ΠΟΛΕΜΟΣ, oάδικος λόγος της εξουσίας, ΕΙΡΗΝΗ ο δίκαιος λόγος της παιδείας και του ανθωπισμού
1. Το δίκαιο της πυγμής ως θεωρία ηθικής και πολιτικής φιλοσοφίας είναι η αρχή όλων των δεινών
Στοχασμούς, που με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, υποστήριζαν ότι η ίδια η φύση δηλώνει καθαρά ότι το δίκαιο είναι με το μέρος του καλύτερου ή του δυνατότερου, βρίσκουμε στους αρχαίους έλληνες φιλοσόφους της κλασικής εποχής (και ακόμα παλιότερα). Ο Πλάτων, για παράδειγμαέβαλε στο στόμα ενός μαθητή του Σωκράτη, τον ορισμό ότι «η βία είναι το της φύσεως δίκαιον». Η πιο χαρακτηριστική περίπτωση όμως είναι ο κυνικός τρόπος με τον οποίον, σύμφωνα με το Θουκυδίδη, οι Αθηναίοι απέρριψαν απερίφραστα το αίτημα των Μηλίων για ουδετερότητα στη διάρκεια του Πελοποννησιακού Πολέμου, δηλώνοντάς τους με τον πλέον κατηγορηματικό τρόπο ότι «κατά τον ανθρώπινο νόμο τα δικαία κρίνονται μόνο από ίσους, ενώ τα δυνατά τα πράττουν οι ισχυροί και τα παραδέχονται οι ασθενείς».Η θεωρία αυτή, που κωδικοποιήθηκε με τον όρο «Το δίκαιο της πυγμής»,ενδυναμώθηκε αργότερα και από τη θεωρία του Δαρβίνου, σύμφωνα με την οποία επιζεί ο δυνατότερος και αφανίζεται ο αδύναμος. Την πιο τραγική όμως εκδοχή της άποψης αυτής τη συναντάμε στη θεωρία του ρατσισμού το Χίτλερ. Η γερμανική, λοιπόν, θεώρηση, έδωσε μεταφυσικές διαστάσεις στη θεωρία περί ανωτερότητας των φυλών. Σύμφωνα με τους ναζιστές, η ανωτερότητα της φυλής υπάρχει «φύσει», δεν είναι δηλαδή αποτέλεσμα κάποιων παραγόντων και γι’ αυτό μοναδικός κίνδυνος για την ανώτερη φυλή είναι οι επιμειξίες και η μόλυνση από κατώτερες φυλές. Γι’ αυτό το δίκαιο της πυγμής σ’ αυτή την περίπτωση είναι, το μέσο επιβολής, αφού, σύμφωνα με τον Χίτλερ, «η κυριαρχία της ανώτερης φυλής είναι εύλογη και κάθε θεωρία περί ισότητας εγγράφεται στα πλαίσια της συνωμοσίας των κατωτέρων».Καλύτερα απάνθρωπος παρά υπάνθρωπος, ήταν το κυρίαρχο σύνθημά του.
Και σήμερα όμως, που θεωρητικά τουλάχιστον η ιδέα περί ανωτέρων και καθαρών φυλών απηχεί αποκλειστικά και μόνο αντιλήψεις ολοκληρωτικών καθεστώτων, στην πράξη οι δυνατοί της Γης και στη «δημοκρατική» Δύση, ούτε λίγο ούτε πολύ, εφαρμόζουν την ίδια λογική. Επεμβαίνουν στα εσωτερικά των αδύναμων κρατών και, άμεσα ή έμμεσα, επιβάλλουν απόψεις, ρυθμίζοντας την εσωτερική και εξωτερική πολιτική σύμφωνα με τα δικά τους συμφέροντα που υπακούνε μόνο στη λογική του ισχυρότερου.Συχνά, μάλιστα, δεν διστάζουν να εξαπολύσουν πολέμους και να εξοντώσουν ολόκληρους πληθυσμούς με το πρόσχημα (δήθεν) της προστασίας των ιδανικών ή της ελευθερίας.
