέλος της, είναι ο απαράβατος κυκλικός κανόνας της ανθρώπινης μοίρας.

Κυκλικές γέφυρες
Η καλλιτέχνις φέρνει στην Επιφάνεια την ψυχή της φυσιολογίας της (ή και αντιστρόφως) χρησιμοποιώντας ως μυστ-αγωγούς κάποια επαναλαμβανόμενα σχεδιαστικά μοτίβα. Το κυρίαρχο είναι ο κύκλος, ένας κύκλος που εμφανίζεται σε διάφορες παραλλαγές. Ελλειπτικός, αυγόσχημος, κενός σαν δαχτυλίδι, μισογεμάτος σαν φεγγάρι, ιπτάμενος σαν διάφανη φούσκα, προστατευτικός σαν στρογγυλός περίβολος ενός μικρού σπιτιού, σχεδόν τετραγωνισμένος με σπείρες στο εσωτερικό του, άλλοτε διακεκομμένος, σπανίως άρρηκτος. Οι μεταμορφώσεις του κύκλου είναι δεκάδες στους πίνακες της Κοσκινιώτου, αλλά αποτελούν εκφάνσεις του ίδιου φαινομένου. Πρόκειται για το ποιητικό υπερηχογράφημα της κυοφορούσας θεάς Δήμητρας! Η εξαιρετική ευελιξία των ωαρίων, που σφραγίζουν την γονιμότητα του καμβά, προσομοιάζεται από τις πλατιές χρωματικές κηλίδες με τα χαλαρά, ελαστικά τους περιγράμματα.
Η προσαρμοστικότητα των κυκλικών περιγραμμάτων αναδεικνύεται μέσα από την αγαπητική σχέση των αυγόσχημων κύκλων με τις γραμμές, τις βροχές, τις λωρίδες ή – ας πούμε, αναπόφευκτα – με κάθε φαλλική επίσκεψη. Παρατηρεί κανείς την τεμνόμενη σχέση της περιφέρειας κάθε κύκλου με το μοτίβο της διαπεραστικής γραμμής, που, άλλοτε σκληρή σαν ηλιαχτίδα κι άλλοτε ελεύθερη σαν βροχόπτωση, επιφέρει στο Αυγό μια διχοτόμηση. Η διχοτόμηση αυτή είναι ωστόσο το πιο προφανές – αρκεί να συγκρίνει κανείς τους κύκλους στα τελάρα και θα διαπιστώσει το μοτίβο. Εκείνο που έχει μια επιπλέον σημασία είναι η εκ νέου προσαρμογή του διχοτομημένου κύκλου στην καινούργια κατάσταση.
Στο έργο «Έναστροι Ψίθυροι» έχουμε ένα γλαφυρό παράδειγμα αυτής της περίπτωσης. Ο βασικός κύκλος στο αριστερό πάνω μέρος της σύνθεσης κόπηκε σε δύο ετεροβαρή μέρη και – τι ειρηνικό! – αμέσως προσαρμόστηκε στο νέο του περιβάλλον. Η αριστερή μπλε λωρίδα του πίνακα μοιάζει να είναι η πιο αρσενική, με ανδρικές φιγούρες να υποννούνται πίσω από τις γαλάζιες σερπαντίνες που κρέμονται από ψηλά, σαν διαχωριστικό επουράνιας πόρτας (στολισμένες με στίχους αντί για χάντρες). Το τμήμα του κύκλου που βρίσκεται εκεί είναι επιζωγραφισμένο με ροζ χρώμα. Πάνω στον αρσενικό ουρανό που προβάλλει από το άνοιγμα της πόρτας, το αυγό κυριολεκτικά λάμπει, προσαρμοσμένο στην ίδια τη διαφορετικότητά του. Το κυρίως μέρος του πίνακα, το δεξί, διογκωμένο σαν το δεξί εγκεφαλικό ημισφαίριο ενός προσώπου κυριευμένου από το πλάτος των συναισθημάτων του, φιλοξενεί κατεξοχήν θηλυκά αρχέτυπα.

Βρισκόμαστε στην χώρα όπου το μυαλό κυοφορεί και το σώμα μιλάει

Καταρχάς, ο βασικός κύκλος που εξετάζουμε, στο τμήμα αυτό, είναι πλήρως προσαρμοσμένος στο περιβάλλον του, στην κατάσταση πριν την γονιμοποίηση (;), ενώ δίπλα του ένα σωρό ιπτάμενες φούσκες κουβαλούν στην κοιλιά τους μικρά σπίτια, των οποίων η στέγη είναι στραμμένη ως βελάκι προς το ακέφαλο σώμα της γυναίκας που κάθεται οκλαδόν στη γη. Τι σημαίνουν όλα αυτά; Παραβλέποντας τον κίνδυνο της υπερερμηνείας, θα ήθελα να παρατηρήσω την θαυμάσια γέφυρα μεταξύ των δύο φύλων, αλλά και των δύο υποστάσεων που παρατηρήσαμε νωρίτερα στην Δήμητρα και την Περσεφόνη (γυναίκα ως αλληγορία της φύσης), που στήνει η Κοσκινιώτου σ’ αυτό το έργο. Το σώμα της γυναίκας, ενωμένο με την καταπράσινη γη, είναι όντως ακέφαλο; Ψυχικά, όχι. Το σώμα της γυναίκας είναι μάλλον ασώματο και το κεφάλι της είναι μεταμορφωμένο σε μια λωρίδα ουρανού γεμάτη καταφύγια. Στο πλάι ένας τετραγωνισμένος κύκλος με μια σπείρα στο κέντρο του βρέχει επίσης προς το μέρος της. Είναι ο Ζεύς που έγινε βροχή για να κατακτήσει αυτή τη φορά τη Δήμητρα;  Στο έργο «Περσεφόνη» θα δούμε το μοτίβο της βροχής να επαναλαμβάνεται στη σύνθεση. Λαμπρή βροχή, πρωταγωνιστική, παχιά και ολόχρυση.
Το ασώματο σώμα – ένας ακόμα ελεύθερος κύκλος, ένα διάφανο αυγό προσαρμοσμένο ακριβώς στο φόντο του – είναι καθισμένο πάνω σε όρθιους στίχους που το διαπερνούν σαν ανθισμένα λουλούδια, το γεμίζουν, συμπληρώνουν την σαρκικότητά του με λόγο. Βρισκόμαστε στην χώρα όπου το μυαλό κυοφορεί και το σώμα μιλάει. Η γυναίκα που κάθεται οκλαδόν, με την πλάτη της προς τον θεατή, είναι μια Δήμητρα καθισμένη στο καλλίχωρον φρέαρ. Όμως στο έργο της Κοσκινιώτου, αυτή η αφανής Αγέλαστος Πέτρα όπου κάθεται το γυναικείο περίγραμμα, βαφτισμένη στη λύπη της πενθούσας Δήμητρας, είναι εδώ μια πέτρα που, μελαγχολικά, μειδιά…

Η γραμμή και η κηλίδα
Τα βασικά αναπαραστατικά μοτίβα της Βασιλικής Κοσκινιώτου είναι οι ελαστικοί κύκλοι και οι πολυμορφικές γραμμές. Τα δομικά υλικά των μοτίβων είναι τα λάδια και τα λαδοπαστέλ καθώς και τα χειρόγραφα γράμματα. Η Ιάμβη βάζει το χεράκι της και στα δύο. Φέρνει στα μάτια μας το γέλιο των χρωμάτων και τους στίχους στα ιαμβικά της μέτρα. Η λέξη ίαμβος προέρχεται από την Ιάμβη και είναι βεβαίως το γνωστό αρχαίο ελληνικό μέτρο της απαγγελόμενης ποίησης. Δεν μας προκαλεί έκπληξη ότι στην πλειονότητα των έργων της η Βασιλική Κοσκινιώτου χρησιμοποιεί στίχους ποιητών ως δομικό μέρος της όλης σύνθεσης. Ο Νίκος Καρούζος, η Κατερίνα Αγγελάκη-Ρουκ, η Σαπφώ, αλλά και πεζογράφοι, όπως η Ρέα Γαλανάκη (και, προς μεγάλη μου χαρά, η καλλιτέχνις έχει εντάξει φράσεις και από τη δική μου «Μελανίππη») εισχωρούν στις εικόνες της ζωγράφου, ως άλλες γραμμές, βροχές, στήλες λόγου που στυλώνουν τα έργα της στα δύο πόδια του ζωγραφικού (θρ) ιάμβου.
Δεν είναι τυχαίο ίσως ότι το παστέλ ήταν το αγαπημένο χρώμα των συμβολιστών στα τέλη του 19ου αιώνα. Παρότι η Κοσκινιώτου ακολουθεί πολύ περισσότερο την ποιητική του Πάουλ Κλε και του Χουάν Μιρό, ο συμβολισμός είναι αναπόσπαστο μέρος του προβληματισμού της. Ο θεωρητικός Ζαν Κλαιρ ονομάζει το παστέλ «καθαρή έκφραση ευαισθησίας» και συνεχίζει λέγοντας ότι το μεγάλο του προτέρημα είναι ότι «είναι ταυτόχρονα γραμμή και κηλίδα, εγχάραξη και επικάλυψη, σχήμα και χρώμα», μιαγεφυρωτική ιδιότητα που θαύμασε πολύ και ο Ματίς. Στο εγκώμιο του παστέλ («Σκέψεις για την κατάσταση των εικαστικών τεχνών», εκδ. Σμίλη), ο Κλαιρ συνεχίζει, χαρακτηρίζοντας δίχως να το ξέρει τα λαδοπαστέλ της Κοσκινιώτου (!), «η χρωματιστή σκόνη ξυπνάει στη μνήμη μας εκείνη την άχνη του ταλκ που αναπνέαμε όταν ήμασταν μωρά [...] αλλά και κάτι που συνδέεται τόσο οργανικά [...] με το μυστήριο της γέννησης και του θανάτου». Βεβαίως ο Κλαιρ εγκωμιάζει το παστέλ και όχι το λαδοπαστέλ. Έχει σημασία. Η Κοσκινιώτου δεν περνάει από το ορυκτό στο αέριο (όπως περιγράφει ο Κλαιρ το ξηρό παστέλ) αλλά συμπεριλαμβάνει και αξιοποιεί την υγροποίηση που προσθέτει το λάδι στο παστέλ, κάνοντάς το να συνομιλεί τόσο όμορφα με τα λάδια. Η καλλιτέχνις βάζει την υγρότητα στο αδρό σύννεφο του παστέλ και περικλείει όλα τα στοιχεία της φύσης στο κυκλικό τοπίο της.

Το βάθος της επιφάνειας
Ό,τι είναι να ειπωθεί λέγεται οριζοντίως και όχι κατακόρυφα, απέναντι και όχι προς τα κάτω
Στα «Τοπία Μετάβασης» της ζωγράφου το βάθος έχει έρθει στην επιφάνεια και σχεδόν δεν υπονοείται. Η σύνθεση είναι ακριβώς αυτό που βλέπουμε, χωρίς να σημαίνει ότι δεν έχει ενσωματωθεί το βάθος στην επιφάνειά της. Ο αμφιβληστροειδής γιορτάζει τις έννοιες, όχι ως σχήματα λόγου αλλά ως σχήματα δράσης. Η προοπτική του βάθους είναι καταργημένη. Δεν κοιτάζουμε τη γη μέσα από το στόμιο ενός πηγαδιού. Το πηγάδι έχει κοπεί στα δύο, εγκάρσια, μαζί με το νερό και τη γη από κάτω. Κοιτάζουμε τη γη από το πλάι. Ό,τι είναι να ειπωθεί λέγεται οριζοντίως και όχι κατακόρυφα, απέναντι και όχι προς τα κάτω. Μην ψάξετε πίσω από τον καμβά. Η καλλιτέχνις μιλάει πεντακάθαρα. Κάθεται στην γελαστή της πέτρα και απλώνει τις γέφυρές της προς το μέρος μας. 


[ΠΗΓΗ: Μαρία Γιαγιάννου, Γεφυρισμοί, για τη γελαστή μητρότητα στο έργο της εικαστικού Βασιλικής Κοσκινιώτου – αναρτήθηκε στoν ιστότοπο BOOKPRESS: http://www.bookpress.gr/]

Κορνήλιος Καστοριάδης, Υστερόγραφο για την πολιτική ασημαντότητα της εποχής μας που έχει όμως τηλεοπτική φωτογένεια

$
0
0
Οι πολιτικοί είναι ανίσχυροι. Αυτό είναι βέβαιο. Το μόνο που μπορούν να κάνουν είναι να «πηγαίνουν με το ρεύμα», δηλαδή να εφαρμόζουν μια υπερ – φιλελεύθερη πολιτική, η οποία είναι της μόδας. Κατά τη γνώμη μου, δεν πρόκειται για πολιτικούς αλλά για μικροπολιτικούς που επιδίδονται σε ψηφοθηρία με οποιοδήποτε μέσον, με το marketing, κλπ. Ουσιαστικά, αυτοί οι άνθρωποι δεν έχουν κανένα πρόγραμμα. Στόχος τους είναι : είτε η παραμονή τους στην εξουσία, είτε η επιστροφή τους σ’ αυτήν. Και για να τον πετύχουν, είναι ικανοί για όλα…  Οπωσδήποτε, υπάρχει ενδογενής σχέση ανάμεσα στη μηδαμινή πολιτική αυτού του είδους – ουσιαστικά, πρόκειται για το μη γίγνεσθαι της πολιτικής – και στην ασημαντότητα που χαρακτηρίζει την εποχή μας. Είναι το πνεύμα του καιρού μας. Όλα συνεργούν προς αυτήν την κατεύθυνση, προς τα ίδια αποτελέσματα. Όλα οδηγούν στην ασημαντότητα. Περίεργο επάγγελμα η πολιτική, ακόμη κι αυτή εδώ η μηδαμινή πολιτική. Γιατί;




Απ όλα τα χαρακτηριστικά του σύγχρονου κόσμου – κρίσεις, αντιφάσεις, αντιθέσεις, τομές - εκείνο που με εντυπωσιάζει περισσότερο είναι η ασημαντότητα.Ας πάρουμε τη διαμάχη ανάμεσα στη Δεξιά και την Αριστερά. Στις ημέρες μας έχει χάσει το νόημα της.  Όχι επειδή δεν υπάρχει υλικό, για να τροφοδοτηθεί μια πολιτική διαμάχη, και μάλιστα μια πολύ σοβαρή διαμάχη. Αλλά επειδή τόσο η Δεξιά όσο και η Αριστερά, λίγο έως πολύ, λένε τα ίδια πράγματα.

Στη Γαλλία το 1983 οι Σοσιαλιστές ακολούθησαν κάποια πολιτική. Μετά, ήρθε η Δεξιά με τον Μπαλλαντύρ και ακολούθησε την ίδια πολιτική. Μετά, ξανάρθαν οι Σοσιαλιστές με τον Μπερεγκοβουά και συνέχισαν την ίδια πολιτική. Μετά, ξανά η Δεξιά με τον Μπαλλαντύρ και ξανά η ίδια πολιτική. Μετά, ο Σιράκ κέρδισε τις εκλογές λέγοντας « εγώ θα κάνω κάτι άλλο » και, τελικά, έκανε κι αυτός τα ίδια.

Οι πολιτικοί είναι ανίσχυροι. Αυτό είναι βέβαιο. Το μόνο που μπορούν να κάνουν είναι να «πηγαίνουν με το ρεύμα», δηλαδή να εφαρμόζουν μια υπερ – φιλελεύθερη πολιτική, η οποία είναι της μόδας. Κατά τη γνώμη μου, δεν πρόκειται για πολιτικούς αλλά για μικροπολιτικούς που επιδίδονται σε ψηφοθηρία με οποιοδήποτε μέσον, με το marketing, κλπ. Ουσιαστικά, αυτοί οι άνθρωποι δεν έχουν κανένα πρόγραμμα. Στόχος τους είναι : είτε η παραμονή τους στην εξουσία, είτε η επιστροφή τους σ’ αυτήν. Και για να τον πετύχουν, είναι ικανοί για όλα. Ο Μπιλ Κλίντον, για παράδειγμα, στήριξε την προεκλογική του εκστρατεία αποκλειστικά και μόνον στις μετρήσεις · το επιτελείο του, σε κάθε περίπτωση, θεωρούσε ότι η επικρατούσα γνώμη μιας μέτρησης ταυτίζεται με την κοινή γνώμη…
Οπωσδήποτε, υπάρχει ενδογενής σχέση ανάμεσα στη μηδαμινή πολιτική αυτού του είδους – ουσιαστικά, πρόκειται για το μη γίγνεσθαι της πολιτικής – και στην ασημαντότητα που χαρακτηρίζει τους άλλους τομείς την ασημαντότητα στις τέχνες, στη φιλοσοφία, στη λογοτεχνία. Είναι το πνεύμα του καιρού μας. Όλα συνεργούν προς αυτήν την κατεύθυνση, προς τα ίδια αποτελέσματα. Όλα οδηγούν στην ασημαντότητα. Περίεργο επάγγελμα η πολιτική, ακόμη κι αυτή εδώ η μηδαμινή πολιτική. Γιατί; Διότι προϋποθέτει δύο ικανότητες που δεν συνδυάζονται μεταξύ τους.

Η πρώτη ικανότητα είναι η κατάκτηση της εξουσίας (μπορεί να έχει κανείς τις καλύτερες ιδέες, αλλά αυτό δεν χρησιμεύει, εάν δεν έχει κατακτήσει την εξουσία ). Η δεύτερη είναι, μετά την κατάκτηση της εξουσίας, να την αξιοποιήσει κανείς, δηλαδή να κυβερνήσει. Τίποτα όμως δεν εγγυάται ότι κάποιος που είναι ικανός να κυβερνήσει, είναι επίσης ικανός να ανέβει στην εξουσία. Στο παρελθόν, στις απόλυτες μοναρχίες, η άνοδος στην εξουσία προϋπέθετε να κολακεύει κανείς τον βασιλιά ή να είναι ευνοούμενος της Μαντάμ Πομπαντούρ. Σήμερα, στις ψευδο – δημοκρατίες μας, η άνοδος στην εξουσία προϋποθέτει να κολακεύει κανείς την κοινή γνώμη ή να έχει τηλεοπτική φωτογένεια.

Χρησιμοποίησα τον όρο «ψευδο – δημοκρατία», διότι ανέκαθεν πίστευα και πιστεύω ότι η λεγόμενη « αντιπροσωπευτική δημοκρατία » δεν είναι αληθινή δημοκρατία. Οι αντιπρόσωποι της ελάχιστα αντιπροσωπεύουν τους εκλογείς. Κατά κύριο λόγο, αντιπροσωπεύουν τον εαυτό τους, ιδιαίτερα συμφέροντα, λόμπυ, κ. λπ. Όταν λέμε ότι κάποιος με αντιπροσωπεύει για τέσσερα χρόνια, χωρίς να έχω τη δυνατότητα ανάκλησης του, αυτό σημαίνει ότι απεκδύομαι της κυριαρχίας μου. ( Ο Ζαν – Ζακ Ρουσσώ το έχει πολύ καλά διατυπώσει : «οι Άγγλοι νομίζουν ότι είναι ελεύθεροι, επειδή εκλέγουν τους αντιπροσώπους τους κάθε πέντε χρόνια, πλην όμως είναι ελεύθεροι μόνον μία ημέρα κάθε πέντε χρόνια – την ημέρα των εκλογών».) Το πρόβλημα δεν είναι μήπως στις εκλογές γίνει νοθεία και αλλοιωθούν τα αποτελέσματα. Αλλού έγκειται το πρόβλημα. Οι εκλογές είναι υπονομευμένες, διότι οι επιλογές των ψηφοφόρων έχουν καθοριστεί εκ των προτέρων. Θα σας θυμίσω μια φράση του Αριστοτέλη:«Ποιος είναι πολίτης ; Πολίτης είναι ο ικανός να κυβερνήσει και να κυβερνηθεί».

Στη Γαλλία, υπάρχουν τριάντα εκατομμύρια πολίτες. Γιατί δεν είναι ικανοί να κυβερνήσουν; Διότι όλη η πολιτική ζωή στοχεύει ακριβώς στο να μη μαθαίνουν οι πολίτες πώς να κυβερνούν και, τελικά, να εμπιστεύονται στους ειδικούς το έργο της διακυβέρνησης. Υπάρχει δηλαδή μια αντι – πολιτική εκπαίδευση. Ενώ οι άνθρωποι έπρεπε να αναλαμβάνουν όλων των ειδών τις πολιτικές ευθύνες και να παίρνουν ανάλογες πρωτοβουλίες, τελικά, εθίζονται στο να ακολουθούν και να ψηφίζουν τις πολιτικές επιλογές που άλλοι τους παρουσιάζουν έτοιμες. Στις νεωτερικές κοινωνίες – ας πούμε από την εποχή της Αμερικανικής και της Γαλλικής Επανάστασης έως περίπου τον Β “ Παγκόσμιο Πόλεμο – υπήρχαν φλέγουσες κοινωνικές και πολιτικές συγκρούσεις. Αυτούς τους δύο αιώνες τους σημάδεψαν σημαντικοί αγώνες. Τότε, οι άνθρωποι έκαναν διαδηλώσεις. Όμως δεν διαδήλωναν απλώς για μια σιδηροδρομική γραμμή (χωρίς αυτό να είναι περιφρονητέο), αλλά για μεγάλα πολιτικά ιδεώδη. Τότε, οι άνθρωποι έκαναν απεργίες. Όμως δεν απεργούσαν απλώς για τα μικρά συντεχνιακά συμφέροντα τους, αλλά για μεγάλα ζητήματα που αφορούσαν όλους τους μισθωτούς.
Σήμερα, παρατηρείται σαφής υποχώρηση της πολιτικής δραστηριότητας. Όσο οι άνθρωποι εγκαταλείπουν την πολιτική δραστηριότητα και αποσύρονται στην ιδιωτική τους σφαίρα, τόσο οι γραφειοκράτες και οι μικροπολιτικοί προελαύνουν. Και οι τελευταίοι έχουν για δικαιολογία ότι «ο κόσμος δεν κάνει τίποτα… γι’ αυτόν τον λόγο αναλαμβάνουμε εμείς πρωτοβουλίες…». Με τη σειρά του ο κόσμος λέει ότι «δεν αξίζει τον κόπο να ανακατευόμαστε… φθάνουν τόσοι που ασχολούνται, στο κάτω – κάτω τι μπορούμε να κάνουμε εμείς ;…». Και έτσι δημιουργείται φαύλος κύκλος. Η υποχώρηση της πολιτικής δραστηριότητας συνδέεται και με την κατάρρευση των μεγάλων πολιτικών ιδεολογιών, είτε επαναστατικών είτε ρεφορμιστικών, οι οποίες ήθελαν πραγματικά να αλλάξουν την κοινωνία. Για χίλιους δυο λόγους, αυτές οι ιδεολογίες έχασαν το κύρος τους – έπαψαν να ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις των καιρών, στις προσδοκίες των ανθρώπων, στην κατάσταση της κοινωνίας, στην ιστορική εμπειρία.
Η κατάρρευση του κομμουνισμού και η διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης είναι ένα κεφαλαιώδες γεγονός. Κατονομάστε μου όμως έστω έναν πολιτικό – για να μην πω πολιτικάντη – της Αριστεράς, ο οποίος πράγματι να συλλογίστηκε τι συνέβη και γιατί. Ποιος πολιτικός της Αριστεράς αποκόμισε κάποια διδάγματα από τα γεγονότα αυτά; Κι όμως η πορεία του κομμουνισμού – η πορεία προς τη θηριωδία, τον ολοκληρωτισμό, τα Γκουλάγκ έως την κατάρρευση – απαιτεί οπωσδήποτε πολύ βαθύ στοχασμό και συναγωγή συμπερασμάτων. Στοχασμό, για το τι ένα κίνημα – που θέλει να αλλάξει την κοινωνία – μπορεί ή δεν μπορεί, πρέπει ή δεν πρέπει, οφείλει ή δεν οφείλει να κάνει. Στην προκειμένη περίπτωση οι κύριοι της Αριστεράς παίρνουν ένα ολοστρόγγυλο μηδέν.
Πώς δημιουργείται, λοιπόν, ο καλός πολίτης ; Ποιες ιδιότητες πρέπει να διαθέτει ; Πρέπει να έχει γενικές ή ειδικές γνώσεις; Και τελικά, ποιοι πολίτες πρέπει να κυβερνούν; Αυτό το δίλημμα έχει τεθεί από τον Πλάτωνα. Ο Πλάτων έλεγε ότι οι φιλόσοφοι – αυτοί που έχουν γενική θεώρηση των πραγμάτων και είναι πάνω από τους ειδικούς – πρέπει να βασιλεύουν, δηλαδή να κυβερνούν. Η εναλλακτική λύση στις θέσεις του Πλάτωνος είναι η αθηναϊκή δημοκρατία.
Ας πάμε στην Αθήνα του 5 ου και 4 ου π. Χ. αιώνα. Για τους Αθηναίους εκείνης της εποχής κάθε πολίτης, ανεξαιρέτως κάθε πολίτης, είναι ικανός να κυβερνήσει (θυμίζω ξανά τη διατύπωση του Αριστοτέλη : « πολίτης είναι ο ικανός να κυβερνήσει και να κυβερνηθεί »). Και πώς γίνεται αυτό ; Με κλήρωση ! Ρίχνουν κλήρο ! Γιατί; Διότι πιστεύουν έμπρακτα ότι η πολιτική δεν είναι υπόθεση των ειδικών. Διότι πιστεύουν ότι δεν υπάρχει πολιτική επιστήμη. Υπάρχει μόνον γνώμη - δόξα » στα αρχαία ελληνικά – περί της πολιτικής. Και θέλω να υπογραμμίσω ότι η ιδέα πως η πολιτική δεν αποτελεί υπόθεση των ειδικών και πως όλες οι γνώμες έχουν ίσην αξία, είναι η μόνη λογική δικαιολόγηση της αρχής της πλειοψηφίας.