Φυσικά η θεωρία του ισχυρού, του Υπεράνθρωπου, της Αρίας φυλής, ή όπως αυτό λέγεται στις διάφορες εποχές, καταρρίπτεται από τη φύση και τη λογική. Η Βιολογία σήμερα υποστηρίζει πως οι ιδιαιτερότητες κάθε φυλής οφείλονται στην προσπάθεια προσαρμογής της στο περιβάλλον και τα όρια τους είναι δυσδιάκριτα. Οι διαφορές μεταξύ των φυλών δεν είναι μόνο γονιδιακές, αλλά και πολιτιστικές, σύμφωνα με τις οποίες δομείται ο οικουμενικός πολιτισμός. Άλλωστε, δεν είναι λίγα τα παραδείγματα όπου, άτομα «κατώτερων φυλών», μεγαλουργούν όταν αλλάζουν περιβάλλον. Δηλαδή, με την παιδεία, την ειρήνη και τη συνεργασία των λαών, είναι δεδομένη η πρόοδος και η εξέλιξη του ανθρώπινου πολιτισμού. (διάβασε και τις 5 ΘΕΣΕΙΣ από τη ΔΙΑΚΥΡΗΞΗ της Σεβίλλης, όπου ανασκευάζονται τα επιχειρήματα του πολέμου]
2. Είναι λοιπόν αναπόφευκτος ο πόλεμος; Η μαρτυρία του Θουκυδίδη
Η ιστορία είναι γεμάτη από πολέμους.Πόλεμοι επεκτατικοί, πόλεμοι αμυντικοί, εμφύλιοι πόλεμοι, πόλεμοι θρησκευτικοί, επαναστάσεις, πόλεμοι τοπικοί και πόλεμοι παγκόσμιοι, ακόμη και ψυχροί πόλεμοι. Τόσο είναι το πλήθος και οι μορφές των πολέμων που η ειρήνη πλέον ορίζεται ως το μεσοπολεμικό διάστημα. Μήπως, λοιπόν, πραγματικά είναι ο πόλεμος στη φύση του ανθρώπου; Ο οξυδερκής Θουκυδίδης, που αναζήτησε με κάθε τρόπο να βρει τις πραγματικές αιτίες ενός από τους πιο άγριους πολέμους της αρχαιότητας, είναι απαισιόδοξος όταν συμπεραίνει ότι «οι πόλεμοι και τα δεινά τους δεν θα εκλείψουν για όσο καιρό η ανθρώπινη φύση μένει η ίδια». Αντικειμενική διαπίστωση του μεγάλου ιστορικού ή δυσοίωνη διορατικότητα;
«Είχαν δει πολλά τα μάτια του Θουκυδίδη, κυρίως όμως είχε σκεφτεί πολύ ο ίδιος πάνω σ’ αυτά.Είχε ζήσει έναν πόλεμο που όμοιο του δεν είχε παρουσιάσει ως τότε η ιστορία, και είδε ανθρώπους να «νοσούν» μέσα στην παραζάλη της πιο βαριάς αρρώστιας που μπορεί να τους βρει, και ήθελε με αυτό να πει ότι, όταν πέσει πάνω στους ανθρώπους η βαριά αρρώστια που λέγεται πόλεμος, η ψυχή τους αρχίζει να αλλοιώνεται, το ίδιο όπως αλλοιώνεται το σώμα τους όταν αρρωστήσει – και ιδού το πρώτο βαρύ σύμπτωμα: ο πόλεμος αναγκάζει τις ψυχές των ανθρώπων, σχεδόν όλων, να συμμορφώνονται με την κατάσταση της στιγμής. Άνθρωποι και πολιτείες γίνονται περιστασιακοί: μια ηθική κατάπτωση και αποσύνθεση είναι η πρώτη απ’ τις συνέπειες του πολέμου στις ψυχές των ανθρωπων… Και στου Θουκυδίδη την εποχή ακουγόταν με πολλή έμφαση, πως πάνω απ’ όλα είναι η δύναμη! Έχει, έλεγαν, ο δυνατός το δικό του δίκαιο, που το θέλουν δεν το θέλουν οι άλλοι, τους επιβάλλεται. Ο Θουκυδίδης για να υποδηλώσει την αντίθεσή του σ’ αυτού του είδους τις θεωρίες, που οδηγούσαν στη δικαίωση του πολέμου, βρήκε την πιο εύστοχη έκφραση ονομάζοντας τον πόλεμο «τον της βίας διδάσκαλο»… [απόσπασμα από ομιλία του Δημήτρη Λυπουρλή ]
3. Κρίση ανθρωπισμού και οι πάσης φύσεως φανατισμοί ως αιτίες των πολέμων
Στην εποχή μας υπάρχει κρίση ανθρωπισμού.Το πάθος της ευμάρειας, η αδιαφορία για τον πλησίον, η αποξένωση, ο κυνισμός στις διεθνείς σχέσεις και η κοινωνική αναλγησία, τα συχνά φαινόμενα βίας και εγκληματικότητας δείχνουν πως η ανθρώπινη ύπαρξη δε λογαριάζεται πια ως ανυπέρβλητη αξία και τέλος του κόσμου. Αυτή η κρίση ανθρωπισμού στρέφεται, κατά συνέπεια, και εναντίον της ειρήνης. Στο βάθος, λοιπόν, των αιτίων τα οποία μπορεί να προκαλέσουν μια νέα πολεμική σύρραξη θα πρέπει να εντοπίσουμε την απανθρωπιά της εποχής μας. Κίνδυνο για την ειρήνη αποτελεί και η αναβίωση έντονων εθνικιστικών ανταγωνισμών όπως και ο θρησκευτικός και ιδεολογικός φανατισμός. Ο φανατισμός εξάπτει τα πάθη, προκαλεί μαζική υστερία και οδηγεί σε ανεξέλεγκτες καταστάσεις.
4. Η δουλεία του δογματισμού
Από τη φύση του ιδεοπλάστης και ιδεολόγος ο άνθρωπος γίνεται από πνευματική αδράνεια και ηθική δειλία ιδεοληπτικός, αιχμάλωτος των ιδεών δούλος των διανοητικών προϊόντων του.Τέτοιος είναι ο μισαλλόδοξος και ο δογματικός. Εκείνος, που με πείσμα και ακαμψία κλείνεται μέσα στις ιδέες του αρνούμενος και το παραμικρό άνοιγμα στους τοίχους της φυλακής του. Επειδή δεν θέλει να δει, δεν μπορεί πλέον να δει τίποτα πέρα από το στενό πνευματικό του ορίζοντα. Ας θυμηθούμε την περίφημη πλατωνική αλληγορία: τους δεσμώτες του σπηλαίου. Από τη μακρά εγκάθειρξή τους στη σκοτεινή φυλακή έχασαν όχι μόνο τη δύναμη της όρασης, αλλά και τη θέληση να βγουν στο φως και ν’ αντικρίσουν τα ίδια τα πράγματα. Είναι τόσο καλά βολεμένοι, ήσυχοι και μακάριοι στον ίσκιο των ειδώλων του, ώστε εάν κανείς επιχειρήσει να τους τραβήξει έξω, διαμαρτύρονται, εξοργίζονται και είναι ικανοί να διαμελίσουν τον απερίσκεπτο ελευθερωτή τους. [απόσπασμα από κείμενο του Ε.Π. Παπανούτσου ]
5.Το μεγαλύτερο από τα τεχνικά επιτεύγματα του ανθρώπου είναι ο Λεβιάθαν
Στα νεότερα χρόνια ένας που ακόνισε τη σκέψη και τη ρητορική του γύρω από τα προβλήματα του πολέμου και της ειρήνης ήταν Τόμας Χομπς. Ο άγγλος φιλόσοφος βρίσκει ότι το μεγαλύτερο και το αρτιότερο από τα τεχνικά επιτεύγματα του ανθρώπου είναι ο Λεβιάθαν, αυτός ο τεχνητός υπεράνθρωπος, που το όνομά του στην πολιτική είναι κράτος.
Ανδυο άνθρωποι επιθυμούν το ίδιο πράγμα, γράφει ο άγγλος φιλόσοφος, που δεν μπορούν να έχουν και οι δυο, γίνονται εχθροί.Και ο αποτελεσματικότερος τρόπος να εξοντώσω τον εχθρό μου είναι να τον προλάβω προτού προλάβει αυτός. Από εδώ και ο γενικευμένος πόλεμος όλων εναντίον όλων, στον οποίον ακριβώς θέτει τέρμα ο Λεβιάθαν.