Στην αρχαία Αθήνα, λοιπόν, τις πολιτικές αποφάσεις τις παίρνει ο λαός και όχι οι ειδικοί. Υπάρχουν όμως και εξειδικευμένες δραστηριότητες. Οι Αθηναίοι ασφαλώς δεν ήταν τρελοί να νομίζουν ότι τα ξέρουν όλα… Τι έκαναν, τότε, οι πολίτες της αρχαίας Αθήνας σε σχέση με αυτό το θέμα ; Πώς το αντιμετώπισαν; Έκαναν κάτι πάρα πολύ ενδιαφέρον. Δημιούργησαν τις εκλογές. Σωστά ή λάθος, πάντως τις δημιούργησαν. Και αυτό είναι γεγονός ιστορικά τεκμηριωμένο.
Για τις εξειδικευμένες δραστηριότητες και μόνον γι’ αυτές – για την κατασκευή ναυπηγείων, για την ανέγερση ναών, για τη διεξαγωγή του. πολέμου – χρειάζονται οι ειδικοί ! Και αυτούς, τους ειδικούς, οι Αθηναίοι πολίτες τους εκλέγουν! Να ποιο είναι το νόημα των εκλογών. Διότι εκλογές σημαίνει εκλογή των καλυτέρων. Αλλά πώς μπορεί να επιτευχθεί κάτι τέτοιο; Πώς επιτυγχάνεται η εκλογή των καλυτέρων ; Εδώ υπεισέρχεται ο όρος «εκπαίδευση του λαού». Ο λαός καλείται να επιλέξει, να εκλέξει. Οι Αθηναίοι, λοιπόν, εκλέγουν κάποιον για πρώτη φορά. Έστω ότι κάνουν λάθος. Έστω, ότι διαπιστώνουν, για παράδειγμα, πως ο Περικλής είναι ένας θλιβερός στρατηγός. Τι κάνουν σε μιαν τέτοια περίπτωση; Απλούστατα, δεν τον ξαναεκλέγουν ή τον ανακαλούν.
Όμως, προκειμένου να έχει ουσία η γνώμη – η « δόξα »- των πολιτών για τα κοινά, θα πρέπει να έχει καλλιεργηθεί. Αλλά με ποιον τρόπο καλλιεργούν τη « δόξα » τους τη σχετική με τη διακυβέρνηση οι Αθηναίοι πολίτες ; Μα βέβαια κυβερνώντας ! Ως εκ τούτου, η αθηναϊκή δημοκρατία – και αυτό είναι το σημαντικό αποτελεί μια υπόθεση εκπαίδευσης και αγωγής των πολιτών. ( Αυτή η καίριας σημασίας διάσταση, καθώς όλοι γνωρίζουμε, λείπει εντελώς σήμερα.) Πρόσφατα, ένα γαλλικό περιοδικό δημοσίευσε τα αποτελέσματα μιας έρευνας, σύμφωνα με την οποία το 60% των βουλευτών στη Γαλλία ομολογούν ότι δεν έχουν ιδέα από οικονομία ! Πρόκειται για τους βουλευτές, που αποφασίζουν να αυξηθούν ή να μειωθούν οι φόροι, που αποφασίζουν συνεχώς, ενώ δεν έχουν ιδέα από οικονομία… Τελικά, οι βουλευτές, όπως και οι υπουργοί, είναι υπόδουλοι των τεχνικών συμβούλων τους. Συμβουλεύονται τους δικούς τους ειδικούς, πλην όμως έχουν και οι ίδιοι προκαταλήψεις ή προτιμήσεις.
Εάν παρακολουθήσετε από κοντά τη λειτουργία μιας κυβέρνησης ή ενός μεγάλου γραφειοκρατικού μηχανισμού, θα διαπιστώσετε ότι οι κυβερνώντες και οι υπεύθυνοι εμπιστεύονται τους ειδικούς. Ωστόσο, επιλέγουν πάντα εκείνους τους ειδικούς που συμμερίζονται τις δικές τους απόψεις. Πάντα βρίσκεται ένας οικονομολόγος που θα πει «ναι, κύριε υπουργέ, όπως το λέτε πρέπει να γίνει». Πάντα βρίσκεται ένας ειδικός για θέματα στρατιωτικά που θα πει «ναι, χρειάζεται πυρηνικός εξοπλισμός» ή «όχι, δεν χρειάζεται πυρηνικός εξοπλισμός» και ούτω καθεξής… Πρόκειται για ένα εντελώς ανόητο παιχνίδι, πλην όμως έτσι κυβερνόμαστε σήμερα.
Επανέρχομαι στο δίλημμα : «ο πολίτης πρέπει να έχει γενικές ή ειδικές γνώσεις;». Η δική μου απάντηση : πρώτον, οι ειδικοί στην υπηρεσία των πολιτών και όχι στην υπηρεσία κάποιων πολιτικών δεύτερον, οι πολίτες κυβερνώντας μαθαίνουν να κυβερνούν… Αλλά, για να είναι σε θέση οι άνθρωποι να ασχοληθούν με τα κοινά, θα πρέπει να έχουν λάβει την ανάλογη παιδεία. Όμως, η σύγχρονη παιδεία δεν έχει απολύτως καμία σχέση με αυτό το αίτημα. Στο σχολείο, ουσιαστικά, παίρνουμε εξειδικευμένες γνώσεις.

Το σχολείο θα έπρεπε να είναι ιδιαιτέρως στραμμένο στα κοινά. Στο σχολείο θα έπρεπε να αναλύεται σε βάθος κάθε τι που αφορά τους οικονομικούς, τους κοινωνικούς και τους πολιτικούς μηχανισμούς. Θα έπρεπε να υπάρχουν μαθήματα πραγματικής ανατομίας της σύγχρονης κοινωνίας. Αλλά τι λέω τώρα… Εδώ τα σχολεία είναι ανίκανα να διδάξουν ακόμη και Ιστορία. Τα παιδιά βαριούνται στο μάθημα της Ιστορίας, ένα μάθημα που θα έπρεπε να είναι συναρπαστικό. Πολλά πράγματα πρέπει να αλλάξουν, εάν θέλουμε να μιλήσουμε για αληθινή εκπαιδευτική δραστηριότητα στο πολιτικό πεδίο. Κάτι τέτοιο, προϋποθέτει αλλαγή των θεσμών. Προϋποθέτει νέους θεσμούς που να επιτρέπουν – και όχι να αποτρέπουν, όπως οι σήμερον ισχύοντες – την ενεργό συμμετοχή των πολιτών στα κοινά.


[πηγή: ΚΟΡΝΗΛΙΟΣ ΚΑΣΤΟΡΙΑΔΗΣ – ΥΣΤΕΡΟΓΡΑΦΟ ΣΤΗΝ ΑΣΗΜΑΝΤΟΤΗΤΑ, ΕΙΜΑΣΤΕ ΥΠΕΥΘΥΝΟΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΜΑΣ – ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΠΟΛΙΣ 2000]

Πότε θ'ανθίσουνε τούτοι οι τόποι, πότε θα ’ρθουνε καινούργιοι ανθρώποι να συνοδεύσουνε τη βλακεία στην τελευταία της κατοικία;

$
0
0
   «Αδιαφορώ... για την δόξα. Με φυλακίζει μες στα πλαίσια που καθορίζει εκείνη κι όχι εγώ.
   Πιστεύω... στο τραγούδι που μας αποκαλύπτει και μας εκφράζει εκ βαθέων, κι όχι σ'αυτό που κολακεύει τις επιπόλαιες και βιαίως αποκτηθείσες συνήθειές μας.
   Περιφρονώ... αυτούς που δεν στοχεύουν στην αναθεώρηση και στην πνευματική νεότητα, τους εύκολα "επώνυμους"πολιτικούς και καλλιτέχνες, τους εφησυχασμένους συνομήλικους, τη σκοτεινή και ύποπτη δημοσιογραφία καθώς και την κάθε λογής χυδαιότητα.
   Έτσι κατάφερα να ολοκληρώσω την τραυματισμένη από την παιδική μου ηλικία προσωπικότητα, καταλήγοντας να πουλώ "λαχεία στον ουρανό"και προκαλώντας τον σεβασμό των νεοτέρων μου μια και παρέμεινα ένας γνήσιος Έλληνας και Μεγάλος Ερωτικός» (Την Κυριακή συμπληρώνονται 20 χρόνια από το θάνατο του Μάνου Χατζιδάκι, στις 15 Ιουνίου του 1994)
Ο Χατζιδάκις συμβολίζει τη φωτεινή Ελλάδα. Την Ελλάδα που δεν χωράει στην αρένα της ευτέλειας.


   Συμβολίζει την Ελλάδα που δε λερώνεται από την απρέπεια, από την αμάθεια, από την ευήθεια. Ο Χατζιδάκις είναι εκείνη η Ελλάδα που κάθε σύγκριση της εξουσίας μαζί της αποκαλύπτει πόσο «γυμνός είναι ο βασιλιάς».
   Η ευαισθησία και η αισθητική του Χατζιδάκι, η αυθεντική του λαϊκότητα που βρισκόταν σε αμείλικτο πόλεμο με τον λαϊκισμό («λαϊκό – έλεγε - είναι ό,τι ασχολείται με τον άνθρωπο και προέρχεται από τον άνθρωπο»), η διαδρομή μιας ζωής κόντρα στην εμπορευματοποίηση και στον εκχυδαϊσμό της τέχνης, έβρισκαν την απόλυτη αντανάκλασή τους στην οξεία κριτική του ματιά προς τους «από πάνω» και στη διαρκή του άρνηση σε συμβιβασμούς προκρούστιους για την σκέψη του. «Ποιοι θα μας κυβερνήσουνε μελλοντικά, στην Ενωμένη Ευρώπη;» τον ρώτησαν όταν η Ελλάδα έμπαινε στην τότε ΕΟΚ. Απάντησε: «Ελπίζω για τους επερχόμενους, μια δημογεροντία του πνεύματος κι όχι η άγια κι αποστολική οικογένεια του πρίγκηπος Φρανκενστάιν»…

Ο πατριωτισμός των φασιστών έχει τόση σχέση με την πατρίδα, όση σχέση μπορεί να έχουν με τον πατριωτισμό τα άλογα επειδή συμμετέχουν στις παρελάσεις»...  
 Η τελευταία φορά που ο Χατζιδάκις ανέβηκε στη σκηνή ήταν στις 22 Φεβρουαρίου 1993. Και ήταν για να διευθύνει την Ορχήστρα των Χρωμάτων, στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, σε μια συναυλία αφιερωμένη σε ένα… «ανεπίκαιρο» θέμα: Στον αγώνα ενάντια στον ναζισμό και τον φασισμό. Αυτό συνέβη 20 και πλέον χρόνια πριν… (σαν να μην πέρασε ούτε μια μέρα;)
   Στο έντυπο πρόγραμμα της συναυλίας με τον υπότιτλο «Οι βρικόλακες επιστρέφουν» κατέθετε και τις δικές του «σκέψεις και παρατηρήσεις για το αναζωογονημένο φαινόμενο του Νεοναζισμού». Μεταξύ άλλων σημείωνε ο Μάνος Χατζιδάκις:

 «Ο φασισμός στις μέρες μας φανερώνεται με δύο μορφές. 'Η προκλητικός, με το πρόσχημα αντιδράσεως σε πολιτικά ή κοινωνικά γεγονότα, που δεν ευνοούν την περίπτωσή τους, ή παθητικός μες στον οποίο κυριαρχεί ο φόβος για ό,τι συμβαίνει γύρω μας. Ανοχή και παθητικότητα λοιπόν. Κι έτσι εδραιώνεται η πρόκληση. Με την ανοχή των πολλών. Προτιμότερος ο αργός και σιωπηλός θάνατος από την αντίδραση του ζωντανού κι ευαίσθητου οργανισμού που περιέχουμε. Το φάντασμα του κτήνους παρουσιάζεται ιδιαιτέρως έντονα στους νέους. Εκεί επιδρά και το marketing. Η επιρροή από τα ΜΜΕ ενός τρόπου ζωής που ευνοεί το εμπόριο. Κι όπως η εμπορία των ναρκωτικών ευνοεί τη διάδοσή τους στους νέους, έτσι και η μουσική, οι ιδέες, ο χορός και όσα σχετίζονται με τον τρόπο ζωής τους έχουν δημιουργήσει βιομηχανία με τεράστια και αφάνταστα οικονομικά ενδιαφέροντα. Και μη βρίσκοντας αντίσταση από μια στέρεη παιδεία όλα αυτά δημιουργούν ένα κατάλληλο έδαφος για να ανθίσει ο εγωκεντρισμός, η εγωπάθεια, η κενότητα και φυσικά κάθε κτηνώδες ένστιχτο στο εσωτερικό τους. Προσέξτε το χορό τους με τις ομοιόμορφες στρατιωτικές κινήσεις, μακριά από κάθε διάθεση επαφής και επικοινωνίας. Το τραγούδι τους με τις συνθηματικές επαναλαμβανόμενες λέξεις, η απουσία του βιβλίου και της σκέψης από την συμπεριφορά τους και ο στόχος για μια άνετη σταδιοδρομία κέρδους και εύκολης επιτυχίας. Βιώνουμε μέρα με τη μέρα περισσότερο το τμήμα του εαυτού μας - που ή φοβάται ή δεν σκέφτεται, επιδιώκοντας όσο γίνεται περισσότερα οφέλη. Ώσπου να βρεθεί ο κατάλληλος "αρχηγός"που θα ηγηθεί αυτού του κατάπτυστου περιεχομένου μας. Και τότε θα 'ναι αργά για ν'αντιδράσουμε».
  «Όποιος δε φοβάται το πρόσωπο του τέρατος, πάει να πει ότι του μοιάζει. Η πιθανή προέκταση του αξιώματος είναι, να συνηθίσουμε τη φρίκη, να μας τρομάζει η ομορφιά (...) Η υποταγή ή ο εθισμός σε μια τέτοια συνύπαρξη, ή συνδιαλλαγή, δεν προκαλεί τον κίνδυνο της αφομοίωσης ή της λήθης, του πώς πρέπει, του πώς οφείλουμε να σκεφτόμαστε, να πράττουμε και να μιλάμε; Αναμφισβήτητα αρχίσαμε να το ανεχόμαστε. Και η ανοχή πολλαπλασιάζει τα ζώα στη δημόσια ζωή, τα ισχυροποιεί και τα βοηθά να συνθέσουν με ακρίβεια τη μορφή του τέρατος που προΐσταται, ελέγχει και μας κυβερνά. Η μορφή του τέρατος είναι αποκρουστική. Όταν όμως το πρόσωπο του τέρατος πάψει να μας τρομάζει, τότε πρέπει να φοβόμαστε... γιατί αυτό σημαίνει ότι έχουμε αρχίσει να του μοιάζουμε (…)».
   «Αυτό το “τέρας”! Άλλοτε καμουφλαρισμένο και άλλοτε ξεδιάντροπα προκλητικό έχει γιγαντωθεί, έχει αποκτήσει πολλές μορφές. Τα πλοκάμια του απειλούν θεούς και δαίμονες».
   «Ο νεοναζισμός, ο φασισμός, ο ρατσισμός και κάθε αντικοινωνικό και αντιανθρώπινο φαινόμενο συμπεριφοράς δεν προέρχεται από ιδεολογία, δεν περιέχει ιδεολογία, δεν συνθέτει ιδεολογία. Είναι η μεγεθυμένη έκφραση -εκδήλωση του κτήνους που περιέχουμε μέσα μας χωρίς εμπόδιο στην ανάπτυξή του, όταν κοινωνικές ή πολιτικές συγκυρίες συντελούν, βοηθούν, ενισχύουν τη βάρβαρη και αντιανθρώπινη παρουσία του.
   Η μόνη αντιβίωση για την καταπολέμηση του κτήνους που περιέχουμε είναι η Παιδεία. Η αληθινή παιδεία και όχι η ανεύθυνη εκπαίδευση και η πληροφορία χωρίς κρίση και χωρίς ανήσυχη αμφισβητούμενη συμπερασματολογία. Αυτή η παιδεία που δεν εφησυχάζει ούτε δημιουργεί αυταρέσκεια στον σπουδάζοντα, αλλά πολλαπλασιάζει τα ερωτήματα και την ανασφάλεια. Όμως μια τέτοια παιδεία δεν ευνοείται από τις πολιτικές παρατάξεις και από όλες τις κυβερνήσεις, διότι κατασκευάζει ελεύθερους και ανυπότακτους πολίτεςμη χρήσιμους για το ευτελές παιχνίδι των κομμάτων και της πολιτικής. Κι αποτελεί πολιτική “παράδοση” η πεποίθηση πως τα κτήνη, με κατάλληλη τακτική και αντιμετώπιση, καθοδηγούνται, τιθασεύονται.(…). Κι είναι φορές που το κτήνος πολλαπλασιαζόμενο κάτω από συγκυρίες και με τη μορφή “λαϊκών αιτημάτων και διεκδικήσεων” σχηματίζει φαινόμενα λοιμώδους νόσου που προσβάλλει μεγάλες ανθρώπινες μάζες και επιβάλλει θανατηφόρες επιδημίες».

Ο πολιτικός Χατζιδάκις μοιάζει να είναι σήμερα περισσότερο από κάθε άλλη περίοδο παρών. Κείμενα δικά του και δηλώσεις του σε συνεντεύξεις αποτυπώνουν τη διορατικότητα που είχε στην εποχή του.

Ήταν πνεύμα ελεύθερο, ακηδεμόνευτο, που έδειχνε ακόμη και το δρόμο τον οποίο έπρεπε να είχε σήμερα η κατακερματισμένη Αριστερά. Πίστευε πως «η Αριστερά οφείλει να περιέχει κάθε άνθρωπο με ανησυχίες. Κάθε άνθρωπος που δεν συμβιβάζεται είναι αριστερός».Συνεπώς υπό αυτή την έννοια ήταν κι αυτός αριστερός. Το επιβεβαιώνει και η θέση του απέναντι σε ένα γεγονός παρόμοιο με αυτό που συνέβη στον Αλέξη Γρηγορόπουλο. Το 1990 είχε γίνει η δίκη του αστυνομικού Αθ. Μελίστα, ο οποίος είχε σκοτώσει τον 15άχρονο Μιχάλη Καλτεζά κατά τη διάρκεια επεισοδίων στα Εξάρχεια. Ο αστυνομικός είχε μόλις αθωωθεί από το Εφετείο. Ο Πάνος Λουκάκος θυμάται (στο βιβλίο του «Η Αθέατη Οψη: Τύπος και Πολιτική στη Μεταπολίτευση») τον Μάνο Χατζιδάκι να μπαίνει αργοπορημένος ένα βράδυ στο σπίτι του Δημήτρη Χορν όπου είχε καλέσει μια παρέα για φαγητό. Οι καλεσμένοι του ήταν κυρίως του καλλιτεχνικού χώρου και συμφωνούσαν με την απόφαση του δικαστηρίου να αθωώσει έναν αστυνομικό που είχε πυροβολήσει και σκοτώσει το αγόρι, με το αιτιολογικό ότι τελούσε εν αμύνει καθώς ο 15άχρονος του είχε ρίξει μια μολότοφ. Υποστήριζαν οι καλλιτέχνες ότι ορθώς πυροβολεί ένας αστυνομικός όταν ο ίδιος κινδυνεύει να καεί. Ο Μάνος Χατζιδάκις όμως είχε άλλη άποψη: «Όταν έχω να κρίνω ανάμεσα σ'ένα παιδί 15 χρόνων, που πετάει μολότοφ, κι έναν τριαντάρη εκπαιδευμένο αστυνομικό, που κρατάει πιστόλι, εγώ είμαι με το μέρος του παιδιού και όχι του αστυνομικού» τους είπε, προσθέτοντας αυτό που θα έλεγε ο καθείς σήμερα: «Εκτιμώ βαθύτατα ένα παιδί που εξεγείρεται και βγαίνει στους δρόμους για να διαμαρτυρηθεί, έστω κι αν υπερβάλλει, έστω και αν κρατάει μολότοφ. Και δεν εκτιμώ καθόλου έναν αστυνομικό που το πυροβολεί».

Η Ποίηση των γηπέδων και η τρίπλα των ονείρων λογοτεχνών της Θεσσαλονίκης

$
0
0
άκουγε τις καμπάνες που βαρούν
και τ'ορειχάλκου τις δονήσεις
όπου τρυπάν τον καθαρό
 - του Κυριακάτικου πρωινού - αγέρα
άραγες οι καμπάνες τι να μηνούν ;
θα τις ακολουθήσουν μήπως
ύμνοι       τραγούδια       χαρές
ή πολυβόλα θ'αντηχήσουνε απαίσια
να σπείρουνε τον όλεθρο ολούθε ;
ένα σας λέω :
όλοι να τρέξουνε αμέσως
στα γκωλ –ποστ παιδιά !
στα γκωλ -ποστ ! στα γκωλ -ποστ
άγρυπνοι - ακοίμητοι φρουροί -
πανέτοιμοι
το μάτι εδώ εκεί να γρηγορούμε
μην αρχινίσουνε να πέφτουνε τα τέρματα
βροχή και ηττηθούμε (Νίκος Εγγονόπουλος, Τα γκωλ – ποστ του)




Το Μουντιάλ βρίσκεται προ των πυλών και άρχισε ήδη να αποτελεί θέμα για διάφορες εφημερίδες και περιοδικά της χώρας. Πληροφορίες για τις ομάδες των ομίλων, για τους αντιπάλους της δικιάς μας Εθνικής, για τις συνθήκες ζωής της Βραζιλίας, τη διαφορά θερμοκρασίας στη διάρκεια της ημέρας και τα απρόβλεπτα καιρικά φαινόμενα στη χώρα του Αμαζονίου, τις φαβέλες, τον κίνδυνο διαδηλώσεων και ταραχών από τους καρτονέρος και τους άστεγους των τενεκεδουπόλεων που ψωμολυσσάνε ψάχνοντας στα σκουπίδια τον επιούσιό τους, ενώ σκορπίζονται αφειδώς δισεκατομμύρια στον τζόγο του ποδοσφαίρου. Κι όμως, σε λίγες ημέρες, όλοι θα τα ξεχάσουμε όλα αυτά, και, σαν μαγνητισμένοι, θα στηθούμε στους δέκτες μας για να θαυμάσουμε γκολ και θέαμα από τις υπερομάδες του πλανήτη. Θαρρείς πιστοί θρησκευόμενοι που κοινωνούμε αίμα και σώμα Κυρίου, με φωτισμένους αγίους και Αποστόλους τον Μέσι, τον Ρονάλντο, τον Νεϊμάρ, τον Τζέραλντ ή τον Ριμπερί.