Γιατί όμως στη φυσική κατάσταση οι άνθρωποι συγκρούονται μεταξύ τους;Ο Χόμπς αναζητεί και βρίσκει την εξήγηση στην ανθρώπινη φύση, η οποία συγκροτείται από τρεις θεμελιώδεις εστίες σύγκρουσης: τον ανταγωνισμό, την καχυποψία και τη δόξα.Ο πρώτος ωθεί τους ανθρώπους να συγκρουστούν με στόχο το κέρδος. Η δεύτερη οδηγεί τους ανθρώπους στη σύγκρουση με στόχο την ασφάλεια. Η τρίτη, τέλος, φέρνει τους ανθρώπους αντιμέτωπους με στόχο τη φήμη. Και στις τρεις περιπτώσεις κυριαρχεί η βία. «Ο ανταγωνισμός τη χρησιμοποιεί για να γίνει αφέντης των άλλων: των γυναικών τους, των παιδιών τους, των κτημάτων τους. Η καχυποψία την εφαρμόζει για να πετύχει την ασφάλεια. Η δόξα, για μικρά τίποτα: μια λέξη, ένα χαμόγελο, μια διαφορά γνώμης και ένα οποιοδήποτε άλλο σημάδι που μας μειώνει είτε αμέσως τους ίδιους είτε εμμέσως, στρεφόμενο εναντίον της οικογένειας μας, των φίλων μας, της χώρας μας ή του επαγγέλματός μας
6. ΕΙΡΗΝΗ ή ΠΟΛΕΜΟΣ
Από τα αρχαία ακόμα χρόνια το δίλημμαΕΙΡΗΝΗή ΠΟΛΕΜΟΣ, απασχολούσε όλους τους λαούς, από τους ηγέτες τους έως τον πιο απλό άνθρωπο.
Οι δυνατοί της γης, οι τύραννοι, οι δικτάτορες, αυτοί που είχαν εξουσία και πλούτη ήταν σχεδόν πάντοτε φιλοπόλεμοι. Έβλεπαν τον πόλεμο σαν ένα μέσο που θα μεγάλωνε τη δύναμή τους, θα πολλαπλασίαζε τα κέρδη τους.
Οι απλοί άνθρωποι, οι ποιητές και καλλιτέχνες ένωναν τη φωνή τους για την ΕΙΡΗΝΗ.
Το πιο ωραίο παράδειγμα γι’ αυτή την αντίθεση μας το δίνει ο ΑΡΙΣΤΟΦΑΝΗΣμέσα από τις κωμωδίες του: ΕΙΡΗΝΗ και ΛΥΣΙΣΤΡΑΤΗ
Στην κωμωδία του λοιπόνΕΙΡΗΝΗ, παρουσιάζει έναν αμπελουργό από την Αττική, τον Τρυγαίο, να είχε απαυδήσει από τον πόλεμο! Εξαιτίας του εγκατέλειψε τα κτήματά του και καβάλα πάνω σ’ ένα τεράστιο σκαθάρι ανέβηκε στην κατοικία των θεών, για να ζητήσει την Ειρήνηαπό το Δία....
Όμως οι θεοί ήταν φευγάτοι:μπροστά στις αιώνιες αγριότητες του πολέμου αποσύρθηκαν σε ψηλότερες περιοχές του αιθέρα και έτσι ο ΠΟΛΕΜΟΣκυβερνούσε ανεμπόδιστος. Τη θεά ΕΙΡΗΝΗτην είχε φυλακίσει μέσα σ’ ένα σπήλαιο και να τώρα θέλει να στουμπίξει όλες τις πόλεις-κράτη μέσα σ’ ένα πελώριο γουδί και να τις κάνει σκόνη. Ευτυχώς ο Κυδοιμός, ο υπηρέτης του πολέμου, η προσωποποίηση του τρόμου της μάχης, δεν μπόρεσε να προμηθεύσει στον κύριο του κανένα γουδοχέρι...
Με τη λέξη ΓΟΥΔΟΧΕΡΙο Αριστοφάνης κοροϊδεύει τους φιλοπόλεμους άρχοντες της εποχής του! Θέλει να πει ότι αυτοί που κάνουν τον πόλεμο για τα συμφέροντα των δυνατών, είναι τα «εργαλεία»με τα οποία καταστρέφεται η γη και οι άνθρωποι.
Γενικά στον ΑΡΙΣΤΟΦΑΝΗ οι φιλοπόλεμοι εμφανίζονται φρικτοί και απάνθρωποι και γελοιοποιούνται όπως και ο ΠΟΛΕΜΟΣ.