Σ’ αυτά τα αφιερώματα, που είναι τελείως συμβατικά και αθηνοκεντρικά, θα παρελάσει ο Καμύ ως πρώην τερματοφύλακας, ο Παζολίνι, ως οπαδός της ομάδας του Τορίνο και όχι της Γιουβέντους, θα ξαναδιαβαστεί το ποίημα του Εγγονόπουλου Τα Γκωλ ποστ
Τα ψαγμένα λογοτεχνικά έντυπα και οι εφημερίδες του λεκανοπεδίου με τις πρωτιές στις εβδομαδιαίες και μηνιαίες κυκλοφορίες, άρχισαν ήδη και τα πρώτα αφιερώματα για τη σχέση του ποδοσφαίρου με τις τέχνες (ζωγραφική, κινηματογράφος, λογοτεχνία κτλ.). Έχει γίνει πια κάτι σαν έθιμο ή μόδα, παραμονές Μουντιάλ ή πανευρωπαϊκού πρωταθλήματος (ιδίως όταν η εθνική μας ομάδα τυχαίνει να βρίσκεται στην τελική φάση κάποιας διοργάνωσης) να αναρτώνται κείμενα για το ποδόσφαιρο στη λογοτεχνία. Πάντα σ’ αυτά τα αφιερώματα, που είναι τελείως συμβατικά και αθηνοκεντρικά, θα παρελάσει ο Καμύως πρώην τερματοφύλακας, θα διευκρινιστεί πως ο Παζολίνι, ως αριστερών πεποιθήσεων, ήταν οπαδός της ομάδας του Τορίνο και όχι της Γιουβέντους, θα ξαναδιαβαστεί το ποίημα του Εγγονόπουλου Τα Γκωλ ποστ (Οι Κοιλάδες με τους ροδώνες), θα αναφερθεί το όνομα του Μανόλη Αναγνωστάκη ως «βαμμένου παοκτσήκαι μετέπειτα οπαδού του Απόλλωνος Αθηνών» (δεν θα γίνει όμως καμία αναφορά για τις απόψεις του για το αθηναϊκό κατεστημένο της εποχής του, που στερούσε από τις ομάδες της Θεσσαλονίκης τίτλους κατά συρροή), θα μνημονευτεί το μάλλον μέτριο μυθιστόρημα τουΔημήτρη Μίγγα «Στα ψέματα παίζαμε» (ενδιαφέρον μόνο ως προς την τεχνική του να αφηγείται τα γεγονότα αντίστροφα, από το σήμερα στο χθες) ενώ θα αποσιωπηθούν εξαιρετικά προηγούμενα διηγήματά του (Μαύρη θύελλα από το «Των κεκοιμημένων», και Η τρίπλα των ονείρων από το «Της Σαλονίκης μοναχά…»), που είχαν σχέση με λούμπεν ανδρικούς χαρακτήρες που ασχολούνταν με το ποδόσφαιρο σε ερασιτεχνικά σωματεία, θα ξαναζήσουμε και το υπερεκτιμημένο «Η φανέλα με το εννιά» του πολύ καλού πεζογράφου και αθηναιογράφου Μένη Κουμανταρέα, που όμως, πέρα από το ενδιαφέρον του θέματός του και της ομότιτλης ταινίας του, δείχνει σε πολλά σημεία πόσο λίγη σχέση είχε ο άνθρωπος με την μπάλα, όταν βάζει έναν παραγκωνισμένο από τον προπονητή και πρόεδρο της ομάδας (τον ηθοποιό Θανάση Μυλωνά, λίγους μήνες πριν τον χαμό του από καρκίνο, σε ηλικία μόλις 51 ετών) ποδοσφαιρικό αστέρα (όρα Στράτο Τζώρτζογλου, στα οργισμένα νιάτα του) να του χτυπάει, περασμένα μεσάνυχτα, την πόρτα του σπιτιού του για να του ζητήσει σε έντονο τόνο και ύφος εξηγήσεις (ούτε ο μέγας Κούδας τόλμησε να το κάνει αυτό στον κάποτε πολύ πρόεδρο του ΠΑΟΚ Γιώργο Παντελάκη, που του στερούσε τη φυγή του στον Ολυμπιακό …). Και φυσικά, όλες οι ανθολογήσεις, οι αναφορές των συγγραφέων, οι παραπομπές, οι μαρτυρίες, τα ποιήματα ή τα αποσπάσματα των εν λόγω αφιερωμάτων έχουν να κάνουν με το, άλλοτε, ισχυρό ΠΟΚ. Τον ισόβιο εν Ελλάδι πρωταθλητή Ολυμπιακό, τον Παναθηναϊκό και την ΑΕΚ, τις τρεις μεγαλύτερες ομάδες του λεκανοπεδίου.

Υπάρχει σημαντικός αριθμός βορειοελλαδιτών λογοτεχνών που έχουν περάσει στη λογοτεχνία τη βαθιά αγάπη τους για τις ιστορικές ομάδες της Θεσσαλονίκης
Λειτουργώντας περισσότερο συμπληρωματικά, παρά γκρινιάρικα (καθότι αδικημένος Θεσσαλονικιός, που του στερούν κάθε χρόνο οι διαιτητές βαθμούς κτλ, κτλ.) –όχι ότι αυτή η εκ βορείων συνόρων της Αυτοκρατορίας γκρίνια δεν έχει κάποια βάσιμη αιτία και εξήγηση– θέλω να θυμίσω απλώς πράγματα που δεν νομίζω πως θα αναφερθούν ποτέ σε αφιέρωμα, αναφορικά με τη σχέση της λογοτεχνίας με το ποδόσφαιρο, σε οποιοδήποτε έντυπο της ημεδαπής. Να θυμίσω, λοιπόν, πως υπάρχει σημαντικός αριθμός βορειοελλαδιτών λογοτεχνών που έχουν περάσει στη λογοτεχνία τη βαθιά αγάπη τους για τις ιστορικές ομάδες της Θεσσαλονίκης (Άρης, Πάοκ, Ηρακλής και Απόλλων Καλαμαριάς). Να θυμίσω τον ύμνο του Θωμά Κοροβίνη (βραβευμένου πεζογράφου) με το βιβλίο του «Τρία ζεϊμπέκικα και ένα ποίημα για τον Γιώργο Κούδα» (εκδ. μικρός Ιανός), που τον στολίζει με τόσα εγκωμιαστικά και επαινετικά επίθετα, που όμοιά τους υπάρχουν μόνο στα εγκώμια της Παναγίας. Τον επίσης βραβευμένο θεσσαλονικιό πεζογράφο Γιώργο Σκαμπαρδώνη που πέρασε την αγάπη του για τον ιστορικό Γηραιό, την ομάδα του Ηρακλέους, σε πολλά του διηγήματα (με αποκορύφωμα, κατά τη γνώμη μου, το υπέροχο Η-Η-ΗΡΑΚΛΗΘ!, από τη συλλογή διηγημάτων Πάλι κεντάει ο στρατηγός), αλλά και τον πρόωρα χαμένο, επίσης πεζογράφο, Αλμπέρτο Ναρ, που και αυτός, φανατικός Ηρακλειδέας, έγραψε ζουμερά διηγήματα για το ποδόσφαιρο. Κείμενα των Πάνου Θεοδωρίδη, Γιώργου Γκόζη(ιδίως από το πρώτο του βιβλίο «Ο νυχτερινός στο βάθος», που απέσπασε σπουδαίες κριτικές, όπου κάποιοι ήρωές του, ως αγνοί θρησκευόμενοι, τρώνε ντουζλαμά (χοντροκομμένο πατσά) και συζητούν για την αγαπημένη ομάδα τους, τον ΠΑΟΚ), αναφορές του σπουδαίου διηγηματογράφου Περικλή Σφυρίδηγια το γήπεδο, τα αθλήματα και την ομάδα του Άρεως, της οποίας, επί πολλά χρόνια, υπήρξε γιατρός, σατιρικά καβαφίζοντα ποιήματα του πρόσφατα χαμένου Μίμη Σουλιώτη,τα λευκώματα και τα διηγήματα του εξαιρετικού δραμινού πεζογράφου Βασίλη Τσιαμπούση για την ιστορική ομάδα της Δόξας Δράμας, αλλά και αναφορές σε βιβλία των Γιώργου Ιωάννου, Τόλη Καζαντζή, Γιώργου Αναστασιάδη (επιμελήθηκε τον εξαιρετικό τόμοΣτα γήπεδα η πόλη αναστενάζει,από τις εκδόσεις Ιανός), Τηλέμαχου Αλαβέρα, Σπύρου Βούγια, Παναγιώτη Γούτα, και πολλών ακόμη γνωστών ή άγνωστων λογοτεχνών. Όλη αυτήν την τελευταία λογοτεχνική συγκομιδή σε κανένα σοβαρό αφιέρωμα για τη σχέση ποδοσφαίρου και λογοτεχνίας, σε αθηναϊκό έντυπο, δεν θα τη συναντήσετε ποτέ. Ο νοών νοήτω…

Νιώθουμε, καμιά φορά, εδώ στα ακρότατα όρια της Αυτοκρατορίας, όπως οι βάρβαροι του Καβάφη ή του Κουτσί, δύσμορφοι, προβληματικοί, διαφορετικοί, πρωτόγονοι, καθυστερημένοι. Όπως περιορισμένο είναι το αντίκρισμα της λογοτεχνίας που γράφουμε, έτσι νιώθουμε να συμβαίνει και με το κύρος των ομάδων, που, από μικρά παιδιά, αγαπάμε. 

Μπάλα αληθινή, μαγική, θεϊκή, δίχως σκοπιμότητες και κρυφά συμφέροντα, από τους ζογκλέρ των ανά τον κόσμο εθνικών ομάδων, που γνωρίζουν καλύτερα από τον καθένα μας για το τι σημαίνει «ποίηση των γηπέδων»

Μου το επεσήμανε, κάποτε, ο σημαντικός πεζογράφος και ποιητής, ο Τόλης Νικηφόρου. «Στη Θεσσαλονίκη», μου είπε, «η λογοτεχνία συμβαδίζει με το ποδόσφαιρο.Όπως οι ομάδες μας πρέπει στην Αθήνα να παίξουν δέκα φορές καλύτερα από τον αντίπαλο για να νικήσουν (το κατεστημένο, τα κυκλώματα, τις «παράγκες», τη διαιτησία…), έτσι και οι λογοτέχνες μας. Πρέπει να γράψουν δέκα φορές καλύτερα από τους ομότεχνούς τους Αθηναίους για να δουν μια μικρή αναφορά στις στήλες κάποιου εντύπου για το έργο τους». Το παιχνίδι που παίζεται είναι σικέ, και σαν εξαγριωμένοι φίλαθλοι που νιώθουν θεατές ενός στημένου αγώνα φωνάζοντας «τα λεφτά μας, πίσω …», θέλουμε κάπως να αντιδράσουμε.Εσχάτως, στα play off του πρωταθλήματος, μάθαμε και το εξής αμίμητο: Η ρίψη ενός κιλού γαύρου στον πάγκο του αντιπάλου (όσο ακαλαίσθητη, εμετική και αντιαισθητική, ως πράξη, αποτελεί στα μάτια όλων μας) τιμωρείται αυστηρά από την αθλητική δικαιοσύνη, σε αντίθεση με τη ρίψη μολότωφ σε κερκίδα φιλοξενούμενων θεατών, που μένει ατιμώρητη. Ίσως γι’ αυτό, αηδιασμένοι πλέον, οι εδώδιμοι αναρχικοί και αριστεριστές εκσφενδονίζουν στα επεισόδια της Καμάρας ή πέριξ του Πανεπιστημίου της πόλης γαύρους αντί βόμβες μολότωφ. Γιατί δεν θέλουν να αποκοπούν από την πιθανότητα μιας τιμωρίας και για να λάβει αξία και υπόσταση η ανατρεπτική τους πράξη.

Όμως αρχίζει Μουντιάλ. Τέρμα οι γκρίνιες και τα παράπονα. Τέρμα οι εκδοτικές και συγγραφικές πικρίες. Τέρμα οι εκατέρωθεν εκσφενδονίσεις ψαριών και βομβών από ανεγκέφαλους οπαδούς, που επενδύουν στη βία. Τέρμα οι ανασφάλειες και τα οπαδιλίκια.

Όλοι μας, Βάζελοι και Σκουλήκια, Χανούμια και Γριές, Γαύροι και Βούλγαροι, ας αφήσουμε για λίγο τα δικά μας κι ας απολαύσουμε μπάλα. Μπάλα αληθινή, μαγική, θεϊκή, δίχως σκοπιμότητες και κρυφά συμφέροντα, από τους ζογκλέρ των ανά τον κόσμο εθνικών ομάδων, που γνωρίζουν καλύτερα από τον καθένα μας για το τι σημαίνει «ποίηση των γηπέδων».


[ΠΗΓΗ: Παναγιώτη Γούτα, Η Ποίηση των γηπέδων – BOOKPRESS http://www.bookpress.gr/

Όπως ο Καβάφης: Ποιήματα χέρι με χέρι

$
0
0
Είναι ιδιαίτερα ενθαρρυντικό (ίσως για κάποιους και συγκινητικό), την εποχή της άμετρης φλυαρίας και του αστείρευτου και συχνά ανούσιου λογοτεχνικού πολτού που κυκλοφορεί στο εμπόριο, κάποιοι εκδοτικοί οίκοι ή μεμονωμένοι λογοτέχνες να επιμένουν να τυπώνουν μονόφυλλα ή δίφυλλα με ένα μόνο ποίημα.


Ο εκδοτικός οίκος Νεφέλη είχε την πολύ ωραία ιδέα για τη χρονιά που μας πέρασε να τυπώσει δώδεκα μονόφυλλα του Κ.Π. Καβάφη, εγκαινιάζοντας έτσι μια καινούρια σειρά, στην οποία ένα ποίημα κάθε φορά του Αλεξανδρινού ντυνόταν ή συμπληρωνόταν εικαστικά με κάποιο σχέδιο, διευρύνοντας έτσι τον διάλογο της ποίησης με εικαστικούς καλλιτέχνες. Ας μην ξεχνούμε πως η ιδέα των μονόφυλλων ήταν αγαπημένη συνήθεια του Καβάφη, ο οποίος, αφού διακινούσε έναν αριθμό ποιημάτων υπό αυτήν τη μορφή, στη συνέχεια τα έκανε μια μικρή συλλογή. Βέβαια, σύμφωνα με γραπτές μαρτυρίες (Ξενόπουλος), κάποιες φορές ζητούσε πίσω τα ποιήματα που, κατόπιν, είχε αποκηρύξει ή έκανε μικροδιορθώσεις επάνω στα μονόφυλλα εκ των υστέρων, δείγμα της τελειομανίας του και των υψηλών απαιτήσεων που είχε από τον εαυτό του ως δημιουργό. Ωστόσο, κρατούμε την κομψότητα και τη λιτότητα του όλου εγχειρήματος, την αίσθηση του μέτρου και της καλλιτεχνικής τύπωσης των ποιημάτων του που τον χαρακτήριζε. Η σειρά της Νεφέλης ολοκληρώθηκε μέσα στο 2013, ένα ποίημα για κάθε μήνα του χρόνου, και στο τέλος αποτέλεσε μια μικρή συλλογή, με υπεύθυνους για την επιλογή των ποιημάτων τον Βασίλη Αμανατίδη και τη Ροδούλα Παππά, και εικαστική επιμέλεια της Θούλης Μισιρλόγλου.
Στο δρόμο του Καβάφη 
Στο δρόμο και στην αντίληψη του Καβάφη περί τύπωσης ποιημάτων φαίνεται πως κινούνται και κάποιοι σύγχρονοι δημιουργοί. Πριν από 22 χρόνια ήμουν παρών σε διαμέρισμα της Θεσσαλονίκης σε ποιητική βραδιά «κλειστού τύπου». Ελάχιστοι ακροατές παρακολουθούσαν σε μια ευρύχωρη σάλα απαγγελία ποιημάτων από τον Νίκο Παπάνα, ο οποίος είχε την γενναιοδωρία να μοιράσει σε όλους τους καλεσμένους του (θα ήμασταν καμιά εικοσαριά άτομα) ένα κομψότατο δίφυλλο με δύο πολύ καλά του ποιήματα, τυπωμένο στο καλλιτεχνικό τυπογραφείο του Ε.Ν. Νικολαΐδη, σε 200 αντίτυπα. Σήμερα έχω χάσει τα ίχνη του ποιητή, εντόπισα μόνο μια συνεργασία του στο περιοδικό Νέα Πορεία του Τηλέμαχου Αλαβέρα, το 2002, ενώ βιβλίο του τυπωμένο δεν εμφανίζεται στο διαδίκτυο σε καμία μηχανή αναζήτησης, μου έμεινε όμως το καλλιτεχνικό του δίφυλλο, η θερμή του αφιέρωση και η ανάμνηση εκείνης της βραδιάς. Κι ακόμη, αν και παραμένει άγνωστος στο ευρύ κοινό, μόνο και μόνο από το καλλιτεχνικό του δίφυλλο, στη δική μου συνείδηση είναι σημαντικός.
Ο Βασίλης Δημητράκος, ποιητής και εκδότης του Μπιλιέτου, προσδιόρισε επακριβώς τη σειρά δίφυλλων που κατά καιρούς κυκλοφορεί, δίνοντας της την ονομασία Χέρι με χέρι. Έτσι, το 2012, χέρι με χέρι έλαβα το ποίημά του Πεταλούδες, που αντικατοπτρίζει θαυμάσια το ύφος, το ήθος, την τόλμη και την τέχνη της γραφής του. Αντί σχολιασμού, σας το καταθέτω:
Απόψε στα σκοτάδια μου.
Ο Σωτήρης με άφησε, πήγε στο Άργος·
ο Αντώνης, είχε τις επαφές του
στα βιβλιοπωλεία του Κέντρου·
του Γιάννη από το Κορωπί,
πήρα για αλήθεια το ψέμα του,  
ήταν αδιάθετος.
Μου έμεινε η ψαρόσουπα που τους είχα ετοιμάσει.
Άναψα μόνο το κερί –
Στη φλόγα του μαζεύτηκαν πεταλούδες.
Οι νεκροί μου ήρθαν
ολοζώντανοι, βρήκαν την θέση τους στο τραπέζι.
Τα ήπια γερά μαζί τους, κουβεντιάζαμε
όλη τη νύχτα· κουβεντιάσαμε
μέχρι που κλάψαμε, με τα καταδικά μας μυστικά,
το χάρηκα με πήρανε μαζί τους –
Οι ψυχές τους, μ'ανέβασαν, πάλι ψηλά.
Τέλος, ο ποιητής, συγγραφέας και κριτικός Διονύσης Στεργιούλας, που κατά καιρούς δημοσίευσε ποίηση σε διάφορα λογοτεχνικά περιοδικά (Εμβόλιμον, Οδός Πανός, Νέα Συντέλεια κτλ.), αποφάσισε να συνεχίσει κι αυτός την παράδοση (τη συνήθεια καλύτερα) του Καβάφη, τυπώνοντας μεμονωμένα ποιήματα σε καλλιτεχνικά δίφυλλα. Ένα απ'αυτά, το Η τέχνη του πολέμου, αφιερωμένο στον Sun Tzu και στον Κ.Π. Καβάφη, τυπώθηκε τον Φεβρουάριο του 2012 σε 222 αντίτυπα, στο τυπογραφείο του Άγγελου Αθ. Αλτιντζή, στη Θεσσαλονίκη, που συνεχίζει την καλλιτεχνική παράδοση του πατέρα του αλλά και του Ε.Ν. Νικολαΐδη, όπου τυπώνονταν, παλιότερα, βιβλία των εκδόσεων της Διαγωνίου. Το εξώφυλλο του δίφυλλου φιλοτέχνησε ο πρόωρα χαμένος ζωγράφος Δημήτρης Λαλέτας (1964-2011), ενώ το ποίημα πρόσφατα μελοποιήθηκε από τον εκ Γρεβενών συνθέτη και ερμηνευτή Στέργιο Κώττα. Το θεωρώ ιδιαίτερα ευθύβολο, παράδοξα ανατρεπτικό και πολύ επίκαιρο, και σας το καταθέτω αυτούσιο:
Το πιο δύσκολο είναι να χάσεις έναν πόλεμο.
Αν θέλεις οπωσδήποτε να είσαι ο ηττημένος
ακολούθησε πιστά αυτές τις συμβουλές:
Αν είσαι δυνατός, προσποιήσου ανημποριά
αν είσαι κοντά, προσποιήσου ότι είσαι μακριά
αν έχεις πολλούς συμμάχους, προσποιήσου ότι είσαι μόνος.
Άσε τον εχθρό να ξεδιπλώσει την πανουργία του
χρησιμοποίησε τις αρετές σου εναντίον του εαυτού σου
όμως, μην πετάξεις την ασπίδα και φύγεις τρέχοντας
μην εγκαταλείψεις για κανένα λόγο το πεδίο της μάχης
σε κάθε περίπτωση φρόντισε να πεθάνεις όρθιος.  
Αγωνίσου με όλες σου τις δυνάμεις για την ήττα
και κάνε τους να πιστέψουν ότι πάλεψες για τη νίκη.
Τα ποιητικά μονόφυλλα και δίφυλλα μας θυμίζουν απερίφραστα και τη σοφή ρήση: των φρονίμων ολίγα πρέπουν.
Ο Στεργιούλας με τον Δημητράκο, εκτός από σημαντικοί δημιουργοί, κινούμενοι πίσω από τις φανταχτερές βιτρίνες της τέχνης και της γραφής, με χαμηλόφωνο και ουσιαστικό τρόπο, έχουν και ένα άλλο κοινό σημείο αναφοράς: Τον ποιητή Ντίνο Χριστιανόπουλο. Ο Σ. τύπωσε σε βιβλίο μία συζήτηση μαζί του αναφορικά με τον Σολωμό (Ο Ντίνος Χριστιανόπουλος για τον Διονύσιο Σολωμό, δυο συνεντεύξεις, Οδός Πανός, 2004), ενώ ο Δ. τύπωσε στο Μπιλιέτο πολλά βιβλία και δοκίμια του θεσσαλονικιού ποιητή, αλλά και αισθητικά επηρεάστηκε στις εκδόσεις του από τη Διαγώνιο. Πιθανότατα, λοιπόν, ο Χριστιανόπουλος, να καλλιέργησε την ιδέα, να μπόλιασε το μεράκι και στους δύο περί της τύπωσης ποιητικών μονόφυλλων ή δίφυλλων, συνεχίζοντας τη συνήθεια του Καβάφη, που ο ίδιος εκτιμάει απεριόριστα. Επίσης και ο ίδιος ο Ντ.Χ. τύπωσε στο παρελθόν ολιγοσέλιδες ποιητικές συλλογές (π.χ. 7 ποιημάτων, όπως το Η πιο βαθιά πληγή, εκδ. Διαγωνίου, τυπογρ. Αθ. Αλτιντζή)

Στα μάτια ενός πολύ μοντέρνου και σημερινού αναγνώστη η συνήθεια της τύπωσης ποιημάτων με αυτόν τον τρόπο ίσως και να θεωρείται παρωχημένη, παλιομοδίτικη ή ελιτίστικη. Ο περιορισμένος αριθμός αντιτύπων, το εκλεκτικό μοίρασμα χέρι με χέρι, το συνωμοτικό της όλης υπόθεσης, κάποιους ξενίζει, τους βρίσκει αντίθετους, επιφυλακτικούς ή απλώς αδιάφορους. Όμως η αίσθηση του μέτρου και η δύναμη του ελάχιστου, η λιτότητα και η κομψότητα του όλου εγχειρήματος, σε συνδυασμό με τη γενναιοδωρία και την προσφορά των ποιητών που αναδεικνύονται μέσα από τέτοιες τυπώσεις, νομίζω πως αναιρούν τις όποιες επιφυλάξεις μας. Τα ποιητικά μονόφυλλα και δίφυλλα, πέρα από τον θαυμασμό μας για την επιμονή των δημιουργών στον συγκεκριμένο τρόπο τύπωσης, μας θυμίζουν απερίφραστα και τη σοφή ρήση: των φρονίμων ολίγα πρέπουν.