Ο ΚΛΕΩΝ και ο ΒΡΑΣΙΔΑΣ, που ήταν οι αρχηγοί της Αθήνας και της Σπάρτης είναι «συμφορές» για τις χώρες τους.
Είναι τα γουδοχέρια του Πολέμου εκείνης της εποχής.
Για να προκαλέσει την αντιπάθεια των θεατών προς τον ΠΟΛΕΜΟ, ο Αριστοφάνης, επινοεί πολλές κωμικές σκηνές, με τις οποίες υπογραμμίζει τη φρίκη που προκαλεί ο πόλεμος σε όλους τους λογικούς ανθρώπους. Σε μια από αυτές τις σκηνές τον παρουσιάζει ως μάγειρο της κακιάς ώρας, ανάμεσα σε σκόρδα και πράσα. Σε μια άλλη σκηνή εμφανίζεται ο ΠΟΛΕΜΟΣμε τρομερές δυνατότητες αυθαιρεσίας και βιαιοπραγιών: κλείνει την ΕΙΡΗΝΗσε μια βαθιά σπηλιά.
ΗΕΙΡΗΝΗ όμωςείναι κοσμαγάπητη, από αυτήν οι άνθρωποι περιμένουν όλα τα αγαθά. Γι’ αυτό, στο τέλος της κωμωδίας, ενώνουν τις δυνάμεις τους όλοι και όλοι μαζί, γυναίκες. άνδρες παιδιά, από την Αθήνα και τη Σπάρτη, τραβούν με σχοινιά το μεγάλο βράχο που είχε βάλει στην είσοδο της σπηλιάς ο ΠΟΛΕΜΟΣκαι ελευθερώνουν την ΕΙΡΗΝΗ.
Ο Πόλεμος έτσιδεν πρόλαβε να φτιάξει νέο γουδοχέρι.
Ο Τρυγαίος, δηλαδή, ο απλός άνθρωπος της Αθήνας εκείνης της εποχής, άρπαξε την ευκαιρία,κάλεσε όλους τους Έλληνες και πέτυχε την απελευθέρωση της Ειρήνης.
Μαζί της εμφανίστηκαν η ΟΠΩΡΑ, η θεά της καρποφορίας και η ΘΕΩΡΙΑ, η χαρά του πανηγυριού.
Με αυτές τις ωραίες προσωποποιήσεις ο ΑΡΙΣΤΟΦΑΝΗΣ υμνεί τα αγαθά της ΕΙΡΗΝΗΣ! Θέλει να πει ότι όταν υπάρχει η ΕΙΡΗΝΗ ο άνθρωπος μπορεί ν’ ασχολείται ελεύθερα μ’ όλες τις δραστηριότητες, να προοδεύει ν’ αναπτύσσει τον πολιτισμό του.
7. Ο ΠΟΛΕΜΟΣ ΣΗΜΕΡΑ: σοκ και δέος... για τα παιδιά
Στο περίφημο πίνακα του Πικάσο ΓΚΟΥΕΡΝΙΚΑ ο πόλεμος έχει κομματιάσει ανθρώπινα μέλη, κεφάλια από ζώα, χέρια, πόδια ένας ατελείωτος φρικιαστικός σωρός θανάτου! Αυτό τον τρόπο βρήκε ο μεγάλος Ισπανός ζωγράφος για να εκφράσει τον πόνο και τη θλίψη που δημιουργεί στον άνθρωπο ο πόλεμος. Ο πόλεμος είναι συνώνυμο της καταστροφής και του θανάτου.
Σ’ όλους τους πολέμους τα πιο τραγικά θύματα είναι πάντοτε τα παιδιά.
Χιλιάδες εικόνες, σαν σφαίρες, κι από τη Βασόρα, τη Μοσούλη, το Ουμ Κασρ, τη Νασιρίγια, από κάθε «μέτωπο» αυτής της μαρτυρικής χώρας - πτώματα πεταμένα όπως -όπως μέσα σε λάκκους κι άλλα ακίνητα στους δρόμους σαν να κοιμούνται, άδεια ρούχα και παπούτσια, ίχνη ανθρώπων που τέλειωσε βίαια η ζωή τους...
Και τα παιδιά,με τους επιδέσμους στο κεφάλι και τις πληγές στο κορμάκι τους, με την απορία, τον πόνο και τον τρόμο μέσα στα μάτια τους.
Εκατό χιλιάδες παιδιά είναι αυτή τη στιγμή σε άμεσο κίνδυνοστη Βασόρα δίχως φως, νερό και φάρμακα
1.000.000 παιδιά κάτω των 5 χρόνων υποσιτίζονταικαι
13 στα 100 πεθαίνουν,τα περισσότερα από διάρροιες.
Παιδιά της στέρησης,
παιδιά της ορφάνιας των προηγούμενων πολέμων,
παιδιά των δρόμων,
παιδιά της φρίκης που προκαλεί ο πόλεμος
Πέρα απ'την οργή, μια λύπη σκεπάζει τον κόσμο.
8. Υπάρχουν τρόποι για να ξεφύγει ο άνθρωπος από το φαύλο κύκλο του πολέμου;
Αναμφίβολα, μια από τις σημαντικότερες προϋποθέσεις για την εδραίωση της ειρήνης είναι η ΠΑΙΔΕΙΑ, μια παιδεία ανθρωπιστική, χάρη στην οποία ο άνθρωπος θα κατορθώσει ν’ αναπτύξει τη λογική και την αγάπη στηριζόμενος στο βίωμα της παγκόσμιας αδελφοσύνης. Μέσο για την απόκτηση μιας τέτοιας παιδείας θα αποτελέσει ένα πρόγραμμα σπουδών που θα προσανατολίζεται στην ανύψωση του πνευματικού επιπέδου, στην προβολή, δηλαδή, ενός νέου τύπου ανθρώπου, σκεπτόμενου, έντιμου και ανθρωπιστή. Ο ανθρωπισμός συντελεί στην ουσιαστική γνωριμία και επικοινωνία με τους άλλους, στην καλλιέργεια συλλογικής, πανανθρώπινης, οικουμενικής συνείδησης, στοιχεία απαραίτητα, ώστε να δημιουργηθούν ικανά στελέχη, που θα ανορθώσουν με την αποτελεσματικότητά τους την παραγωγικότητα και την οικονομία των χωρών τους. Η αποφυγή του πολέμου ως λύσης για την αντιμετώπιση των διαφορών και η συνακόλουθη εδραίωση μιας διαρκούς ειρήνης προϋποθέτουν πρώτα απ’ όλα την αντίστοιχη θετική πολιτική βούληση των ηγεσιών, η οποία δεν μπορεί να προκύψει με ηγέτες που δεν διαπνέονται από τα ανθρωπιστικά ιδανικά. Τέλος, στον αγώνα της ανθρωπότητας για την εμπέδωση της ειρήνης πολύτιμη είναι η αξιοποίηση όλων εκείνων των στοιχείων του πολιτισμού που λειτουργούν ενωτικά: της επιστήμης, της τέχνης και του αθλητισμού. Με την επιστήμη, την τέχνη και τον πολιτισμό ενισχύονται οι πνευματικοί δεσμοί, καλλιεργούνται και αναπτύσσονται οράματα και εδραιώνεται μια συνείδηση παγκοσμιότητας που ενοποιεί κάτω από κοινούς στόχους ανάπτυξης και προόδου όλη την ανθρωπότητα.
9. Προτάσεις για τη μόνιμη εγκαθίδρυση της ειρήνης
Ιστορικά έχει διαπιστωθεί πως η βία και ο πόλεμος έχουν άμεση σχέση με ολοκληρωτικές καταστάσεις, επειδή αυτές εξουδετερώνουν, με τους μηχανισμούς που διαθέτουν, την πνευματική και ηθική αντίσταση των πολιτών. Έτσι, ανοίγει ο δρόμος για την προπαγάνδα, το φανατισμό και τη μαζική υστερία που εξυπηρετούν τα επεκτατικά και φιλοπόλεμα σχέδια της ολιγαρχίας, Επομένως, η εδραίωση της ειρήνης συνδέεται άμεσα με την ενίσχυση του δημοκρατικού πολιτεύματος και το σεβασμό προς τους θεσμούς του. Η δημοκρατία, εξάλλου, είναι το πολίτευμα που στηρίζεται στη νηφάλια κρίση, στην αρμονική συνύπαρξη των ανθρώπων, στην υπεύθυνη αντιμετώπιση των προβλημάτων και στην ευημερία των πολιτών. Τα στοιχεία αυτά αποτελούν γνώρισμα του ειρηνικού βίου. Γι’ αυτό η δημοκρατία είναι το πολίτευμα που έχει εγγενώς φιλειρηνικά δημοκρατία αν δεν υπάρχει ειρήνη, αλλά ούτε και ειρήνη χωρίς δημοκρατία.