[ΠΗΓΗ: Παναγιώτης Γούτας, Των φρονίμων ολίγα πρέπουν – BOOKPRESS: Στην κεντρική εικόνα, έργο του Γιάννη Ψυχοπαίδη Το ποιητικό έργο του Καβάφη online: ανανέωση του ψηφιακού περιβάλλοντος της ΑνεμόσκαλαςΜετά από ευγενική παραχώρηση οπτικού υλικού του Ιδρύματος Ωνάση από το Αρχείο Καβάφη, ανανεώθηκε το περιεχόμενο της ενότητας για τον Κ.Π. Καβάφη στο ψηφιακό περιβάλλον της Ανεμόσκαλας, και ειδικότερα η ενότητα "Για τη ζωή και το έργο του" (http://www.greek-language.gr/digitalResources/literature/tools/concordance/index.html?cnd_id=9). Το περιβάλλον της Ανεμόσκαλας αποτελεί ένα ψηφιακό corpus με το ποιητικό έργο σημαντικών Νεοελλήνων ποιητών του 19ου και 20ού αιώνα.

Συμβουλές σε νέο ποιητή: η Ποίηση είναι μια επίπονη προσπάθεια να εξορύξεις από μέσα σου πολύτιμους λίθους

$
0
0
Παρέμεινε μαθητής σε όλη σου την ζωή… Γράψε, σκίσε, ξαναγράψε και σκίσε ξανά. Η ποίηση βρίσκεται παντού, αλλά να την εγκλωβίσεις σ’ ένα στίχο θέλει μεγάλη μαεστρία. Μπορείς φυσικά να μείνεις στο πρώτο επίπεδο, χωρίς να γράψεις ποτέ, αλλά να ζεις ποιητικά, που το θεωρώ πιο σπουδαίο. Αλλά αν μέσα σου νιώθεις την ανάγκη να γράψεις, έ τότε, χρειάζεσαι εφόδια έτσι ώστε να κάνεις το αόριστο συγκεκριμένο, το ασυνείδητο συνειδητό. Που σημαίνει να καλλιεργήσεις την ταπεινότητα, έτσι ώστε να αναγνωρίζεις ξεκάθαρα τις δυνατότητές σου. Και υπομονή. Η ποίηση είναι μια επίπονη προσπάθεια να εξορύξεις από μέσα σου πολύτιμους λίθους. Όπως συμβαίνει στην πραγματικότητα σ’ ένα ορυχείο, όπου πρέπει να πεταχτούν τόνοι χώματος για μερικά μόνο γραμμάρια χρυσάφι. Χωρίς υπομονή, χωρίς στωικότητα, δεν θα καταφέρεις να λαξεύσεις τα όνειρά σου. Και η ποίηση είναι ένα βαθιά κρυμμένο υλικό ονείρου (Γιώργος Λίλλης, ΤΙ ΘΑ ΕΛΕΓΑ Σ’ ΕΝΑ ΝΕΟ ΠΟΙΗΤΗ)



Θυμάμαι όταν έγραψα τα πρώτα μου ποιήματα. Νόμιζα πως ήμουν ένας μικρός θεός. Ένιωθα την ματιά μου να εισβάλει στην πραγματικότητα και να την ανατρέπει. Ήμουν 19 χρονών τότε, αφελής, αθώος, μπορούσα ακόμα να κλάψω για ένα λουλούδι που το πάτησαν οι μπότες κάποιου πεζοπόρου. Όταν έβγαλα το πρώτο μου βιβλίο, το κρατούσα στα χέρια μου για ώρες, θαυμάζοντας το, λες και είχα στην κατοχή μου κάτι το ιερό. Τα χρόνια πέρασαν, συνήθισα πλέον να βλέπω το όνομά μου τυπωμένο στο εξώφυλλο ενός βιβλίου, αλλά εκείνη η πρώτη αίσθηση που είχα, φανερώνει την αγάπη και το πάθος ενός νέου, που βλέπει επιτέλους τα ποιήματά του τυπωμένα. Μπορώ να σε καταλάβω πως θα νιώσεις την πρώτη φορά. Συναισθηματικά μόνο προστρέχω πια σε εκείνα τα πρωτόλεια. Τώρα, που είμαι πιο συνειδητοποιημένος, λέω πως βιάστηκα τότε. Κι ότι τυπώθηκε, τυπώθηκε. Αλλά με έχω συγχωρέσει, αν και εκείνα τα πρώτα δυο μου βιβλία, τα κοιτάζω ακόμα με δυσπιστία. Μα γιατί; Για τον απλούστατο λόγο, ότι έχει μεσολαβήσει ο χρόνος που είναι ο μεγάλος καθρέφτης κάθε καλλιτέχνη.Και στον καθρέφτη αυτό δεν μπορείς να κρυφτείς για πολύ καιρό. Τότε δεν είχα ούτε υπομονή, ούτε ταπεινότητα. Έλεγα μέσα μου πως χωρίς τα ποιήματά μου ο κόσμος θα ήταν λειψός. Πως οι άνθρωποι έπρεπε να με δοξάσουν, να με υμνήσουν, να πουν πως γεννήθηκε Ποιητής. Όσο για την υπομονή, άγνωστη λέξη. Τα έγραψα και χωρίς να ξέρω τις λεπτομέρειες αυτής της τόσο σχολαστικής τέχνης, εθελοτυφλώντας πως ήμουν ήδη μάστορας άξιος να παρασημοφορηθώ στην ιστορία της λογοτεχνίας ως εκπρόσωπος της νέας γενιάς ποιητών. Όλο αυτό το σχέδιο κατέρρευσε με τον καιρό και βρέθηκα εκτεθειμένος μπροστά στην ίδια μου την αφέλεια. Ευτυχώς λίγοι τελικά με διάβασαν, κανένας δεν με βράβευσε, κι έτσι κάθισα απογοητευμένος ομολογώ να συλλογιστώ τον πραγματικό ρόλο του ποιητή. Γιατί αν ήθελα να δοξαστώ, είχα πάρει εντελώς λάθος δρόμο. Ένας τραγουδιστής τρίτης κατηγορίας είχε περισσότερους ακροατές από έναν ποιητή που το βιβλίο του σκονίζονταν σε κάποιο ράφι βιβλιοπωλείου. Άρα τι ρόλο παίζει η ποίηση στην ζωή σου; αναρωτήθηκα.Η προβολή; Ήταν κάτι που έλπιζα, αλλά διαπίστωσα πως αυτό δεν γινόταν να επιτευχθεί. Το να ονομάζεσαι ποιητής; Μα όποτε έλεγα ότι γράφω ποιήματα με κοιτούσαν οι περισσότεροι με στραβό μάτι, λες και ήμουν ή τρελός ή ηλίθιος. Άρα, κάτι άλλο ήταν, βαθύτερο, που ακόμα δεν γνώριζα, το οποίο με ωθούσε να γράφω. Τελικά το έμαθα με τον καιρό. Ήταν η ανάγκη. Ναι. Έγραφα από ανάγκη. Λειτουργούσα μέσα από την ποίηση, ήταν η διέξοδός μου, αναζητώντας την ταυτότητά μου. Ήταν η αγάπη για την λογοτεχνία, η πίστη σε ένα καλύτερο κόσμο. Δεν ήταν ούτε τα ίδια τα βιβλία, ούτε η δόξα, ούτε τα μπράβο. Αυτά ήταν πολύ επιφανειακά. Κι αν έμενα μόνο σ΄ αυτό το πρώτο καθαρά εξωγενές επίπεδο, θα έχανα τελικά την ουσία του να είμαι ποιητής. Γιατί είμαι πλέον σίγουρος πως ακόμα και αν δεν με διαβάζει κανείς, αν στο μέλλον δεν θα εκδίδονται βιβλία μου και θα χαθώ στην λήθη, πράγμα που το θεωρώ γιατί όχι και δίκαιο, εγώ θα συνεχίσω με το ίδιο πάθος να περνάω στο χαρτί τις σκέψεις και τα αισθήματά μου, γιατί ξέρω, πως η ζωή είναι τόσο μικρή που δεν θα καταφέρω να με ανακαλύψω. Τουλάχιστον θα έχω προσπαθήσει. Γι΄ αυτό σου λέω πως η επιθυμία μου είναι η μάθηση. Κι αν αποτυγχάνω τις περισσότερες φορές, πάλι θα σηκώνομαι και θα συνεχίζω, γιατί ξέρω πως η ποίηση είναι το άπιαστο, το μεγάλο, το ουτοπικό, και πως ως θνητοί, πρέπει να αναγνωρίζουμε στους εαυτούς μας την μικρότητά μας για να καταφέρουμε έστω να φανταστούμε την έννοια του μεγάλου, του άπιαστου, του ουτοπικού.


[ΠΗΓΗ: Γιώργος Λίλλης, ΤΙ ΘΑ ΕΛΕΓΑ Σ’ ΕΝΑ ΝΕΟ ΠΟΙΗΤΗ, αναρτήθηκε στο cantus firmus με αφορμή το βιβλίο του ΜΙΚΡΗ ΔΙΑΘΗΚΗ. Ποιήματά του έχουν μεταφραστεί στα Γερμανικά κι έχουν παρουσιαστεί σε περιοδικά και ανθολογίες του εξωτερικού. Μεταφράσεις, ποιήματα και δοκίμιά του έχουν δημοσιευτεί και σε διάφορα ελληνικά λογοτεχνικά περιοδικά. Επιμελείται ραδιοφωνικές εκπομπές στη Γερμανία στις οποίες παρουσιάζει Έλληνες ποιητές και μουσικούς. 

Κάτι «εντιμότατοι» με τα μάτια ανοιχτά και η τυφλή Δικαιοσύνη

$
0
0
Λένε ότι η δικαιοσύνη είναι τυφλή, για να είναι αμερόληπτη. Γι’ αυτό ο Επίκτητος έλεγε ότι όπως το ίσιο δεν χρειάζεται ισιάδα, έτσι ούτε το δίκιο δικαιοσύνη. Σήμερα, στην Ελλάδα της κρίσης, η Τυφλή Δικαιοσύνη, «είδε» συνταγματικές τις κτηνώδεις περικοπές στον ιδιωτικό τομέα και τις απολύσεις των καθαριστριών, η Δικαιοσύνη όμως που βλέπει να καλά και συμφέροντα αποφάνθηκε ότι είναι αντισυνταγματικές οι περικοπές ημών των ιδίων των εντιμότατων δικαστών!!!

«Μπάρμπα Γιάννη Μακρυγιάννη πάρε μαύρο γιαταγάνι
κι έλα στη ζωή μας πίσω το στραβό να κάνεις ίσο (Νίκος Γκάτσος). Γι’ αυτό «όταν το άδικο γίνεται νόμος, η αντίσταση γίνεται καθήκον» (ΜΠΕΧΤ)



Δεν ξέρω, λοιπόν, γιατί κάθε βράδυ μόλις γείρω το κεφάλι βλέπω το ίδιο όνειρο. Κατεβαίνουν, λέει, με την όπισθεν από τον ουρανό οι οικονομικοί αυτόχειρες κι ανάμεσά τους κι εκείνος ο δυστυχής που κρεμάστηκε στην πλατεία Συντάγματος, στην αρχή της κρίσης.

Γυρίζουν πίσω, τινάζουν τα μαραμένα λουλούδια και το χώμα που δέχθηκαν μετά το «δεύτε τελευταίον ασπασμόν» και επιστρέφουν στην κανονική ζωή. Κατεβαίνουν την Πανεπιστημίου, παίρνουν τις κυλιόμενες σκάλες του Μετρό και χάνονται στις δαιδαλώδεις διαδρομές. Αυτούς τους ανθρώπους σκεφτόμουν ακούγοντας στο ραδιόφωνο ότι είναι δίκαιο να αποκαθίστανται οι μισθοί και οι συντάξεις των δικαστικών στα επίπεδα του 2012, όταν οι μειώσεις για όλους τους άλλους κλάδους εργαζομένων οδήγησαν ανθρώπους στο μη περαιτέρω. Και επειδή δεν ήθελα να είμαι άδικη, πήρα να διαβάσω την απόφαση του Μισθοδικείου του περασμένου Δεκεμβρίου, που δικαιώνει το αίτημά τους, και να δω πώς τεκμηριώνεται η δίκαιη απόφαση. Λοιπόν οι αποδοχές τους αποφασίστηκε ότι «πρέπει να είναι επαρκείς να εξασφαλίσουν αφ'ενός μεν την αξιοπρεπή διαβίωση των δικαστικών λειτουργών, δηλαδή τη διαβίωσή τους κατά τρόπο συνάδοντα προς το κύρος του λειτουργήματος που ασκούν».
Και επειδή μιλάμε για τα «ειδικά μισθολόγια», στα οποία εντάσσονται επίσης οι ένστολοι, οι διπλωμάτες και οι καθηγητές Πανεπιστημίου, ρωτώ αφελώς: Οι υπόλοιποι μπορούν να ζουν αξιοπρεπώς με κουρεμένες αποδοχές και οι δικαστές όχι; Μπορεί για παράδειγμα ένας καθηγητής Πανεπιστημίου να ζήσει αξιοπρεπώς με 1.800 ευρώ καθαρά (τόσα περίπου παίρνει) και δεν μπορεί ένας πρωτοδίκης, ο οποίος θα λαμβάνει στο εξής 2.050, ενώ ο ισόβαθμος με τον καθηγητή πρόεδρος του Αρείου Πάγου 4.050, όταν μάλιστα οι περισσότεροι από τους δικαστικούς δεν έχουν μισό μεταπτυχιακό, ερευνητικές εργασίες και συμμετοχή σε διεθνή συνέδρια, απαραίτητα για την προαγωγή των μελών ΔΕΠ; Σε άλλο ημείο της απόφασης σημειώνεται ότι «απαραίτητη προϋπόθεση προς εξασφάλιση της ανεξαρτησίας των δικαστικών λειτουργών είναι και η σταθερότητα των αποδοχών τους». Που σημαίνει ότι η ανεξαρτησία τους έχει αντίκρισμα οικονομικό, αλλιώς είναι πιθανόν να εξαγορασθούν (!). Ιδού, η παραδοχή της εντιμότητάς τους.
Παρακάτω σηκώνουν και το δάχτυλο προς την κυβέρνηση, λέγοντας πως «ο νομοθέτης δεν εξήτασε τις επιπτώσεις που η νέα μείωση των αποδοχών των δικαστικών λειτουργών μπορούσε να έχει στη λειτουργία της Δικαιοσύνης». Ο εστί μεθερμηνευόμενον, προσέξτε γιατί από δω κι έπειτα δεν θα απορρίπτουμε τα αιτήματα των κλάδων όσων εξαθλιωμένων εργαζομένων (βλ. απολυμένες καθαρίστριες) ζητούν την αποκατάστασή τους στο προ του 2012 καθεστώς. Εξοργιστική επίσης είναι η αναφορά τους στις φορολογικές επιβαρύνσεις που επιβλήθηκαν στους δικαστικούς, όπως και σε όλους τους υπόλοιπους πολίτες. Στους δικαστικούς λειτουργούς όμως «θα μπορούσε να δημιουργήσει ανασφάλεια» και «η αδυναμία τους να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις αυτές θα μπορούσε να έχει επιπτώσεις στο κύρος τους και κατ'επέκταση στο κύρος της ίδιας της δικαστικής λειτουργίας».
Για όλα αυτά επείσθη η κυβέρνηση και προέβλεψε (με θαυμαστή σβελτάδα) στον προϋπολογισμό του 2014 τα εκατομμυριάκια που θα δοθούν στον ευγενή αυτό κλάδο. Μάλιστα οι ίδιοι δεν πίστευαν στα μάτια τους όταν προ ημερών διαπίστωσαν ότι τα χρήματα βρίσκονται ήδη κατατεθειμένα στο Γενικό Λογιστήριο του Κράτους και τους περιμένουν. Αμ'πώς; Από δω κι έπειτα μην κάνετε τον κόπο να καταφύγετε στη Δικαιοσύνη για να βρείτε το δίκιο σας. Αλλωστε, το ΔΝΤ στην τελευταία του έκθεση το είπε ξεκάθαρα: «Δεν περιμένουμε πια αρνητικές αποφάσεις σχετικά με ειδικά μισθολόγια ή εισφορές επί των ακινήτων». Γιατί άραγε;

[ΝΙΝΕΤΤΑ ΚΟΝΤΡΑΡΟΥ-ΡΑΣΣΙΑ, Οι Εντιμότατοι, Ελευθεροτυπία 27-06-2014]

Μη το σκέφτεσαι, ζήσε: η γαλήνη και η ευτυχία είναι σημαντικότερες για σένα από το να έχεις δίκιο

$
0
0
Αν προσπαθείς να κόψεις το κάπνισμα, το ποτό, το πολύ φαγητό, τον καφέ, τη ζάχαρη ή απλώς το δάγκωμα των νυχιών σου, πρέπει να ξέρεις ότι αυτά είναι συνήθειες που δύσκολα κόβονται! Η συνήθεια όμως που είναι δυσκολότερο να κοπεί και η οποία βλάπτει περισσότερο τη συναισθηματική σου κατάσταση είναι ίσως η συνήθεια που περνάει πιο απαρατήρητη από όλες: η συνήθεια της αρνητικής σκέψης.  Μπορείς να δέσεις τα χέρια σου πίσω από την πλάτη για να σταματήσεις να δαγκώνεις τα νύχια σου, μπορείς να αποφύγεις το αλκοόλ και τα τσιγάρα έτσι ώστε να μην είναι πια στη διάθεσή σου, μπορείς να υπομείνεις μερικές μέρες πονοκεφάλων και κούρασης για να κόψεις τον καφέ, αλλά ποτέ δεν μπορείς να σταματήσεις να σκέφτεσαι!.. Μην επιτρέπεις στον εσωτερικό σου διάλογο να διευθύνει (και να καταστρέφει) τη ζωή σου. Σταμάτησέ τον ή, τουλάχιστον, κατεύθυνέ τον προς μια θετικότερη πορεία. Υπενθύμιζε συχνά στον εαυτό σου να εγκαταλείπει την αρνητική του σκέψη. Όταν το μυαλό σου κατακλύζεται από αρνητικές σκέψεις, άφηνέ τες να φεύγουν γνωρίζοντας ότι δεν είναι σημαντικές. Να μην εστιάζεις την προσοχή σου σε αυτές, αλλά να σκέφτεσαι «δεν αξίζει τον κόπο». Να είσαι σίγουρος ότι ο εσωτερικός διάλογος δε βλάπτει κανέναν άλλον εκτός από σένα τον ίδιο… Η κεντρική ιδέα είναι η εξής: γίνεσαι ό,τι σκέφτεσαι όλη μέρα. Θέλεις να σκέφτεσαι για δυστυχία, πόνο και προβλήματα, ή για αγάπη, καλοσύνη, ελπίδα και δυνατότητες; Η απάντησή σου θα καθορίσει σε μεγάλο βαθμό τα συναισθήματά σου. Δοκίμασέ το. Μπορεί να έχει αποτέλεσμα και σ’ εσένα. Μπορείς να νιώσεις πάλι καλά!


Όπως ήδη κατάλαβες, η σκέψη είναι κάτι τόσο φυσικό για σένα, που είναι πολύ εύκολο να ξεχάσεις ότι την κάνεις. Όταν συνειδητοποιήσεις την ενεργητική διαδικασία της σκέψης σου, θα σοκαριστείς από το πόσο συχνά το περιεχόμενο των σκέψεών σου είναι αρνητικό. Ξέρω από πελάτες μου ότι από τότε που άρχισαν να προσέχουν τις σκέψεις τους, ανακάλυψαν ότι πάνω από το 90% ήταν αρνητικές.

Ποιο είδος σκέψης είναι αρνητικό; Αυτή η ερώτηση είναι πολύ σημαντική, γιατί πολλοί άνθρωποι έχουν τόσο πολύ συνηθίσει να κάνουν αρνητικές σκέψεις, που δεν καταλαβαίνουν καν ότι είναι αρνητικές. Υποθέτουν, αντίθετα, ότι είναι φυσιολογικές. Είναι γεγονός ωστόσο ότι μπορεί να θεωρηθεί αρνητική οποιαδήποτε σκέψη σε κάνει να νιώθεις λιγότερο ικανοποιημένος από ό,τι ένιωθες πριν την κάνεις. Σε αυτή την κατηγορία υπάγονται, αλλά σε καμιά περίπτωση αποκλειστικά, σκέψεις που έχουν σχέση με το πόσο άσχημα είναι τα πράγματα και πόσα προβλήματα παραμένουν άλυτα. Προσπαθείς να βρεις γιατί τα πράγματα δεν πηγαίνουν καλά ή γιατί κάποιος έκανε κάτι που σε πλήγωσε ή που δεν εγκρίνεις, αναλύεις αρνητικές σκέψεις και πάει λέγοντας.
Οι περισσότεροι από εμάς έχουμε συνηθίσει να διαβάζουμε εφημερίδες και να βλέπουμε τις ειδήσεις στην τηλεόραση. Με τη σκέψη μας τείνουμε να μιμούμαστε αυτές τις ειδησεογραφικές πληροφορίες. Το μυαλό μας επανεξετάζει τα προβλήματα του παρελθόντος και του μέλλοντος, τις ανησυχίες και τους φόβους μας, και σκεφτόμαστε συνεχώς πόσο τραγική είναι η κατάσταση. Προφανώς κάποιος προγραμματισμός και κάποιος απολογισμός είναι απαραίτητοι για μια αποδοτική ζωή. Αν συνειδητοποιείς ότι κάνεις τέτοιες σκέψεις και ξέρεις τις πιθανές συνέπειες μιας τέτοιας πνευματικής δραστηριότητας, προστατεύεσαι σε μεγάλο βαθμό από τα αρνητικά αποτελέσματά της.
Αν όμως κάνεις τέτοιες σκέψεις χωρίς να συνειδητοποιείς τι κάνεις στον εαυτό σου, θα βρεθείς στο έλεος των ίδιων σου των σκέψεων. Επειδή αυτός ο τρόπος σκέψης είναι αρνητικός, το ηθικό σου θα συνεχίσει να πέφτει ή να παραμένει σε χαμηλό επίπεδο. Όταν θα κατανοήσεις και θα μπορέσεις να γίνεις αυτόπτης μάρτυρας αυτής της ενεργούς διαδικασίας, θα μπορείς μετά να επιλέγεις ποιες σκέψεις να ακολουθείς και ποιες να απορρίπτεις. Θα σου γίνει συνήθεια να σκέφτεσαι μόνο τα πράγματα που είναι πραγματικά ενδιαφέροντα και θα μάθεις να αγνοείς τα υπόλοιπα.