10. Να μπούμε στη θέση των άλλων. Η άποψη του Ν. Δήμου
Ερώτημα βασικό: αφού όλοι είναι υπέρ της ειρήνης, τότε πώς γίνονται οι πόλεμοι; Πολύ απλό: για τους πολέμους φταίνε πάντοτε οι άλλοι. Ουδέποτε στην ιστορία υπήρξε ομολογία μιας πλευράς ότι φταίει εκείνη (παρά μόνο εκ των υστέρων και μέσα από τα –σφιγμένα- δόντια).
Ο μόνος τρόπος λοιπόν να κάνουμε κάτι ουσιαστικό για την ειρήνη είναι να γίνουμε «οι άλλοι». Να μπούμε δηλαδή στη θέση των άλλων, των πιθανών ή πραγματικών αντιπάλων και να καταλάβουμε τι τους κινεί. Η πράξη αυτή αποτελεί και την αρχή κάθε ηθικής σκέψης. Όσο ο άνθρωπος αναγνωρίζει μόνο τον εαυτό του, όσο ο άλλος δεν υπάρχει – ή υπάρχει σαν μειωμένη παρουσία, όχι σαν ίση – τότε δεν υφίσταται ηθική.
Το να μπαίνεις στη θέση του άλλου είναι η κίνηση που εκφράζεται στις διασημότερες ηθικές παραινέσεις. Από τις παλαιές: « Ὁ σύ μισεῖς ἑτέρῳ μή ποιήσεις », « Ἀγάπα τόν πλησίον σου ὡς σεαυτόν », μέχρι τις νεότερες, όπως την κατηγορική προσταγή του ΚΑΝΤ: «Πράττε έτσι ώστε η αρχή που διέπει την πράξη σου να μπορεί να γίνει νόμος για όλους», και την κοινότοπη φράση: «η ελευθερία του ενός σταματάει εκεί που αρχίζει η ελευθερία του άλλου».
Ένας Σέρβος συγγραφέας είπε, πριν από λίγο καιρό, μια πολύ σημαντική φράση: «σε εποχές αντιπαράθεσης, ο ρόλος του διανοούμενου είναι να γίνεται συνήγορος των αντιπάλων». Δηλαδή να μπαίνει στη θέση τους. Να προσπαθεί να καταλάβει τα προβλήματά τους, να νιώσει τις ανάγκες τους, να αποδεχθεί τα επιχειρήματά τους – και να τα παρουσιάσει όλα στη δική του πλευρά. Κινδυνεύει, βέβαια, οι πιο φανατικοί απ’ τους δικούς του να τον πουν προδότη. Δεν είναι πολύ βολικός ο ρόλος του πραγματικού ελεύθερου διανοούμενου. Αλλά, σε περιόδους κρίσης, ο ψύχραιμος, αντικειμενικός και αμερόληπτος στοχαστής είναι μεγάλη ευλογία για έναν λαό… Διότι, από την άλλη πλευρά, υπάρχουν οι πολιτικοί. Αυτοί που τελικά δημιουργούν τους πολέμους. Που για να στεριώσουν την εξουσία τους, να διευρύνουν την εκλογική πελατεία τους, να στιλβώσουν τη δημόσια εικόνα τους διαγωνίζονται σε δημοκοπία, λαϊκισμό και φανατισμό. Που πουλάνε πραμάτεια φτηνή αλλά πάντα ευπρόσδεκτη σε λαούς στερημένους: πατριδοκαπηλία, σοβινισμό, εθνικισμό. Δεν υπάρχει μεγαλύτερη αντίθεση από αυτήν ανάμεσα στον πολιτικό και το διανοούμενο. Από τη μια μεριά η ρητορεία, το συναίσθημα, το πάθος, η φόρτιση. Από την άλλη η ψύχραιμη ανάλυση, η γνώση, ο ορθός λόγος. Κανένας πόλεμος δεν έγινε ποτέ από λογική. Όλοι ξεκινούν από το συναίσθημα. Όπως και οι καυγάδες. Δυο άνθρωποι κυριαρχημένοι από τον ορθό λόγο δεν θα έπαιζαν ποτέ ξύλο. Λογικά, ένα πόλεμος δεν συμφέρει κανέναν- ούτε καν τον νικητή. Κάθε πολεμική σύρραξη γίνεται παρά τον λόγον – είναι παράλογη.