Αυτό το είδος επιλεκτικής σκέψης δε σημαίνει άρνηση ούτε απάθεια. Η άρνηση συνεπάγεται προσποίηση, και εσύ δεν προσποιείσαι τίποτα. Αναγνωρίζεις τα προβλήματα στον κόσμο και στην ίδια σου τη ζωή. Απλώς επιλέγει να μην προσκολλάσαι στις αρνητικές σκέψεις για τη ζωή σου επειδή ξέρεις τι θα συμβεί αν το κάνεις. Η εμπειρία της ζωής σου σχετίζεται άμεσα με το πού επιλέγεις να εστιάσεις την προσοχή σου. Αν την εστιάσεις στα προβλήματά σου, αυτό που θα βιώνεις θα είναι κατά κύριο λόγο προβλήματα. Καθώς μαθαίνεις να μην προσέχεις τόσο πολύ τα προβλήματα και τα άσχημα του κόσμου, θα ανακαλύψεις ότι παρατηρείς περισσότερο την ομορφιά και την καλοσύνη που υπάρχει γύρω σου. Αυτό ακριβώς κάνουν συστηματικά τα μικρά παιδιά. Ζουν στον ίδιο κόσμο με τους ενήλικες, αλλά βλέπουν διαφορετικές όψεις της ζωής. Βλέπουν γέλιο, αγάπη και ευκαιρίες.

Μπορείς να επιλέξεις την αγάπη αντί για το φόβο:[2] Αγάπη αντί για το Φόβο: Κάθε φορά που εισβάλλουν στο μυαλό σου σκέψεις αρνητικές, απαισιόδοξες ή επιφυλακτικές, βρίσκεσαι μπροστά σε ένα νέο σημείο επιλογής της ζωής σου. Μπορείς να επιλέξεις να ακολουθήσεις τις αρνητικές σκέψεις σου, όπως έχεις κάνει και στο παρελθόν. Αυτός είναι ο δρόμος που ακολουθούν πολλοί άνθρωποι τις περισσότερες φορές. Φαίνεται πάντα λογικό να τον ακολουθούν επειδή είναι πιο εύκολος και επειδή τους φαίνεται πιο οικείος.
Στην πραγματικότητα, όπως έχεις ήδη διαπιστώσει, σπάνια καταλαβαίνεις ότι μέσα σου γίνεται ένας διάλογος με τον εαυτό σου. Πάρε το εξής παράδειγμα:σκέφτεσαι συνεχώς πόσο θα θυμώσουν οι γονείς σου (ή το αφεντικό σου, τα παιδιά σου, ο σύζυγός σου) με κάτι που έκανες. Κάνεις προβολές στο μυαλό σου και θυμώνεις και ο ίδιος. Φαντάζεσαι πώς δικαιολογείς τη στάση σου στους γονείς σου (ή σε οποιονδήποτε) και δημιουργεί σενάρια πολέμου. Στο μεταξύ νιώθεις, όπως είναι φυσικό, τα αρνητικά αποτελέσματα της σκέψης σου χωρίς καν να ξέρεις ότι η σκέψη σου είναι που σου δημιουργεί το πρόβλημα. Η συνηθισμένη αντίδραση σε αυτό τον αυτοεπιβαλλόμενο πόνο είναι να κατηγορείς τον εαυτό σου και τους ανθρώπους που σε περιστοιχίζουν για τη δυσαρέσκεια που νιώθεις
Υπάρχει όμως και άλλος δρόμος. Το σημείο της επιλογής σου είναι εκείνη η στιγμή από την οποία ξεκίνησε ο εσωτερικός σου διάλογος, τότε που έπρεπε να αποφασίσεις αν θα επέλεγες το δρόμο της αρνητικότητας ή της αγάπης. Τι σημαίνει «να επιλέγει την αγάπη»: Σημαίνει ότι αποφασίζεις ότι η γαλήνη και η ευτυχία είναι σημαντικότερες για σένα από το να έχεις «δίκιο».
Σημαίνει άμεση επίλυση παρά συνεχή αγώνα – ευτυχία παρά απογοήτευση. Η επιλογή του δρόμου της αγάπης σημαίνει ότι καταλαβαίνεις πως σου αρκεί το απλό, γαλήνιο αίσθημα της υγιούς λειτουργίας σου, ότι αυτό αντιπροσωπεύει ουσιαστικά ό,τι θέλεις από τη ζωή σου. Η ζωή δεν είναι τίποτα περισσότερο από την απλή εμπειρία της δικής σου ψυχικής υγείας. Ο μόνος λόγος για να επιλέξεις έναν αρνητικό τρόπο σκέψης θα ήταν κάποια δική σου λανθασμένη προσδοκία ότι αυτό θα σου χάριζε κάποια ικανοποίηση. Ξέχνα το!
Η ικανοποίηση που αναζητάς είναι στη διάθεσή σου μόνο όταν αποφασίζεις συνειδητά ότι εκείνη τη στιγμή προτιμάς την ψυχική σου ηρεμία από τις σκέψεις που σε απομακρύνουν από αυτήν. Το μόνο πράγμα που πρέπει να κάνεις για να ανακαλύψεις την υγιή λειτουργία σου είναι να παρατήσεις τη σκέψη που σου στέκεται εμπόδιο.

Η επιλογή της αγάπης δεν είναι άρνηση. Τι άλλο αρνείσαι εκτός από την πηγή του πόνου σου; Τίποτα. Αποφασίζεις συνειδητά να μη τροφοδοτείς τον πόνο σου με τη μοναδική καύσιμη ύλη του: την αρνητική σκέψη σου’ όταν το κάνεις, ο συναισθηματικός πόνος σου εξαφανίζεται και ένα καινούριο αίσθημα υγείας και αγάπης εμφανίζεται στο προσκήνιο. Όταν επιλέγεις την αγάπη αντί για το φόβο, σταματάς να πολεμάς την ίδια σου τη σκέψη και αρχίζεις να νιώθεις πάλι καλά. Μερικές φορές φαίνεται ευκολότερο να ακολουθείς τα κακά συναισθήματά σου παρά τα καλά. Μπορείς, παρ’ όλα αυτά, να αναζητάς συνειδητά τα βαθύτερα και θετικότερα συναισθήματα που υπάρχουν μέσα σου και να είσαι σταθερός σε αυτά.
Αυτή η συνειδητή επιλογή είναι πολύ σωστή, αλλά δεν είναι πάντα εύκολη. Δε συμβαίνει από μόνη της – πρέπει εσύ να την κάνεις να λειτουργήσει. Πρέπει να επιθυμείς να λειτουργήσει περισσότερο από εκείνες τις δελεαστικές σκέψεις που σου είναι τόσο οικείες. Το θετικό είναι ότι αυτό είναι το μόνο που χρειάζεται να κάνεις! Από τη στιγμή που παίρνεις αυτή την απόφαση και της δίνεις προτεραιότητα στη ζωή σου, όλα τα υπόλοιπα τακτοποιούνται.

Αυτό είναι ένα από τα ωραία υποπροϊόντα της συνειδητής επιλογής της αγάπης αντί του φόβου: τα προβλήματα που σε απασχολούσαν αρχίζουν να λύνονται από μόνα τους. Κάθε φορά που έχεις την ευκαιρία να επιλέγεις την αγάπη αντί για το φόβο και το κάνεις, τροφοδοτείς ένα νέο είδος ενέργειας στη ζωή σου, γεμάτο θετικότητα και αγάπη.

Αν ακολουθείς όλες τις αρνητικές σκέψεις που έρχονται στο μυαλό σου, δεν έχεις ξεφύγει ακόμη από την «παλιά» αρνητική ενέργεια που θέλεις να αντικαταστήσεις• αυτή είναι υπεύθυνη για τη μακροχρόνια στασιμότητά σου. Πώς είναι δυνατόν να αποφύγεις καβγάδες με τους γονείς, το σύζυγο, το παιδί, ή το αφεντικό σου, αν το μυαλό σου είναι γεμάτο αρνητικότητα;
Αυτό είναι αδύνατον. Θα καταλήξεις να επαναλαμβάνεις τα προβλήματα και τους καβγάδες μες στο μυαλό σου και μετά θα τα βλέπεις να εκδηλώνονται στη ζωή σου. Αν είσαι σαν τους περισσότερους ανθρώπους, θα νιώθεις απογοήτευση επειδή σου συμβαίνουν συνεχώς τα ίδια πράγματα. Είναι ανάγκη να σπάσεις αυτόν το φαύλο κύκλο. Για να γίνει αυτό πρέπει να αναγνωρίσεις τα σημεία επιλογής της ζωής σου και μετά να ακολουθήσεις το δρόμο προς την υγιή λειτουργία σου.
Ακολουθείς τις επιφυλακτικές σου σκέψεις, όπως: ‘Κάτι τέτοιο δεν μπορεί να έχει αποτελέσματα’, ή κάνεις την επιλογή προς όφελος σου, προς την κατεύθυνση της ανάπτυξης και της αλλαγής προς την ευτυχία; Με την ανάλογη προσοχή μπορείς να ανιχνεύσεις τις αμφιβολίες σου την ώρα που σχηματίζονται, και απλώς να τις παρατήσεις επιστρέφοντας προς την υγιή λειτουργία σου. Αυτή η στιγμή μπορεί να είναι για σένα μια καινούρια αρχή. Ακολούθησε το δρόμο της αγάπης, αντί για το δρόμο του φόβου και η ζωή σου θα αρχίσει να αλλάζει από τώρα!

Πως μπορείς να μου πεις πόσες από τις σκέψεις μου είναι αρνητικές; Για αρχή κάθισε σε μια καρέκλα και κλείσε τα μάτια σου. Καθάρισε το μυαλό σου όσο μπορείς περισσότερο. Κάθισε ήρεμος για μερικά λεπτά και απλώς παρατήρησε τις σκέψεις που περνούν από το μυαλό σου. Άρχισε να προσέχεις τις σκέψεις που κάνεις σε διάφορες ώρες της ημέρας – αυτή τη στιγμή, όταν ξυπνάς, όταν τρως, όταν βουρτσίζεις τα δόντια σου, ετοιμάζεσαι να βγεις, κάθεσαι μόνος σου, οδηγείς ή είσαι στο λεωφορείο, περπατάς κτλ.

Αναμφισβήτητα θα εκπλαγείς από το πόσο συχνά μπαίνει στο μυαλό σου κάποια αρνητική σκέψη. Ίσως να σκέφτεσαι προβλήματα, ανησυχίες, πράγματα που πρέπει να γίνουν, που όμως ουσιαστικά δε θέλεις να τα κάνεις, πράγματα που θα μπορούσαν να συμβούν, άλλα που δε θα μπορούσαν να συμβούν, πράγματα που δε θα έπρεπε να συμβούν, άλλα που συνέβησαν τα οποία όμως ευχόσουν να μην είχαν συμβεί, πράγματα που θα έπρεπε να είχες πει, που ήθελες να πεις, που δεν ήθελες να πεις, πράγματα που είπαν ή που έκαναν άλλοι άνθρωποι και που σε ενόχλησαν, άνθρωποι που δεν ενήργησαν όπως νόμιζες ότι θα έπρεπε να είχαν ενεργήσει… Ο κατάλογος συνεχίζεται επ’ άπειρον!
Καθώς αρχίζεις να παρατηρείς τι σκέφτεσαι κάθε στιγμή της μέρας, σε παρακαλώ να είσαι ανεκτικός με τον εαυτό σου. Ένας τέτοιος τρόπος σκέψης είναι, όπως είπαμε, συνήθεια. Σαν όλες τις συνήθειες, δεν είναι κάτι που διαμορφώθηκε από τη μια στιγμή στην άλλη. Χρειάστηκε χρόνια για να αναπτυχθεί και μπορεί να αργήσει κάπως να αλλάξει.
Δεν υπονοώ ότι είναι πάντα λάθος να σκέφτεσαι αρνητικά, να παραπονιέσαι ή να κλαψουρίζεις. Ασφαλώς αυτό είναι ένα από τα δικαιώματά σου και δεν είναι κάτι που σε μικρή ποσότητα μπορεί να σε σκοτώσει. Αυτό που δηλώνω είναι ότι οι περισσότεροι άνθρωποι -ίσως συμπεριλαμβανομένου και του εαυτού σου- ξοδεύουν εξωφρενικά πολύ χρόνο παρασυρόμενοι σε αρνητικές σκέψεις χωρίς ούτε καν να το διανοούνται. Ένα μεγάλο μέρος του εσωτερικού διαλόγου σου δε σου κάνει καμία αίσθηση επειδή τον έχεις συνηθίσει τόσο πολύ – και γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο είναι τόσο δύσκολο να τον σταματήσεις.

Επιπλέον, η επιθυμία να βελτιώνεις τη ζωή σου είναι μέρος της ανθρώπινης φύσης. Όσο η ζωή σου δεν είναι τέλεια, ο αναλυτικός νους σου και το Εγώ σου πάντα θα αναζητούν τρόπους βελτίωσης. Ο σκεπτόμενος νους σου θα σου υπενθυμίζει αδιάκοπα ότι δεν είσαι σε αρκετά καλή κατάσταση. Άσχετα με το πόσο σκληρά προσπαθείς, το Εγώ σου ποτέ δε θα είναι ικανοποιημένο με αυτά που έχεις καταφέρει.

Προφανώς οι περιστάσεις της ζωής σου δε θα είναι ποτέ τέλειες. Αν λοιπόν πιστεύεις ότι είναι καλό να σκέφτεσαι τρόπους για να βελτιώσεις τη ζωή σου, θα αναλωθείς έτσι στο υπόλοιπο της ζωής σου. Πολλοί άνθρωποι ακολουθούν αυτόν το δρόμο. Κάνουν ατελείωτες συζητήσεις μέσα στα κεφάλια τους προσπαθώντας επιφανειακά να επιλύσουν διάφορα ζητήματα, ενώ στην πραγματικότητα τίποτα δεν αλλάζει.
Αν μπορείς να αποκτήσεις συνείδηση αυτού του αρνητικού εσωτερικού διαλόγου, αν τον αντιλαμβάνεσαι τη στιγμή που τον κάνεις και αν ξέρεις ότι βλάπτεις τον εαυτό σου, θα είσαι προστατευμένος. Αυτό είναι ένα πολύ σημαντικό μυστικό στην πορεία σου προς την ευτυχία. Κατά καιρούς είχα πελάτες πολλούς ευτυχισμένους ανθρώπους. Καθένας από αυτούς συμφωνεί ότι η συνειδητοποίηση και η διακοπή του εσωτερικού διαλόγου τους ήταν ένας πολύ σημαντικός παράγοντας που τους βοήθησε να γίνουν ευτυχισμένοι άνθρωποι.

Μην επιτρέπεις στον εσωτερικό σου διάλογο να διευθύνει (και να καταστρέφει) τη ζωή σου. Σταμάτησέ τον ή, τουλάχιστον, κατεύθυνέ τον προς μια θετικότερη πορεία. Υπενθύμιζε συχνά στον εαυτό σου να εγκαταλείπει την αρνητική του σκέψη. Όταν το μυαλό σου κατακλύζεται από αρνητικές σκέψεις, άφηνέ τες να φεύγουν γνωρίζοντας ότι δεν είναι σημαντικές. Να μην εστιάζεις την προσοχή σου σε αυτές, αλλά να σκέφτεσαι «δεν αξίζει τον κόπο». Να είσαι σίγουρος ότι ο εσωτερικός διάλογος δε βλάπτει κανέναν άλλον εκτός από σένα τον ίδιο.

Όταν καταλαβαίνεις από πού προέρχονται τα αρνητικά συναισθήματά σου και τι τα συγκρατεί και αφού δεσμευτείς να «συλλαμβάνεις» τον εαυτό σου την ώρα που κάνει τέτοιες σκέψεις, όλα τα προβλήματά σου θα αρχίσουν να λύνονται. Θα μάθεις να αντλείς δύναμη από την εσωτερική σου θετικότητα που σε βοηθά να ζεις πιο αρμονικά. Καθώς το μυαλό σου θα ηρεμεί, ο πανικός και η βιασύνη θα σβήνουν. Οι απαντήσεις που πάντα ζητούσες θα είναι τόσο συχνές όσο ήταν και οι ερωτήσεις.
Για να αποδεσμεύσεις τον εαυτό σου από τη δυστυχία, πρέπει να κατανοήσεις ότι η αρνητική σου σκέψη, και τίποτε άλλο, είναι η αιτία των αρνητικών συναισθημάτων σου. Χωρίς τις αρνητικές σκέψεις, δεν υπάρχει τίποτα που θα μπορούσε να σε κάνει να νιώθεις άσχημα.

Τώρα, αυτήν ακριβώς τη στιγμή, σταμάτα να διαβάζεις και παρατήρησε πώς νιώθεις! Απλώς κάνε ένα μικρό διάλειμμα και νιώσε τα συναισθήματα σου. Αν το μυαλό σου είναι πιο ήσυχο από ό,τι συνήθως, νιώσε τη σιωπή. Παρατήρησε πόσο όμορφα νιώθεις. Τώρα μπορείς να συνεχίσεις να διαβάζεις.

Παρατήρησες κάποια διαφορά στο πώς ένιωσες; Ήταν το μυαλό σου λίγο πιο ήσυχο από ό,τι συνήθως; Αν η απάντηση είναι θετική, η δύναμη που άντλησες προερχόταν από την υγιή λειτουργία σου. Ή μήπως, καθώς διάβαζες την τελευταία πρόταση σκέφτηκες κάτι σαν ((τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά»; Αν πράγματι αυτό έκανες, θυμήσου ότι αυτό που σε έκανε να νιώσεις χειρότερα ήταν εκείνη η σκέψη και τίποτε άλλο. Αν δεν είχες κάνει εκείνη τη σκέψη, θα ένιωθες καλύτερα τώρα. Αν καταλαβαίνεις τα λόγια αυτού του βιβλίου, θα είσαι σε θέση να συνειδητοποιείς πότε η σκέψη σου σε οδηγεί στη δυστυχία ή στην κατάθλιψη.
Όταν, για πρώτη φορά, θα παρατηρήσεις τις σκέψεις που θα σε απομακρύνουν από την υγιή λειτουργία σου και, αντί να δώσεις βάση σε αυτές, τις διώξεις, θα νιώσεις ένα αίσθημα ηρεμίας μέσα σου. Θα είσαι στο δρόμο προς μια ζωή χωρίς κατάθλιψη. Θα δεις πόσο πολύ μπορείς να επιδράς στα αισθήματά σου. Θα νιώσεις τη δύναμη της δικής σου υγιούς λειτουργίας.

Η συνήθεια της σκέψης, αγάπη, αυτογνωσία, Σκέψη, συνήθεια, φόβος, Ψυχολογία Δύο παράγοντες εξηγούν το λόγο που δε νιώθεις πάντα μια άμεση θετική συναισθηματική αντίδραση σε κάθε θετική σκέψη. Πρώτον, πρέπει να εξετάσεις τη σκέψη που ακολούθησε τη θετική σκέψη: είναι μια σκέψη αμφιβολίας και σκεπτικισμού. Εδώ η συνήθειά σου αναλαμβάνει τον έλεγχο. Προσφέρεις πολύ χρόνο στην αρνητικότητα κάθε μέρα, όταν όμως κάνεις μια θετική σκέψη, την υπονομεύεις με μια αρνητική. Είναι επικίνδυνο επειδή συμβαίνει τόσο γρήγορα. Έχει σημασία να αντιληφθείς ότι αν δεν έκανες την αρνητική σκέψη μετά τη θετική, θα ένιωθες καλά.

Ο δεύτερος παράγοντας που δε σε αφήνει να νιώσεις καλά αμέσως μετά τη θετική σκέψη είναι, εξίσου σημαντικός. Το ονομάζω «συσσώρευση». Σύμφωνα με αυτό τον παράγοντα, η αρνητικότητα συσσωρεύεται στο μυαλό σου κατά τη διάρκεια της μέρας και κατά τη διάρκεια της ζωής σου. Εξαιτίας της τεράστιας αρνητικότητας που έχει συσσωρευτεί στο μυαλό σου, τελικά ‘το ποτήρι ξεχειλίζει’ με κάποια τυχαία αρνητική σκέψη. Δεν είναι αυτή η τυχαία σκέψη που μπορεί να σε καταβάλει, αλλά η συσσώρευση αρνητικότητας μες στο πέρασμα του χρόνου.
Αν μπορούσες να εξαφανίσεις το 90-95% των άχρηστων συσσωρευμένων αρνητικών σκέψεων από το μυαλό σου, αυτές οι αρνητικές σκέψεις που τώρα σε ρίχνουν στον πάτο του πηγαδιού δε θα σου έκαναν σχεδόν καμία εντύπωση. Σχεδόν καμία μεμονωμένη αρνητική σκέψη δεν έχει από μόνη της εξουσία πάνω σου, όταν όμως συσσωρευτούν εκατοντάδες ή και χιλιάδες τέτοιες στο μυαλό σου, θα έρθει κάποτε η στιγμή που δε θα μπορείς πια να τις αντιμετωπίσεις και θα γίνεις δυστυχισμένος ή καταθλιπτικός. Θέσε στόχο να εξαλείψεις σταδιακά το 100% της αρνητιτικότητας σου. Όσο πλησιάζεις το στόχο σου, τόσο μικρότερη συναισθηματική απήχηση θα έχουν πάνω σου οι μεμονωμένες αρνητικές σκέψεις.

Πως να κόψω τη συνήθεια της αρνητικής σκέψης Γνωρίζω δύο τρόπους με τους οποίους μπορώ να σε διαβεβαιώσω ότι μπορείς να απαλλαγείς από τη συνήθεια της αρνητικής σκέψης. Ο πρώτος είναι να αναθέσεις σε ένα φίλο ή, ακόμα, και σε κάποιον σύμβουλο, που θα πληρώσεις, να παρακολουθεί αυτά που θα λες για δύο τουλάχιστον μέρες. Ζήτησέ του να σε ελέγχει και να σε σταματά κάθε φορά που επιστρέφεις στην παλιά σου συνήθεια, να μη σε αφήνει να λες τίποτε αρνητικό ή απαισιόδοξο.
Τέρμα τα «Έχω δικαίωμα να θυμώνω», τα «Δε φαντάζεσαι τι μου συνέβη σήμερα» (αν πρόκειται για κάτι αρνητικό), τα «Δεν έπρεπε με τίποτα να είχα κάνει κάτι τέτοιο», και όλα τα ατελείωτα αρνητικά. Ειδικά στην αρχή δεν πρέπει να φερθείς με επιείκεια στον εαυτό σου. Ο καλύτερος τρόπος για να εξαλείψεις την αρνητικότητα από τη ζωή σου είναι να επιδιώκεις την πλήρη εξάλειψή της. Αυτό μπορείς να το καταφέρεις αντικαθιστώντας την παλιά συνήθεια της αρνητικής σκέψης με μια καινούρια συνήθεια: να αγνοείς την αρνητική σκέψη.
Ίσως εκπλαγείς δυσάρεστα με το πόσο συχνά αποτυγχάνεις. Μην το παίρνεις προσωπικά και προσπάθησε να διατηρήσεις την αίσθηση του χιούμορ σου. Ο φίλος σου ή ο σύμβουλος είναι κοντά σου για να σε βοηθήσουν. Από τη στιγμή που θα έχεις κόψει τη συνήθεια μπορείς να επιστρέψεις στη φυσιολογική ζωή σου και τα πάντα θα είναι διαφορετικά. Θα εξακολουθείς κάπου κάπου να απασχολείς το μυαλό σου με αρνητικές σκέψεις, αλλά θα τις βιώνεις εντελώς διαφορετικά. Είτε το πιστεύεις είτε όχι, θα σου φαίνονται χειρότερες. Σωστά διάβασες, χειρότερες.
Στην πραγματικότητα όμως θα είσαι πιο κοντά στην αποθεραπεία σου, γιατί θα έχεις μεταμορφώσει μια συνήθεια. Κάτι που ανέκαθεν θεωρούσες απόλυτα φυσιολογικό, απαραίτητο και υγιές, τώρα θα το βιώνεις σαν ένα κοπάδι βουβαλιών που τρέχει στο μυαλό σου. Θα νιώσεις τη διαφορά. Καθώς ο αρνητικός τρόπος σκέψης σου θα αρχίσει να σου φαίνεται θορυβώδης και απεχθής, θα θέλεις όλο και πιο πολύ να τον εξαφανίσεις. Όπως είπα και προηγουμένως, αυτό δεν είναι άρνηση, είναι ευφυΐα! Δεν αρνείσαι το γεγονός ότι κάνεις τις σκέψεις, απλώς εκπαιδεύεις το μυαλό σου να αγνοεί αυτά που δε θέλει. Καθώς ξοδεύεις όλο και λιγότερη ενέργεια σε αρνητικές σκέψεις, θα ανακαλύψεις ότι όλο και λιγότερες απαιτούν την προσοχή σου.
Ο δεύτερος τρόπος για να απαλλαγείς από τη συνήθεια της αρνητικής σκέψης είναι ίσως ακόμα πιο απλός, αλλά χρειάζεται περισσότερη αυτοπειθαρχία. Θα πρέπει να τον εφαρμόσεις μόνος σου: θα χρειαστείς ένα χαρτόνι για να γράψεις με μεγάλα, χοντρά γράμματα «Τι σκέφτομαι τώρα;» Θα το κουβαλάς μαζί σου, όπου κι αν πηγαίνεις, για ένα μήνα τουλάχιστον, και θα το βλέπεις όσο πιο συχνά γίνεται, κάθε λίγα λεπτά, αν μπορείς.

Πως αλλιώς να σκέφτομαι;  Πολλοί άνθρωποί, φοβούνται να σταματήσουν να σκέφτονται αρνητικά, επειδή το έχουν συνηθίσει. Πώς αλλιώς πρέπει να σκέφτεσαι; Η απάντηση είναι πολύ απλή, αν και δεν είναι εύκολη: δεν έχει σημασία. Καθώς συλλαμβάνεις τον εαυτό σου να κάνει αρνητικές σκέψεις και ξεκινάς συνειδητά να τις σταματήσεις, θα ανακαλύψεις ότι το μυαλό σου είναι πιο καθαρό και ελεύθερο από κάθε άλλη φορά στο παρελθόν.
Οι παλιές σκέψεις θα αρχίσουν να αντικαθίστανται από άλλες πιο δημιουργικές με τρόπο φυσικό. Θα γίνεις ένα πολύ πιο δυναμικό άτομο. Θα φαίνεσαι φρέσκος κορέος, με ανανεωμένη έμπνευση και ακμαίο ηθικό. Το τελευταίο πράγμα στον κόσμο που θα σε απασχολεί θα είναι μήπως δεν έχεις αρκετά πράγματα να σκέφτεσαι!

Πριν να συνεχίσεις να διαβάζεις, κάνε την εξής άσκηση. Άφησε τις σκέψεις σου να ρέουν. Αν οτιδήποτε αρνητικό μπει στο μυαλό σον, αδιαφόρησε γι’ αυτό’ άφησε το να περάσει και να φύγει. Επικέντρωσε την προσοχή σον στην υγιή λειτουργία σου. Πώς νιώθεις τώρα;

Η απάντηση εξαρτάται απόλυτα από το τι σκέφτεσαι. Αν οι σκέψεις σου είναι γεμάτες ελπίδα και θετικότηταέτσι θα είναι και τα συναισθήματά σου. Αν είναι αρνητικές και απαισιόδοξες, το ίδιο και αυτά. Η κεντρική ιδέα είναι η εξής: γίνεσαι ό,τι σκέφτεσαι όλη μέρα. Θέλεις να σκέφτεσαι για δυστυχία, πόνο και προβλήματα, ή για αγάπη, καλοσύνη, ελπίδα και δυνατότητες; Η απάντησή σου θα καθορίσει σε μεγάλο βαθμό τα συναισθήματά σου. Δοκίμασέ το. Μπορεί να έχει αποτέλεσμα και σ’ εσένα. Μπορείς να νιώσεις πάλι καλά!

 [ΠΗΓΗ: Richard Carlson, Ph.DΜη το σκέφτεσαι ζήσε – αναρτήθηκε στο: http://www.terrapapers.com/ ]

Η οξείδωση των εννοιών και τα στερεότυπα των μνημονίων

$
0
0
Για να καταστεί προσπελάσιμο ένα ψεύδος πρέπει η κατασκευή να εμπεριέχει κάτι πραγματικό. Αλλιώς καταρρέει αμέσως. Το ίδιο με το Μνημόνιο. Για να επιβληθεί έπρεπε να υπάρχει δόση αλήθειας στους ισχυρισμούς των εμπνευστών του. Και υπήρχε. Προβληματική οικονομία, χώρα που ζούσε με δανεικά, κράτος πάσχον, εκτεταμένη διαφθορά, συνδικαλισμός με ποικίλα παθογενή και οξειδωμένο πολιτικό σύστημα. Το προφανές κραυγαλέο παράδοξο ήταν ότι ο δραστικός αναπροσανατολισμός των πραγμάτων ανατέθηκε στους βασικούς υπεύθυνους για τη μοιραία πορεία της χώρας. Αλλά πώς να πείσουν οι τρώσαντες ότι μπορεί να ισχύει και στην περίπτωσή τους ότι η ίαση θα προέλθει από τους ίδιους; Θα γελούσαν και οι πέτρες. Γι'αυτό επελέγη από τους δανειστές και επικυρίαρχους η ενοχοποίηση της κοινωνίας («μαζί τα φάγαμε»), η απαξίωση ενός λαού (τεμπέληδες, διεφθαρμένοι) και η τρομοκρατία των διλημμάτων και της προπαγάνδας.


Η προπαγάνδα έχει ελάχιστη σχέση με την πειθώ. Προηγείται η επίθεση εναντίον των εννοιών. Έτσι, ανέλαβαν δράση τα νέα στερεότυπα. Ορισμένες έννοιες συκοφαντήθηκαν συστηματικά (κράτος, κρατισμός, δημόσιο, συνδικαλισμός, απεργία κ.ά.), ενώ άλλες προσέλαβαν διαστάσεις μεσσιανικού χαρακτήρα με συγκεκριμένο πρόσημο (μεταρρυθμίσεις).

Στο «τακτοποιημένο» νέο τοπίο φάνηκε καθαρά και νωρίς ότι στόχος δεν ήταν μονάχα -ή κυρίως- η ριζοτομική παρέμβαση για την άρση των παθογενών, αλλά η κατίσχυση νέου μοντέλου. Κατάλυση του κοινωνικού κράτους, αποδιάρθρωση των εργασιακών σχέσεων και παρώθηση της έννοιας «δημόσιο» στο περιθώριο. Αλλά η δαιμονοποίηση παντός του κρατικού -και δη από τους κατ'εξοχήν υπευθύνους για τις υπαρκτές τερατωδίες ενός πολυπλόκαμου συστήματος που είχε αναθέσει στο κράτος ρόλο «ατζέντη» και «νταβατζή» για να διατηρεί εξαρτημένη την κοινωνία από τα δύο κόμματα εξουσίας- δεν θα ήταν δυνατή αν δεν έμπαιναν στην κυκλοφορία ορισμένα τρυκ.

Πρώτο απ'όλα η ανάδειξη υπαρκτών παρεκβάσεων και προβλημάτων στη λειτουργία του κράτους σε δήθεν δομικά χαρακτηριστικά του, τα οποία το συνοδεύουν και τα οποία αποδεικνύουν την ανεπάρκεια ή την τοξικότητα του ρόλου του. Η απάντηση έτοιμη: τα ηνία στους ιδιώτες! Αυτοί ξέρουν, αυτοί μπορούν, αυτοί είναι η ατμομηχανή της ανάπτυξης. Ένα ωκεάνιο κύμα προπαγάνδας για τον εξυγιαντικό ρόλο του «ιδιωτικού» καθιστούσε εξ αντιδιαστολής αυτονόητη την εκποίηση της δημόσιας περιουσίας και την υφαρπαγή από ιδιώτες των τιμαλφών, έναντι, συνήθως, ευτελούς τιμήματος.

Ο νέος λαϊκισμός, φωταγωγημένος ως αντιλαϊκισμός, συνιστά κατ'ουσίαν την άλλη όψη του ίδιου νομίσματος. Η παρωχημένη Αριστερά απέκλειε τους ιδιώτες και ξόρκιζε το επιχειρείν, ενώ η οξειδωμένη σοσιαλδημοκρατία του ΠΑΣΟΚ συντηρούσε προς ίδιον (εκλογικό) όφελος τις αρρυθμίες και τα εγκληματικά φάλτσα του κράτους και του συνδικαλισμού. Ετσι άνοιξε ο δρόμος στην επέλαση των ιδιωτών και στο δήθεν αυτονόητο του εξυγιαντικού ρόλου τους.

Το παραλήρημα της νέας εποχής δεν έδινε λόγο σε κανέναν για τις επιλογές του. Προπάντων έθετε εκποδών την κοινή λογική, την οποία συχνά και βολικά επικαλείται. Άπειρα τα παραδείγματα. Ήθελε απολύσεις στο Δημόσιο το μνημονιακό τέρας για να βολέψει τους δημοσιονομικούς στόχους; Απολύσεις και διαθεσιμότητα, χωρίς καμιά μελέτη για τις πραγματικές ανάγκες της διοικητικής μηχανής. Απολύσεις στο ψαχνό κι ας χάσκουν τα μεγάλα κενά, κι ας υπολειτουργεί το κράτος για την ανακαίνιση του οποίου κόπτονται υποκριτικά οι κυβερνώντες...
Ήθελε «απελευθέρωση» των επαγγελμάτων το Μνημόνιο; Βεβαίως! Κι ας περισσεύουν τα ταξί στην Αθήνα, κι ας λιάζονται αμήχανα και άπραγα τα φορτηγά... Προνοούσε άνοιγμα της ενεργειακής αγοράς το Μνημόνιο; Μα βέβαια! Και δεν έχει καμιά σημασία αν ο κόσμος δεν είδε τις τιμές να πέφτουν, όπως άλλωστε με το γάλα. Το ίδιο τώρα με τη «μικρή ΔΕΗ», με το νερό και το νέο χωροταξικό. Όλα στον πάγκο του χασάπη, ακόμη και για περιπτώσεις όπως το νερό, η ιδιωτικοποίηση του οποίου είτε απερρίφθη ως επιλογή είτε απέτυχε οικτρά επί ζημία των καταναλωτών.

Όμως ο θάλλων δήθεν αντιλαϊκισμός και ο μονόδρομος των επιλογών που φωταγωγεί, δεν αντιμετωπίζονται με καταγγελτικές κραυγές και στείρες εμμονές, που αναπαράγουν τα γνωστά παθογενή του παρελθόντος. Κάποιοι δεν το έχουν αντιληφθεί. Και προσφέρουν ασυνείδητα μεγάλες υπηρεσίες στον κυβερνώντα σχηματισμό


[ΠΗΓΗ: Γιάννης Τριάντης, Αντί – παρά – Θέσεις: Η οξείδωση των εννοιών, ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ: 28 Ιουνίου 2014]

Κι αύριο ψέματα ξανά θα σου πουν, ψέματα σου λένε οι εχθροί σου μα και οι φίλοι σου, σου κρύβουν την αλήθεια

$
0
0
Ο τόπος πωλείται. Η γη, το νερό, η ενέργεια πωλούνται. Η ζωή μας πωλείται εξευτελιστικά χυδαία κι εύκολα… Πωλείται  λοιπόν και η ΔΕΗ. Έστω η «μικρή». Αλλά αυτή …η μικρή είναι και η καλύτερη, η περιζήτητη. Και εδώ αρχίζουν οι σκέψεις για συμπεριφορές και αντιδράσεις. Αφού επωλήθησαν έναντι αξιωμάτων εξουσίας οι κυβερνώντες, αφού εξαγοράστηκαν με κάθε τίμημα ή και με κάθε τρόμο να σιωπούν και να αποδέχονται οι ψηφοφόροι των κυβερνώντων τις κατ’ εντολήν τροϊκανών (;;; ή και κατά περισσή  δική τους πρωτοβουλία δουλικότητας;;;) αποφάσεις  από τους κυβερνώντες.  Να  διακρίνουμε,  οι ψηφοφόροι των κομμάτων κοινοβουλευτικής μέχρι στιγμής, πλειοψηφίας, έστω μόνο, αν αυτό αποτελεί παρηγορητικό επιχείρημα. Ή χαριτολογώντας να δώσουμε έναν τίτλο στην αδράνεια και την παθητικότητα που κυριαρχεί: «φαίνεται, είναι πάρα πολλοί ακόμα αυτοί που έχουν έναν ημιυπαίθριο να τακτοποιήσουν»


Ότανδιαβάζω  καιακούω, απότοσύνολοτωνσυστημικώνΜΜΕ, πέραντωνκυβερνητικώνθέσεωνσοβαροφανείςαπόψειςκαιεκτιμήσειςότιοιιδιωτικοποιήσειςγίνονταιγιαλόγους… «εξυγίανσηςκαιμεταρρύθμισηςτουαμαρτωλού  καιαποτυχημένουκράτους» καθώςκαι… «προςόφελοςτουκαταναλωτή» (sic!!!) γνωρίζωκαλάότιμουλένεψέματα.
Δενυπάρχειπιοψέμα, ξεπερνάμετερατώδηειρωνείασε  φαντασίαακόμηκαιτηνπερίφημη«ΝέαΓλώσσα» του 1984, τουσυγχωρεμένουΌργουελ.
Απότηνάλλη, ότανακούωήδιαβάζωγιατον… «περήφανοελληνικόλαό», πουαγωνίζεταικαιθακαταργήσειμετηνπάλητουταμνημόνιακαιτιςκατάφωραπαράνομες, βάρβαρες, πρωτοφανείςγιακράτοςευρωπαϊκού  τύπου, αδικίεςκαικαταστροφές  τηςζωήςμας, γυρίζωμεμεγάληαπορίαολούθετοβλέμμα. Καιγυρεύωαυτόντοναντρειωμένο, περήφανολαό, πουαντιστέκεταιμεπόλεμοκιαγώναστηλαίλαπα  τουαρπαχτικούνεοκαπιταλισμού. Αλλάδεντονβλέπωκαιπολύ, παράμόνοστουςίδιουςκαιτουςίδιουςόχιλίγους, ναι, αςτοπαραδεχτούμε, αλλάκαιόχιαρκετούςσυμπολίτεςκαισυνανθρώπουςπουτάχτηκαν, ωςνέοι, παράξενααποφασισμένοικιαφοσιωμένοι  «τριακόσιοιναφυλάττουν  Θερμοπύλας».
Τομέγαπλήθοςδείχνεινασυναινείστηνκεντρική  κυβερνητικήπολιτικήβασανισμούτουκαιτηνπαρέλαση  απόκαίριακυβερνητικάπόσταημιμαθώνφανατισμένωνακροδεξιών, ταγμένωνστηλεηλασίαελευθεριών, δικαιωμάτωνπεριουσίαςκαιποιότητας  τηςζωήςτου. Λίγοσαστισμένο, πολύυποταγμένο, τομέγαπλήθος, ωσάνπαραιτημένοθύμαπολλαπλώνβιασμών, ήκαι- άραγε;-  ωσάναποδεχόμενοσωρείαπαλαιώνενοχών, δείχνεινααποδέχεταισυνεχείςτιμωρίες, ναμηδιαφωνείστηνήττα.
Πώς; Γιατί; Ωςπότε; ΆβυσσοςηψυχήκαιοιμύχιεςενοχέςτουνεοέλληναΣάμπωςηπερίφημηπερηφάνιααυτούτουλαού, ναεξαντλείται- γιανατοελαφρύνωκαιλίγο- στηντελευταίαατάκατουωραίουανέκδοτου: «ορέ, τιλές; Πονούνταπαλικάρια

Ενκατακλείδι, διαβάζω  πάλικαιπάλι, μεπολλήπροσοχή, τουςπριντόσαχρόνιαγραμμένουςστίχουςτουΜίκηΘεοδωράκη, στοτραγούδιτου:
«Σου είπαν ψέματα πολλά,
ψέματα σήμερα σου λένε ξανά
κι αύριο ψέματα ξανά θα σου πουν,
ψέματα σου λένε οι εχθροί σου
μα κι οι φίλοι σου, σου κρύβουν την αλήθεια»

Υ.Γ. Αφορμή και οφειλή, για τις παραπάνω σκέψεις, μια  πρόσφατη κουβέντα με τον κ. Γιώργο Κορδομενίδη, όπου, εν μέσω άλλων, μου είπε, χαριτολογώντας… σοβαρά: «Πάρα πολλοί,  μου φαίνεται είχαν έναν …ημιυπαίθριο να τακτοποιήσουν…»

[ΠΗΓΗ: Γιάννης Τσολακίδης, Αλήθεια, πόσα ακόμη ψέμματα, αναρτηήθηκε στην Παράλλαξη: http://www.parallaximag.gr/]

25 ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΓΙΑ ΒΙΒΛΙΑ

$
0
0
Το καλοκαίρι είναι πρόσχημα τα βιβλία η αφορμή για το «ταξίδι»

1] Μπαρακούντα
, Χρήστος Τσιόλκας (μτφρ. Άννα Παπασταύρου, Ωκεανίδα)
Η άνοδος και η πτώση ενός εφήβου πρωταθλητή της κολύμβησης. Η ιστορία του Ντάνι Κέλι είναι μια ιστορία για την αποτυχία, την ντροπή και τον έρωτα. Για το πώς είναι να αλλάζεις, όχι μόνο κοινωνική τάξη, σχολείο και φίλους, αλλά κατά βάσιν εαυτό. Ο Χρίστος Τσιόλκας σκιαγραφεί με απόλυτη επιτυχία την ψυχοσύνθεση του νεαρού Ντάνι και τις τεράστιες αλλαγές που αυτή υφίσταται. Μέσα από μια μελετημένη μυθιστορηματική δομή αναδεικνύει έναν ήρωα και μια ιστορία μακριά από κάθε είδους συγγραφικά κλισέ.


2] Το αίμα νερό, Χάρης Βλαβιανός (Πατάκης)
Πραγματική ιστορία είναι αυτή μου μας αφηγείται ο Χάρης Βλαβιανός σε αυτό το πρώτο του μυθιστόρημα. Μια ιστορία αγάπης και αλληλοσπαραγμού, μια ιστορία οικογενειακού κανιβαλισμού δοσμένη μέσα από σαράντα πέντε στιγμιότυπα. Άλλοτε με λυρισμό και άλλοτε με κυνική διάθεση ο συγγραφέας επιτυγχάνει να περιγράψει ελλειπτικά το ζόφο, το κενό, την έλλειψη αγάπης και το βίωμα της απουσίας.

3] Γυναίκα με ποδήλατο, Νικόλας Σεβαστάκης (Πόλις)
Ιστορίες που αντλούνται από παιδικές μνήμες του συγγραφέα στο νησί, τα φοιτητικά του χρόνια στη Γαλλία, τη διαμονή του στη Θεσσαλονίκη. Ιστορίες με έρμα και γλώσσα λιτή, διανθισμένη με ποιητικές πινελιές. O Σεβαστάκης στο πρώτο του πεζογραφικό βιβλίο αποτύπωσε εικόνες δυνατές, έδωσε το στίγμα μιας εποχής που ήδη έχει φύγει αφήνοντας πίσω της μόνο μνήμες και φιγούρες μοναχικών ανθρώπων.

 4] Αλλάζει πουκάμισο το φίδι, Κώστας Ακρίβος (Μεταίχμιο)
Πλεκτό υφών. Αυτοβιογραφία, οδοιπορικό, μαρτυρία: οι ισορροπίες που τηρούνται δηλώνουν τη δόκιμη πείρα του αφηγητή. Το εγώ διαχέεται στους πανταχού παρόντες άλλους, κρατώντας όμως στοιχεία ικανά και αναγκαία για να το αυτοπροσδιορίσουν όποτε και εάν χρειαστεί. Η ροή του λόγου αδιάπτωτη. Βουτιά στο ζέον τώρα, αλλά και επισκέψεις στο συλλογικό κεκτημένο παλαιών παθών και κριμάτων. Δεν κρύβεται η εμπειρία του συγγραφέα: ο στοχασμός δεν διαφθείρει τους άλλους δομικούς συντελεστές του κειμένου, ούτε εκφυλίζει το μυθιστόρημα σε ψευδο-δοκίμιο του συρμού.

5] Ελληνιστί: ο γρίφος, Ηρώ Νικοπούλου (Γαβριηλίδης)
Τα συμπλέγματα, οι καταθλιπτικές εμμονές, τα αίτια και τα αιτιατά των κατά συνθήκη ψευδών των χαρακτήρων αναδύονται με απλότητα και σαφήνεια στο κειμενικό φως. Οι εσωτερικές τριβές των φορέων της συγκινησιακής δράσης συμπλέουν μαζί τους και διερμηνεύονται με αναλυτική δεξιότητα, αλλά και υποδειγματική νηφαλιότητα. Η Ηρώ Νικοπούλου σέβεται τις λεπτομέρειες των εσωτερικών και εξωτερικών τοπίων, παραμένοντας πιστή στο συγγραφικό της όρκο: δεν απορρίπτει εκ των προτέρων το δήθεν μηδαμινό στοιχείο του χώρου ή τη δήθεν αδιάφορη πτυχή της συγκεκριμένης αντίδρασης σε κάποιο ερέθισμα.

6] Λεξικό αναμνήσεων, Γιώργος Χουλιάρας (Μελάνι)
Αν και μπορεί να διαβαστεί σαν λεξικό, το πρωτότυπο και εξόχως συναρπαστικό αυτό έργο συνιστά πρωτίστως ένα πολλαπλώς διευρυμένο, συνειδητά εξομολογητικό, ημιεπινοημένο Bildungsroman. Πλήρες σοφίας βίου, ποικίλων, σαφώς ετερόκλητων, αναστοχαστικών εμπειριών και βεβαίως υποδόριου, ανατρεπτικού χιούμορ, όπως θα περίμενε εξ ορισμού ο έμπειρος αναγνώστης από τον πολυμήχανο, πολύπλαγκτο συγγραφέα, το παρόν βιβλίο συνιστά μια χρηστική επιτομή της συγγραφικής πρότασης του Γιώργου Χουλιάρα. Ο δε έντονος αυτοβιογραφικός τόνος είναι άλλωστε που δίνει στο βιβλίο την ισχυρότερη δόση της ομολογούμενης αίγλης του.

7] Υπόκλιση στον πειρασμό, Ιγνάτης Χουβαρδάς (Οδός Πανός)
Οχτώ διηγήματα του Ιγνάτη Χουβαρδά, τα οποία έχουν ως κύριους πρωταγωνιστές έναν αφηγητή (συχνά με διαφορετικό όνομα) και κάποιο γυναικείο πρόσωπο νεαρής ηλικίας, είκοσι, είκοσι δύο χρονών, που ο αφηγητής προσπαθεί να πολιορκήσει ερωτικά και συνήθως μένει με τη στυφή γεύση του ανικανοποίητου στα χείλη. Στις ιστορίες υπάρχει έντονο το στοιχείο της περιπλάνησης και της μετακίνησης των ηρώων. Επίσης γίνονται συχνά σχολαστικές και ακριβείς περιγραφές προσώπων, δωματίων, αντικειμένων, τοπίων της φύσης, αλλά κυρίως φερσίματος, συμπεριφοράς και σωματικής περιγραφής των ηρωίδων.

8] Η ποίηση των δίσκων, Σάκης Παπαδημητρίου (Σαιξπηρικόν)
Ο πεζογράφος και συνθέτης της τζαζ Σάκης Παπαδημητρίου καταθέτει σε κομψή έκδοση πεζά κείμενα στα οποία φανερώνεται η αλληλοδιείσδυση της ποίησης στην τζαζ και στην αυτοσχεδιαζόμενη μουσική. Ο συγγραφέας εξερευνά μέσα από μια σειρά ανάγλυφων μουσικών πορτρέτων τις διαδικασίες μετατροπής του λόγου σε μουσικό έργο, αλλά και τις μεταξύ τους σχέσεις. Των κειμένων, κάποια εκ των οποίων δημοσιεύτηκαν σε διάφορα περιοδικά, προηγείται εισαγωγή του Κώστα Παπαθανασίου. Ο Σάκης Παπαδημητρίου έκανε γνωστή στην Ελλάδα την τζαζ, όπως ο Χριστιανόπουλος το ρεμπέτικο.

 9] Πολύχρωμες αφηγήσεις, Άντον Τσέχοφ (μτφρ. Πάνος Σταθογιάννης, Ροές)
Δεκατέσσερα διηγήματα του Ρώσου διηγηματογράφου και θεατρικού συγγραφέα, που ανοίγονται σε βάθος εικοσαετίας. Διαφορετικές τεχνοτροπίες και θεματικές, αλλά κοινά σε όλα η πίστη του συγγραφέα στη δύναμη του χαρακτήρα, στη λιτότητα των μέσων, στην ακρίβεια των περιγραφών. Χαμηλόφωνα, κι ενώ συχνά εκκινούν από ασήμαντα περιστατικά, οι ιστορίες του Τσέχοφ αφήνουν έντονη και παρατεταμένη επίγευση.

10] Περιμένοντας τους βαρβάρους, Τζ.Μ. Κουτσί (μτφρ. Μίλτος Φραγκόπουλος, Μεταίχμιο)
Κλασικό πλέον μυθιστόρημα, αν και μόλις πριν λίγες δεκαετίες γραμμένο, που μπορεί να διαβαστεί με πολλούς τρόπους και να γεννά διαρκώς νέα ερωτήματα. Ο «αλληγορικός ρεαλισμός» του νοτιοαφρικανού συγγραφέα σε μια από τις καλύτερες στιγμές του. Συνίσταται η ανάγνωσή του χωρίς να έχει προηγηθεί καμιά άλλη σύσταση: Οι πολλές «συστάσεις» περιορίζουν τους αναγνωστικούς ορίζοντες, ειδικά αν έχει να κάνει κανείς με ολοκληρωμένα λογοτεχνικά έργα. Τουτέστιν, ακόμη και ο κατατοπιστικός πρόλογος του Μίλτου Φραγκόπουλου καλύτερα να διαβαστεί σαν επίμετρο. 

11] Ένα πολύ πρωτότυπο δείπνο, Fernando Pessoa (μτφρ. Κωνσταντίνος Αρμάος, Gutenberg)
Λογοτεχνία φαντασίας, σε πρώτο επίπεδο. Ο Pessoa όμως με αυτό το βιβλίο καταφέρει κάτι πολύ βαθύτερο: Η εξουσία, οι αξίες του Δυτικού Πολιτισμού, η τάση για επιβολή και ο σαρκασμός της ανθρώπινης κατάστασης συνυπάρχουν σε ένα δείπνο υψηλών γαστρονομικών και λογοτεχνικών απαιτήσεων. Υπό το συγγραφικό προσωπείο του Αλεξάντερ Σερτς, ο δεκαεννιάχρονος τότε Pessoa γράφει ένα βιβλίο που η θεματική του θα τον ακολουθεί στα περισσότερα μεταγενέστερα έργα του.

12] Έλα να πούμε ψέματα, Μάρω Δούκα (Πατάκη)
Τρίτο μέρος μιας άτυπης πλην ξεκάθαρης θεματικά και υφολογικά τριλογίας, μετά τα
 Αθώοι και Φταίχτες και Το δίκιο είναι ζόρικο πολύ. Εστιάζοντας στην γενέτειρά της Κρήτη, η Μάρω Δούκα μπολιάζει ιστορικά γεγονότα μεγάλου, μικρού και ελάχιστου βεληνεκούς με γερές δόσεις μυθοπλασίας, σε αναζήτηση των δυνάμεων που κινούν την Ιστορία, ανυψώνουν ή καταρρακώνουν ζωές και υπολήψεις. Λεπτομερή ιστορικά στοιχεία (πλεονάζοντα, ίσως, για τη μυθιστορηματική οικονομία, από διάθεση πιστότητας και ακριβολογίας), πολλά πρόσωπα, ενδελεχής έρευνα με την αγωνία αναζήτησης νοήματος και ηθικής δικαίωσης, με το βλέμμα στους αδύναμους, τους ξεχασμένους, αλλά και σ'εκείνους, τους ισχυρούς, που επεδίωξαν και κατάφεραν με την αύρα του νικητή να ξεπλύνουν τις προσωπικές τους αμαρτίες στη μεταπολεμική Ελλάδα.

13] Σκηνές από τον βίο του Ματίας Αλμοσίνο, Ισίδωρος Ζουργός (Πατάκης)
Ένα μυθιστόρημα που εξιστορεί τις κακοτράχαλες διαδρομές του προοδευτικού πνεύματος στην Ευρώπη. Εκδοτικό κατόρθωμα και οπωσδήποτε μια συγγραφική υπέρβαση από πλευράς Ισίδωρου Ζουργού. Οι πνευματικές ζυμώσεις στην Ευρώπη του 17ου αιώνα, όπου αντιμάχονταν τα αυταρχικά δόγματα με τις δυνάμεις της καινοτομίας. Ο Ματίας Αλμοσίνο, ένας θερβαντικός ήρωας γέννημα θρέμμα της διαφωτιστικής σποράς, συγκρούεται με την οπιστοδρόμηση, παίρνοντας μέρος στη δόμηση του επιστημονικού μοντερνισμού. Η επιτυχία του συγγραφέα είναι ότι δεν κατασκευάζει έναν μονόπλευρο «φωταδιστή». Αλλά έναν διαλεκτικό χαρακτήρα με οικουμενικές διαστάσεις.

14] Οι μνήμες με βλέπουν, Tomas Transtromer (μτφρ. Βασίλης Παπαγεωργίου, Σαιξπηρικόν)
Ο νομπελίστας ποιητής σε μια εκ βαθέων ανασκόπηση όσων τον εμπεριέχουν. Όλων όσων σπιθήζουν τους στίχους του. Ο ποιητής αυτοβιογραφείται όπως ένας πίνακας ανακαλεί τα χρώματα να παίξουν μαζί του για άλλη μια φορά. Η αποθέωση της αφαίρεσης για έναν από τους τελευταίους διανοούμενους της μεταπολεμικής γενιάς, στην Ευρώπη. Σχολαστικά, προσπαθεί να εισβάλλει στο σκληρό δέρμα της εμφατικής του μοίρας, για να σχολιάσει από ευγενή απόσταση τα πεπραγμένα ενός πολυτάραχου βίου. Ένα σπαρακτικό χρονογράφημα μνήμης, για τους εραστές της τέχνης του λόγου.

15] Οι ιστορίες του Καντέρμπερυ, Geoffrey Chaucer (μτφρ. Δημοσθένης Κορδοπάτης, Μελάνι)
Οι Ιστορίες του Καντέρμπερυ, ένα από τα ποιητικά θεμέλια της αγγλικής λογοτεχνίας, γράφτηκαν στα τέλη του 14ου αιώνα και η επίδρασή τους στη Δυτική λογοτεχνία είναι ανυπολόγιστη. Στις Ιστορίες του Καντέρμπερυ παρελαύνει όλη η ανθρώπινη τραγικωμωδία: έρωτας και σεξ, πόλεμος και θάνατος, αγάπη και μίσος, πλούτος και φτώχεια, γάμος και οικογένεια, δικαιοσύνη, εξουσία, φιλία, θρησκευτική πίστη, ζήλια, φιλαργυρία, κ.α. Το σημαντικότερο έργο του Τσόσερ κυκλοφορεί για πρώτη φορά στα ελληνικά σε μια προσιτή πεζογραφική απόδοση.

16] Φυλαχτό, Roberto Bolano (μτφρ. Κρίτων Ηλιόπουλος, Άγρα)
Η Αουξίλιο Λακουτύρ θα μας αφηγηθεί σε πρώτο πρόσωπο ένα μέρος της προσωπικής ιστορίας της, ένα μέρος της ιστορίας της νεότερης λατινοαμερικάνικης ποίησης (και ιστορίας), και μαζί ένα μέρος της ιστορίας της νεότερης παγκόσμιας λογοτεχνίας. Έχει κατορθώσει να κάνει το μικρό της όνομα, Αουξίλιο, και πράγμα: να βοηθά τους νέους ποιητές του Μεξικού. Ο μονόλογός της κρατά γερές ισορροπίες ανάμεσα στη σοφία και την αθωότητα, στη γνώση και την αφέλεια, στην υποστήριξη κοινωνικών αξιών και στο πρόταγμα της ατομικότητας, ενώ διαπλέκει μυθοπλαστικούς χαρακτήρες, ιστορικές προσωπικότητες και ήρωες άλλων βιβλίων του συγγραφέα σε ένα ιδιοφυές μεταμοντέρνο μείγμα.

17] H Καρδερίνα, Donna Tart (μτφρ. Χριστιάννα Ελ. Σακελλαροπούλου, Λιβάνη)
Το τρίτο μυθιστόρημα της Ντόνα Ταρτ που έχει ήδη αποσπάσει το Πούλιτζερ και έχει διχάσει τους κριτικούς ως προς την λογοτεχνική του αξία. Ο δεκατριάχρονος Θίο Ντέκερ χάνει τη μητέρα του σε ένα τρομοκρατικό χτύπημα στο Metropolitan Art Museum και αποσπά από τα χέρια ενός γέρου έναν μικρό πίνακα με μια καρδερίνα. Πρόκειται για το αριστούργημα του Carel Fabritius. Ο Θίο περιπλανάται από την Νέα Υόρκη στο Λας Βέγκας και στο Άμστερνταμ, συναντά έναν αριθμό από εκκεντρικούς χαρακτήρες, περιθωριακούς και ιδιόρρυθμους, κουβαλώντας πάντα μαζί του την καρδερίνα – τον μοναδικό συνδετικό κρίκο με τη μητέρα του.

18] Και τα βουνά μίλησαν, Khaled Hosseini (μτφρ. Αργυρώ Μαντόγλου, Ψυχογιός)
Μια δυνατή ηχώ διαπερνάει ολόκληρο το μυθιστόρημα του Αφγανού συγγραφέα. Πρόκειται για την ηχώ της κραυγής δυο παιδιών που τα χώριζαν βίαια, όταν το ένα πουλήθηκε σε εύπορη οικογένεια της Βαγδάτης. Αυτό το πολυφωνικό μυθιστόρημα, με σύνθετη δομή και πολλές νοηματικές διαστρωματώσεις εκτυλίσσεται σε διάφορα σημεία του κόσμου, από το Αφγανιστάν, στην Καλιφόρνια, το Παρίσι, μέχρι την Τήνο. Υπάρχουν και εδώ αρκετά από τα θέματα που κυριαρχούν στα πρώτα μυθιστορήματα του συγγραφέα: η σχέση ανάμεσα σε γονείς και παιδιά, ο τρόπος που το παρελθόν στοιχειώνει το παρόν και η απόπειρα χαρτογράφησης του σκοτεινού κόσμου του μύθου, μια θολή επικράτεια που όμως εισβάλλει και επηρεάζει την πραγματικότητα.

19] Το ελάχιστο ίχνος, Βαγγέλης Χατζηγιαννίδης (Ροδακιό)
Ένα μυθιστόρημα για το ίχνος που αφήνει ο άνθρωπος στο πέρασμά του από τη ζωή και την τέχνη αλλά και για το ίχνος που αφήνει η τέχνη στη ζωή του, μια που σε αυτό το βιβλίο ζωή και τέχνη αλληλοδιαπλέκονται μέχρι στο τέλος να γίνουν ένα. Μια ιστορία για όσους το καλοκαίρι δεν φοβούνται να κολυμπήσουν στα βαθιά – βοηθάει άλλωστε και η άνωση του υποδόριου χιούμορ του εξαιρετικού συγγραφέα.

20] Η εξαίσια γυναίκα και τα ψάρια, Ανδρέας Μήτσου (Καστανιώτης)
Σύντομα αφηγήματα γραμμένα ως επί το πλείστον σε πρώτο πρόσωπο, με φόντο ρεαλιστικό, απ'όπου ξεπηδάει ανεπαίσθητα το παράξενο. Ολιγοσέλιδες ιστορίες που μέσα τους όμως χωράνε καλοδιπλωμένες μνήμες, κακοχωνεμένες απώλειες, κακοφορμισμένοι έρωτες, ζωώδη ένστικτα και αιφνίδιες ανατροπές.

21] Ένα τρίτο αλήθεια και δύο τρίτα ψέματα, Γιάννης Πλιάγκος (Κέδρος)
Ένα πολύ καλογραμμένο μυθιστόρημα από έναν πρωτοεμφανιζόμενο λογοτέχνη. Το νήμα της αφήγησης κρατάει ένας νεαρός άντρας ο οποίος χάνει τη γυναίκα του. Το «φάντασμά» της θα τον οδηγήσει μέσα από σκοτεινές διαδρομές αποκαλύψεων στην τελική αυτοαποκάλυψη. Γλωσσική ευφορία, αυτοσαρκασμός και ύφος λεπτοδουλεμένο στην υπηρεσία ενός περιεχομένου που άπτεται κοινωνικών, ψυχαναλυτικών και φιλοσοφικών ζητημάτων, ενταγμένων θαυμάσια στην πλοκή.

22] Η γιορτή της ασημαντότητας, Milan Kundera (μτφρ. Γιάννης Η. Χάρης, Εστία)
Στο τελευταίο αυτό βιβλίο του Μίλαν Κούντερα οι χαρακτήρες συναντώνται σε ηλικία καθοριστική για την αποτίμηση της ζωής τους κι επιλέγουν αφηγήσεις των οποίων κύριο γνώρισμα είναι το χιούμορ. Μια υποτιθέμενη εξιστόρηση του Στάλιν υποσκάπτει τη σοβαρότητα κάθε άλλης πιθανής αφήγησης. Το μυθιστόρημα σαρκάζει το ανθρώπινο ψέμα, τα ανεκπλήρωτα καλλιτεχνικά όνειρα, την αδυναμία χαρακτήρος, τα άλυτα οιδιπόδεια. Τυχαιότητα, ανάδειξη του αστάθμητου παράγοντα, διακωμώδηση της σοβαρότητας της ζωής, ανεκδοτολογικό ύφος, ερωτισμός που μετεπενδύεται και η σοφία της αποδοχής του «τέλους του αιώνα».

23] Ο ήχος των πραγμάτων όταν πέφτουν, Juan Gabriel Vàsquez (μτφρ. Αχιλλέας Κυριακίδης, Ίκαρος)
Ο ήχος των πραγμάτων όταν πέφτουν είναι το ντοκουμέντο του θανάτου ενός τυχαίου συνοδοιπόρου, στην εξιχνίαση του οποίου αποδύεται ο αφηγητής, ώσπου γίνεται αυτήκοος μάρτυρας της ιστορίας της χώρας του και της ανατριχιαστικής ανθρώπινης μοίρας. Γραφή στέρεη και σαρκική, ολοκληρωμένο ψυχογράφημα και γλαφυρή αποτύπωση της δεκαετίας του εξήντα στην Κολομβία. Το μυθιστόρημα κέρδισε από τον δήμο του Δουβλίνου το βραβείο IMPAC, που βασίζεται στις προτάσεις ενός παγκοσμίου δικτύου βιβλιοθηκών, ενώ εν Ελλάδι καθιερώθηκε ήδη στην υποδειγματική μετάφραση του Αχιλλέα Κυριακίδη.

24] Φάλκονερ, John Cheever (μτφρ. Ιλάειρα Διονυσοπούλου, Καστανιώτης)
Στο γνωστό μυθιστόρημα «φυλακής» του Τσίβερ (κατά το περιοδικό «ΤΙΜΕ», ένα από τα 100 καλύτερα αγγλόφωνα λογοτεχνικά έργα του εικοστού αιώνα) η συγκατοίκηση με τον κίνδυνο και την ωμότητα στο σωφρονιστικό ίδρυμα «Φάλκονερ» οδηγεί ένα φυλακισμένο στο καταφύγιο των αναμνήσεων, που του ανήκουν και τον διασώζουν από την αποκτήνωση. Η αφήγηση της εξάρτησής του από τα ναρκωτικά και τον διαλυμένο γάμο του, και η αναπόληση της χαμένης του ελευθερίας ανασύρουν τον Ιεζεκιήλ Φάραγκατ από τη χορεία των περιθωριακών και τον καθιερώνουν ως επαναστατική μορφή, άξιο διάδοχο των ηρώων των μεγάλων κλασικών μυθιστορημάτων.

24] Νοέμβριος, Γιώργος Σκαμπαρδώνης (Πατάκη)
Ο διηγηματογράφος αρπάζεται από μικρές αφορμές, οι οποίες κινητοποιούν το μυαλό και την καρδιά του, πάνω σ'αυτές κάνει τις προσωπικές του συνδέσεις κι έτσι γράφει ολιγοσέλιδα κείμενα, που συναιρούν το παρόν και το παρελθόν, το προσωπικό και το συλλογικό, το βιωμένο και το φανταστικό. Η αφορμή-σκαντάλη πυροδοτεί έναν εσωτερικό μηχανισμό σύλληψης και επεξεργασίας της πρωτογενούς ύλης, με τη μνήμη, την αναδρομή και τη σύναψη αντίθετων και οξύμωρων σχημάτων να οδηγούν σε ακαριαίες αισθητικές καταβυθίσεις. 33 διηγήματα για το πώς το μικρό ξυπνάει το μεγάλο...
25] Ρετροσπεκτίβα, Abraham B. Yehoshua (Πόλις)
Ένα αναδρομικό αφιέρωμα με την προβολή των πρώτων ταινιών του κάνει τον γηραιό σκηνοθέτη να δει με άλλο μάτι όχι μόνο την ίδια την τέχνη του, αλλά και τις σχέσεις του με τους άλλους (ηθοποιούς, σεναριογράφο, λοιπούς συντελεστές). Έτσι, το μυθιστόρημα του ισραηλινού πεζογράφου οργανώνει περίφημα στην πλοκή του σκέψεις για την τέχνη, τη μνήμη και την υποκειμενικότητα που διασταυρώνεται με τις αλήθειες των άλλων, ώσπου να οδηγήσει σε μια λυτρωτική μετάνοια και σε μια έμπρακτη απολογία. Ένα μεγάλο έργο ενός σπουδαίου συγγραφέα.


Το καλοκαίρι είναι πρόσχημα τα βιβλία η αφορμή για το «ταξίδι»: 25 προτάσεις από τους συνεργάτες του BOOKPRESS 

Ας κρατήσουμε το τραγούδι μας για να βρούμε το δρόμο της ζωής μας

$
0
0
Υπάρχει μια φυλή στην Αφρική, όπου η ημερομηνία γέννησης ενός παιδιού δεν υπολογίζεται από τη στιγμή που γεννήθηκε, ούτε από τη στιγμή της σύλληψης, αλλά από την ημέρα που το παιδί υπήρξε ως σκέψη στο μυαλό της μητέρας του. Και όταν μια γυναίκα αποφασίζει ότι θα έχει ένα παιδί,  πάει και κάθεται κάτω από ένα δέντρο μόνη και ακούει όσο μπορεί να ακούσει το τραγούδι του παιδιού που θέλει να έρθει. Και αφού έχει ακούσει το τραγούδι, πάει πίσω στον άνθρωπο που θα είναι ο πατέρας του παιδιού, και το διδάσκει σ’ αυτόν. Και στη συνέχεια, όταν κάνουν έρωτα για να συλλάβουν σωματικά το παιδί, τραγουδούν το τραγούδι του παιδιού, ως ένα τρόπο για να το καλέσουν.


Στη συνέχεια, όταν η μητέρα είναι έγκυος, διδάσκει το τραγούδι του παιδιού στις μαίες και τις ηλικιωμένες γυναίκες του χωριού, έτσι ώστε όταν το παιδί γεννιέται, να τραγουδήσουν το τραγούδι του για να το υποδεχθούνε. Και καθώς το παιδί μεγαλώνει, οι άλλοι κάτοικοι του χωριού διδάσκονται το τραγούδι του. Εάν το παιδί πέσει και χτυπήσει ή όταν πονάει το γόνατο του, κάποιος αρχίζει να του τραγουδά το τραγούδι του. Ή όταν το παιδί κάνει κάτι θαυμάσιο, ή περνά μέσα από τις τελετές της εφηβείας και της ενηλικίωσης, οι κάτοικοι του χωριού τραγουδούν το τραγούδι του για να το τιμήσουν.
Στην αφρικανική φυλή υπάρχει μία άλλη περίσταση κατά την οποία οι κάτοικοι τραγουδούν για το παιδί  Σε οποιαδήποτε στιγμή κατά τη διάρκεια της ζωής του, κάποιος που διαπράττει ένα έγκλημα ή μια παρεκκλίνουσα κοινωνική πράξη καλείται στο κέντρο του χωριού και οι άνθρωποι στην κοινότητα σχηματίζουν ένα κύκλο γύρω του. Στη συνέχεια, τραγουδούν το τραγούδι του ενόχου.

Η φυλή αναγνωρίζει ότι η διόρθωση της αντικοινωνικής συμπεριφοράς δεν είναι η τιμωρία. Είναι η αγάπη και η ανάμνηση της ταυτότητας. Όταν έχω αναγνωρίσει το δικό μου τραγούδι, δεν έχω καμία επιθυμία ή την ανάγκη να κάνω κάτι που θα βλάψει τον άλλο.

Και το τραγούδι είναι ο τρόπος μέσα από τη ζωή τους. Στο γάμο, τα τραγούδια των νεόνυμφων τραγουδιούνται, μαζί. Και τέλος, όταν αυτό το παιδί είναι ξαπλωμένο στο κρεβάτι, έτοιμο να πεθάνει, όλοι οι κάτοικοι γνωρίζουν το τραγούδι του, και του το τραγουδούν – για τελευταία φορά.

Μπορεί να μην έχουμε μεγαλώσει σε μια αφρικανική φυλή που τραγουδάει το τραγούδι μας σε κρίσιμες μεταβάσεις της ζωής μας, αλλά η ζωή  πάντα μας υπενθυμίζει πότε είμαστε σε αρμονία με τον εαυτό μας και πότε όχι. Όταν αισθανόμαστε καλά,  αυτό που κάνουμε ταιριάζει με το τραγούδι μας  ενώ όταν αισθανόμαστε άσχημα, δεν συμβαίνει αυτό. Στο τέλος, θα αναγνωρίσουμε όλοι μας το τραγούδι μας και θα το τραγουδούμε καλά. Μπορεί να αισθανθούμε λίγο αμήχανα αυτή τη στιγμή, αλλά έτσι έχουν όλα όσα έχουν να κάνουν με σπουδαίους τραγουδιστές.

Ας κρατήσουμε το τραγούδι μας και θα βρούμε το δρόμο μας για το σπίτι.

[ΠΗΓΗ: banoosh.com - Μετάφραση: Αρκούλη Κυριακή]

Γράφω και πολύ καλά κάνω (δεν υπάρχει ζωή … χωρίς καθόλου μύθο)

$
0
0
Στην αρχή ήταν το κείμενο. Το σιωπηλό κείμενο. Το τυπωμένο στο χαρτί. Δεν υπήρχε φωνή. Η φωνή (του ποιητή) μού φαινόταν μια παλιομοδίτικη πόζα. Ένας ναρκισσισμός εκτός τόπου και χρόνου. Μια μελοδραματική κορώνα που σκοπό είχε, το πολύ, να υποτάξει τις φιλόμουσες κορασίδες στη μάτσο-γοητεία, στην εξουσία της ποιητικής εκδοχής του «πονηρού πολιτευτή». Άλλωστε αυτός ο τελευταίος δεν ήταν που διάβαζε «και Ρίτσο και αρχαία τραγωδία»; Κάθε ποιητική προφορικότητα με παρέπεμπε σε έναν ξεπερασμένο, εξουσιαστικό στόμφο, σχεδόν πάντα γένους αρσενικού. Με παρέπεμπε και σε έναν συγκεκριμένο ρόλο για τον ποιητή, που και σήμερα τον αρνούμαι: τον ποιητή-ήρωα, τον γραφικό και αφελώς ρομαντικό, τον κάτοχο μιας μυστικής αλήθειας. Τον ποιητή–προφήτη– κι ας είναι όσο θέλει μεταμφιεσμένος με μοντέρνα ή με μεταμοντέρνα στολή. Η προφορικότητα, όταν άρχισα να συνειδητοποιώ τον εαυτό μου ως άνθρωπο που γράφει και δημοσιεύει, ήταν για μένα συνώνυμη με ένα καθεστώς που ποθούσα διακαώς να ανατινάξω.


Η ανάγνωση είναι μια τέχνη ξεχωριστή: αν πρέπει κανείς να διαβάζει, οφείλειτουλάχιστον να το κάνει καλά

Υπήρχαν όμως και δευτερεύουσες ενστάσεις. Αν έπρεπε κάποτε να ακούγεται κιόλας, υποχρεωτικά, γιατί δεν μπορούσε να γίνει αλλιώς, η φωνή της ποιήτριας ή του ποιητή, τότε αυτό όφειλε να το αντιμετωπίζει κανείς ως μιαν απαιτητική, ξεχωριστή εργασία. Με εξόργιζε, εξίσου, η περιφρόνηση εκ μέρους ποιητών ή ποιητριών των ιδιαίτερων απαιτήσεων της προφορικότητας: η προχειρότητα, η τσαπατσουλιά, η ευκολία. Γιατί ένας εύκολος τρόπος να κρύβεις το φόβο σου είναι να περιφρονείς αλαζονικά το κοινό. Η ανάγνωση, όμως, είναι μια τέχνη ξεχωριστή. Αν έπρεπε κανείς να διαβάσει, όφειλε τουλάχιστον να το κάνει καλά. Κι όπως τα περισσότερα πράγματα, έτσι κι αυτό χρειαζόταν να το μάθει κανείς και να ασκηθεί σε αυτό. Από την πλευρά μου ωφελήθηκα, νομίζω, πολύ όταν, για να τα καταφέρω, παρακολούθησα έναν πλήρη κύκλο της θεραπείας/μεθόδου «Τοματίς». Αυτό με βοήθησε και να ακούω πιο σωστά και να διαβάζω καλύτερα.
Η προσπάθειά μου να μην κουράσω παραπάνω, να μην οδηγήσω σε βαθύ χασμουρητό τους ακροατές και τις ακροάτριες όποτε, υπακούοντας στην ανάγκη, ενέδιδα, εξαιρετικά σπάνια, σε δημόσιες εμφανίσεις και απαγγελίες, δεν με οδήγησε πάντως στην άρση των βασικών μου ενστάσεων. «Όλο αυτό» εξακολουθούσε να μου φαίνεται μια σκονισμένη τελετουργία. Η ποίηση ήταν για μένα –έτσι έλεγα– Drucksache: έντυπο.Φυσικά, δεν έλεγα αλήθεια: έγραφα πάντα κυρίως με το αυτί και διάβαζα πάντα δυνατά, ώρες ατέλειωτες. Σπανίως ανοιγόμουν σε σημείο που να με ακούσουν και άλλοι, σε συντροφιά. Υπήρξε ένα βράδυ Αυγούστου που διαβάσαμε την Αμοργό σε μια παραλία της Αργολίδας με την Τζένη, τη Σοφία, τον Βαγγέλη. Κυρίως όμως διάβαζα στη μοναξιά. Το πρόβλημά μου ήταν, εκτός από τον εξουσιαστικό στόμφο και την πόζα, η προβληματική συνθήκη του δημόσιου χώρου σε σχέση με τους ποιητές και την ποίηση.
Γιατί έτυχε η εποχή των πρώτων μου βημάτων να συμπέσει με ένα είδος ναδίρ, ειδικά στην Ελλάδα, στο συγκεκριμένο «μετιέ». Θα θυμάστε ίσως τη συζήτηση για τον θάνατο της ποίησης, καθώς την εποχή εκεί γύρω στα τέλη της δεκαετίας του ‘90 όταν, μεσουρανούντος του life style και της εν γένει ευκολίας, το να ομολογεί κανείς ότι γράφει ποίηση ακουγόταν πολύ, μα πάρα πολύ παράξενο. Αν πάρουμε στα σοβαρά εκείνη την περίφημη διάκριση των ποιητών σε «γενιές» ανά δεκαετία, τότε θα θυμούνται κάποιοι ασφαλώς ότι η σοδειά της δεκαετίας του ‘90 ήταν μετά από χαλαζόπτωση. Ξεμυτίσαμε λιγοστοί, με κάμποση συστολή, ασαφή προέλευση και αδιάγνωστη στόχευση, έχοντας αποδεχτεί γερή δόση δυσκολίας για αρχή αλλά, όπως εύλογα μπορεί κανείς να υποθέσει, κυοφορώντας κι έναν πυρήνα –πώς να το κάνουμε– πεισματάρικο. Αν πρέπει να μιλήσω για τον εαυτό μου, η βασική συνθήκη που χαρακτήρισε τις παρθενικές μου εμφανίσεις ήταν μια συντριπτική σχεδόν έλλειψη αυταπάτης. Η απομάγευση, σε όλο της το μεγαλείο.
Η δημιουργία της παρέας του Dasein (στο ομώνυμο μπαρ των Εξαρχείων) στα μέσα της δεκαετίας του 2000, με πρωτοβουλία και συμμετοχή ποιητών και ποιητριών νεώτερων από μένα ή περίπου σαν εμένα, κυρίως του Γιώργου Χαντζή, της Κατερίνας Ηλιοπούλου αλλά και πολλών άλλων, ήταν το πρώτο βαθύ σχίσιμο στο αμυντικό μου αντι-προφορικό παραπέτασμα. Η όλη υπόθεση στηριζόταν σε αρχές που με ενέπνεαν: ήταν συλλογική και χαμηλών τόνων, ήταν εξίσου στραμμένη στο εντός και το εκτός των συνόρων χωρίς δογματισμούς, ήταν ό,τι έπρεπε για εργαστήριο, δοκιμές και πειραματισμούς. Ήταν –για δες, λοιπόν, που μπορούσε να υπάρξει κάτι τέτοιο χωρίς αλκοολικούς μποέμ που να «την πέφτουν» αλύπητα στα θηλυκά και να εθνολογούν παροξυσμικά–, ήταν μια συντροφιά!
Και καθώς στο ασφαλές πλαίσιο αυτής της συντροφιάς ήρθη διπλά η συνθήκη των αναστολών μου (τόσο ως προς το ποιητικό υποκείμενο όσο και ως προς τον περίγυρο), άρχισα κι εγώ να διαβάζω κάπου-κάπου για ένα κοινό. Φυσικά, επειδή από τα κολλήματά του δεν ξεκολλά κανείς από τη μια μέρα στην άλλη, επινόησα μιαν αξιοπρεπή δικαιολογία, που δεν στερούνταν άλλωστε πραγματικής βάσης. Οι απαγγελίες μου λοιπόν στο dasein είχαν, έλεγα, εργαστηριακό χαρακτήρα: αποσκοπούσαν στη δοκιμή υπό έκδοση ποιημάτων σε ένα ακροατήριο κατά τεκμήριο προσεχτικό, φιλικό αλλά και απαιτητικό, από το οποίο μπορούσε κανείς να περιμένει υποδείξεις και διορθώσεις άξιες λόγου. Χωρίς να το πολυψάξω ενέδωσα σε μιαν αρχή προφορικότητας, με στόχο τη δοκιμή και τη βελτίωση. Κι ενώ οι στόχοι αυτοί υπηρετήθηκαν με το παραπάνω από τις αναγνώσεις και την κριτική συζήτηση που τις ακολουθούσε κάθε φορά, άρχισε να εμπεδώνεται αργά αλλά σταθερά και μια νέα πλαισίωση της προφορικότητας, της απαγγελίας, της δημόσιας εκφοράς του ποιητικού λόγου. Αυτή η πλαισίωση είχε έναν χαλαρά δικτυακό χαρακτήρα, είχε συγκεκριμένα υποκείμενα-πρωταγωνιστές και, όπως φάνηκε αργότερα, άντεξε στο χρόνο και αποδείχτηκε γόνιμο έδαφος για τη συνέχεια.
Όμως δεν γίνεται και χωρίς καθόλου μύθο. Έστω μισοσβησμένο, έστω μονάχα σαν θρόισμα, σαν υποψία. Σαν την ιδέα μιας γεύσης για την οποία κάπου, κάποτε μάς μίλησε κάποιος. Στο όνειρο; Έστω και σε αυτό. Η τιμωρημένη και απωθημένη εντός μου προφορικότητα, που άρχιζε σιγά-σιγά να αποκαθίσταται και να επιστρέφει με τη βοήθεια της συντροφιάς του dasein, είχε ένα τέτοιο, ελάχιστο, μυθικό σημείο αναφοράς. Ήταν οι Ρώσοι. Τρέχα-γύρευε τώρα γιατί. Θέλετε γιατί ο Μαγιακόφσκι υπήρξε αρκετά εξωτικός και αρκετά τραγικός για να του επιτρέψω να καταλάβει στη φαντασία μου ένα καρέ του ποιητή που απευθύνεται στα πλήθη με βροντερή φωνή; Θέλετε γιατί ήταν μαγικά όμορφη η Αχμάτοβα; Θέλετε γιατί η Τσβετάγιεβα έγραφε με το αίμα της καρδιάς; Μήπως περισσότερο γιατί όλοι αυτοί και άλλοι ακόμα είχαν μιαν ολοζώντανη σχέση με την παράδοση, άρα και με τη σωματικότητα – βλέπε: προφορικότητα, θεατρικότητα; Χρειάζεται πάντοτε το ξένο ως διαμεσολαβητής με τον τραυματισμένο εαυτό μας. Αυτή η –φαντασίωση μάλλον παρά γνώση– που αφορούσε τους Ρώσους άρχισε να λύνεται μέσα μου ένα βράδυ στο μακρινό Μπρεμερσχάβεν. Ήμουν καλεσμένη να απαγγείλω στο εκεί φεστιβάλ λογοτεχνίας, μαζί με τη Ρωσίδα Όλγα Μαρτίνοβα. Όταν ήρθε η ώρα της Μαρτίνοβα, έκανε αυτή μια κίνηση που ακόμα θυμάμαι την ενέργεια που μεμιάς εξέλυσε στον χώρο. Σηκώθηκε όρθια. Είπε «θα απαγγείλω όρθια γιατί στη Ρωσία τα ποιήματα έτσι τα απαγγέλλουμε». Και ύστερα άρχισε. Νομίζω πως, πριν καλά-καλά αρχίσει, μας είχε (συνε)πάρει όλους, μαζί και τα μπετά του κτιρίου, μόνο με την κίνησή της αυτή: μας ανατοποθέτησε και μας άνοιξε τα αυτιά. Όχι βίαια αλλά δυναμικά.
Λίγο dasein, λίγο Ρωσία, φτιάχτηκε σιγά σιγά ένα μικρό απόθεμα. Οι αναγνώσεις παρέμεναν, μολαταύτα, κυρίως αναγκαίο κακό. Χίλιες φορές να έγραφα 20.000 λέξεις παρά να απαγγείλω 100. Πριν προχωρήσω, θα ήταν σοβαρή παράλειψη να μην αναφέρω εδώ τη Φοίβη Γιαννίση και την υποδειγματική δουλειά που από χρόνια έχει ξεκινήσει στην προφορική εκφορά του ποιητικού λόγου, με δοκιμές, πειραματισμούς και συγκεκριμένες καταθέσεις, σε μιαν εποχή, μάλιστα, που οι Έλληνες ποιητές και ποιήτριες τελούσαμε, από την άποψη αυτή, σε συνθήκες μιας μάλλον αυτιστικής άγνοιας.
Η Φοίβη έδωσε στο μικρό μου απόθεμα πιο δυνατή φωνή και μιαν αρχή θάρρους.
Ώσπου ήρθε –πάνω στην ώρα, φαίνεται– η κρίση. Ήρθε και, όπως ξέρουμε πλέον, εγκαταστάθηκε για τα καλά ανάμεσά μας. Για την κρίση [αίτια-αφορμές-επιπτώσεις] ο καθένας έχει και δικαιούται απολύτως να έχει τη γνώμη του. Είναι επίσης θεμιτό και φυσικό η κρίση να συσχετίζεται και να συναρτάται πολλαπλώς με την ποίηση. Εδώ θα μιλήσω για κάτι πιο πρωτογενές, που ανάγεται σχεδόν στη σφαίρα των αντανακλαστικών και του ενστίκτου. Η κρίση όπως ο πόλεμος, είναι καταστάσεις σοκ, καταστάσεις αποκάλυψης αποκαθήλωσης και, ενδεχομένως, κάθαρσης. Όταν οι βεβαιότητες καταρρέουν και τα περιθώρια γύρω σου στενεύουν, δεν είναι περίεργο να αναζητάς στήριγμα και καταφύγιο σε αυτό που κουβαλάς μέσα σου ως στοιχειώδες. Δεν είναι περίεργο η κρίση να προκαλεί μια ραγδαία επιταχυνόμενη αναγωγή σε – αλήθεια, σε τι; Περισσότερο από τη γλώσσα, την ταυτότητα, την όποια επινόηση, ευκολότερα και πιο αυτονόητα ανάγεται κανείς στη στοιχειώδη υλική του φύση: σώμα, φωνή, χειρονομία. Δοκιμάζει να δει αν αρκούν αυτά για να υπάρξει. Δοκιμάζει τα όρια και τις δυνατότητες αυτού του στοιχειώδους. Φυσικά, χωρίς να θέλω να προσδώσω τόνους περιττά δραματικούς, υπάρχει και η σκηνοθεσία του ναυάγιου, της απελπισίας, της απόγνωσης, που βοηθάνε όπως και να το κάνουμε. Υπάρχει η αναβίωση του Οδυσσέα που τον ξεβράζει η θάλασσα στο νησί των Φαιάκων και παίρνει το ρίσκο να κοιμηθεί τυλιγμένος φύλλα. Θα κρατηθεί ζωντανή η φλόγα της ζωής μέσα στο σώμα-κάρβουνο; Θα κερδίσει ο λόγος χρόνο για ένα ακόμη επεισόδιο;
Κάπως έτσι μεταλλάχθηκε η δική μου χημεία με την ίδια μου την υπόσταση: τη φωνή μου και τη σχέση μου με τον άλλον-ως-ακροατήριο. Άλλαξαν πέρα για πέρα οι δονήσεις. Ένα ζήτημα ζωής-ή-θανάτου ήρθε να εμφυσήσει την αλήθεια του μέσα στους στίχους. Για κάποιον λόγο η κρίση έβγαλε από μέσα μου ένα κάπως επιθετικό «γράφω και πολύ καλά κάνω, αν θέλετε να ξέρετε».Αυτό, με τη σειρά του, με οδήγησε σε φιλόξενες αγκαλιές-ακροατήρια, που προς μεγάλη μου έκπληξη ήθελαν και παρα ήθελαν να ξέρουν. Κάπως έτσι. Ξαφνικά, το να απαγγέλλεις έπαψε να είναι παραξενιά. Και δεν είναι ιδέα μου: το νιώθω ότι κάτι έχει αλλάξει βαθιά στον αέρα μέσα στις αίθουσες απαγγελίας. Θα το περιέγραφα σχηματικά ως αλλαγή προθέσεων και προσδοκιών. Οι ποιητές, εμείς, απαγγέλλουμε έχοντας συναίσθηση μιας κάποιας ευθύνης. Κάτι αναλαμβάνουμε με τα λόγια μας. Και ο κόσμος, οι άλλοι, που έρχονται να μας ακούσουν (εμείς συχνά και στους δυο ρόλους, απαγγέλλοντος και ακροατηρίου), έρχονται πλέον γιατί κάτι ψάχνουν να βρουν μέσα στα λόγια μας. Πιθανολογούν ότι μέσα στα λόγια αυτά μπορεί και κάτι να υπάρχει. Προσδοκούν ότι στη διάρκεια μιας απαγγελίας, εκεί και τότε, κάτι μπορεί και να συμβεί και να αλλάξει λίγο τον εαυτό, τη συνύπαρξη, δηλαδή τη ζωή την ίδια.

Το κείμενο, βέβαια, ήταν πάντα εκεί. Το ίδιο και οι ποιητές. Η φωνή, το στόμα, το σώμα, τα χέρια, η ανάσα είναι που με έναν μυστήριο τρόπο επιστρέφουν από την απουσία. Θέτοντάς μας, φυσικά, μπροστά σε νέες (παλιές) προκλήσεις.

Στις απαγγελίες των γενεθλίων της Ποιητικής στο free thinking zone, στη συλλογική performance «Τέττιξ» της Φοίβης Γιαννίση στο Εθνικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης, στη δίγλωσση απαγγελία γερμανόφωνης ποίησης με τη βοήθεια του Παναγιώτη Ιωαννίδη στην Ελληνο-Αμερικάνικη Ένωση, στη συλλογική απαγγελία ελληνικής γυναικείας ποίησης στο πλαίσιο του Φεστιβάλ «Κραυγή Γυναικών», με ευθύνη των Κατερίνας Ηλιοπούλου και Γιάννας Μπούκοβα, όλα τα παραπάνω βιώθηκαν και επιβεβαιώθηκαν με ιδιαίτερα χορταστικό τρόπο από τη σκοπιά του απαγγέλλοντος υποκειμένου. Στη βραδιά τού «με τα λόγια γίνεται» για την Έμιλυ Ντίκινσον στην Ελληνο-Αμερικάνικη Ένωση συνέβη το ίδιο, αυτήν τη φορά από τη σκοπιά του ακροατηρίου.

Θα έχουμε, άραγε, τη δύναμη να συνεχίσουμε; Θα αντέξουν οι φωνές μας; Τα ερωτήματα είναι εύλογα – η κρίση, άλλωστε, βγάζει στην επιφάνεια και μπόλικο οξύ, άφθονα σκουπίδια, διαχέει τη βία και τον κανιβαλισμό που παίρνουν πια μορφή χιονοστιβάδας. Η φωνή και το σώμα γράφουν ίχνη διαφορετικά από εκείνα του γραπτού κειμένου. Έχουν τη δική τους αλήθεια. Παλιά τη φοβόμουν. Η κρίση με έμαθε να την εμπιστεύομαι ολοένα και περισσότερο

[ΠΗΓΗ: Μαρία Τοπάλη, Η κρίση με στέλνει στα προφορικά – αναρτήθηκε στο DIM.ART: http://dimartblog.com/ ]

Το έδαφος του πολέμου: ματωμένο έδαφος με αίμα αθώων

$
0
0
Τα τραγικά γεγονότα των τελευταίων εικοσιτετραώρων στην Ουκρανία και τη Γάζα, με θύματα αμάχους, δυστυχώς δεν είναι τα πρώτα παρόμοια ούτε θα είναι τα τελευταία.


Κατάρριψη επιβατικού αεροσκάφους έχει συμβεί και στο παρελθόν· όπως και τότε, όμως, η ευθύνη του μαζικού φόνου δεν αναλαμβάνεται από κανέναν. Χαρακτηριστικό της τέτοιας ενέργειας είναι ο προκαλούμενος φόβος μιας γενικευμένης απειλής: ένας περιφερειακός πόλεμος μπορεί να προκαλεί θύματα εντελώς άσχετα με την τοπικότητα της σύγκρουσης, και μάλιστα απομακρυσμένα. Αυτή η διασπορά πολέμου χαρακτηρίζει εν πολλοίς τις συγκρούσεις της παγκοσμιοποίησης, ιδίως από τότε που έγινε λόγος για σύγκρουση πολιτισμών και άξονες του κακού. Η τεχνολογία των όπλων και των επικοινωνιών εξελίσσεται παράλληλα και διαχέεται σε χέρια πολλών ανεξέλεγκτα. Τα θέατρα επιχειρήσεων στο Αφγανιστάν, την Τσετσενία, το Ιράκ, μεταξύ άλλων, δείχνουν ότι ο έλεγχος του εδάφους δεν είναι πάντα εφικτός ακόμη και από υπέρτερες τεχνικά τακτικές δυνάμεις.

Η εισβολή χερσαίων δυνάμεων του Ισραήλ στη Γάζα είναι μια περίπτωση ανορθόδοξου πολέμου, εφαρμοζόμενου από τακτικό στρατό, τον IDF, τον πιο εμπειρόπολεμου του κόσμου. Ο IDF για να εξουδετερώσει τις τεχνικές του παλαιστινιακού αντάρτικου, τις εφαρμόζει αντεστραμμένες, αξιοποιώντας φυσικά την ασύγκριτη υπεροπλία του. Το δίκτυο μετακινήσεων λ.χ. των Παλαιστινίων μαχητών, από σπίτι σε σπίτι, εξουδετερώθηκε κατεδαφίζοντας τα σπίτια, καταργώντας δηλαδή το διαμορφωμένο έδαφος.

Βέβαια και εδώ, ο πόλεμος δεν είναι ευφυές παίγνιο και πλήγματα ακριβείας ― ποτέ δεν είναι. Το πεδίο περιλαμβάνει αμάχους, πάνω απ’ όλα, γυναικόπαιδα και ανήμπορους, οι οποίοι είναι και τα κατ’ εξοχήν θύματα. Ο ασύμμετρος πόλεμος στην Παλαιστίνη μπορεί να προσφέρει έδαφος στο Ισραήλ, αλλά με τι τίμημα: αίμα αθώων παιδιών βαραίνει τον ισραηλινό λαό, μίσος άσβεστο στις επερχόμενες γενιές, ένα κουβάρι που όλο και μπλέκει. Το κερδισμένο ματωμένο έδαφος δεν μεγαλώνει το Ισραήλ, το μικραίνει.

[ΠΗΓΗ: Νίκος Ξυδάκης, Το Έδαφος του Πολέμου - Ιστολόγιο ΒΛΕΜΜΑ:http://vlemma.wordpress.com/ ]  
Viewing all 535 articles
Browse latest View live