11. «ΤΟ ΠΟΤΑΜΙ» του Αντώνη Σαμαράκη και ο ρόλος της τέχνης στη διαμόρφωση αντιπολεμικής νοοτροπίας
«Οι συγγραφείς οφείλουν να είναι εργάτες, και μάλιστα πρωτοπόροι, στο χτίσιμο μιας καινούργιας κοινωνίας. Χρέος τους είναι να συμβάλλουν ολοένα στη διαμόρφωση μιας νέας αντίληψης για τη ζωή, μακριά από τις έως τώρα αθλιότητες, μακριά από την αποσύνθεση. Ένα μυθιστόρημα μπορεί θαυμάσια να είναι - και πρέπει να είναι- ένα από τα στοιχεία που αλλάζουν στο καλύτερο μια κοινωνία, να είναι ένα στοιχείο δικαιοσύνης και ελευθερίας»
ΤΟ ΠΟΤΑΜΙ,
η ιστορία μιας ακόμη χαμένης ελπίδας. Της ελπίδας πως ο άνθρωπος «μπορεί να είναι αυτός που θέλει να είναι», και πως μπορεί να ικανοποιεί και την πιο αθώα του επιθυμία όποτε θέλει...
«ΣΤΟ ΠΟΤΑΜΙ ο συγγραφέαςεκφράζει τον πόνο και την αγωνία του μεταπολεμικού ανθρώπου για τις μεγάλες συμφορές και τα ποικίλα δεινά που επισωρεύει ο ΠΟΛΕΜΟΣ. Χωρίς φλυαρία και περιττά καλολογικά στοιχεία, με λίγα και κοφτά λόγια, παραστατικά και δραματικά δείχνει τη δύσκολη θέση του σύγχρονου ανθρώπου, ο οποίος υποχρεώνεται να στερηθεί την ελευθερία του για να υπηρετήσει ξένα συμφέροντα και ιδεολογίες και παράλληλα βλέπει να διαψεύδονται οι οραματισμοί του για μια καλύτερη ζωή....»
Ο ΠΑΡΑΛΟΓΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ
Κηρύσσεται ο πόλεμος. Γίνονται μάχες. Κάποιος νικάει. Έπειτα υπογράφουν μια συνθήκη ειρήνης. Η ιστορική μας γνώση για τον πόλεμο σημαδεύεται από χρονολογίες, ενάρξεις, τερματισμούς. Οι πόλεμοι αρχίζουν όπως και τα παραμύθια: «Μια φορά κι έναν καιρό», αλλά ενώ τα παραμύθια τελειώνουν με το τυπικό «Έζησαν αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα», οι πόλεμοι τελειώνουν με δυσαρεστημένους και δυστυχισμένους που κλαίνε τους νεκρούς τους. Οι πόλεμοι, σε αντίθεση με τα παραμύθια, έχουν και αιτίες που συχνά δεν είναι φανερές και που αλλάζουν ανάλογα με το χρόνο και με το ποιος μιλάει. Όλοι οι πόλεμοι είναι επινοημένοι: οι αιτίες, οι στόχοι, τα κίνητρα. Όσο προχωράει η σύγκρουση, τόσο οι στόχοι όσο και οι αιτίες αλλάζουν. Τίποτα δεν είναι προσδιορισμένο για να μείνει αιώνιο. Ήδη ο Θουκυδίδης, μιλώντας για τον Πελοποννησιακό Πόλεμο, διαχώριζε τις υποθετικές από τις πραγματικές αιτίες. Όταν πρόκειται για τις συνέπειες βρισκόμαστε σε ακόμα πιο βαθύ σκοτάδι. Ποτέ δεν γνωρίζουμε αν αυτός που νίκησε είναι αληθινά ο νικητής. Ποτέ δεν γίνονται γνωστές όλες οι συνέπειες. Οι πόλεμοι δεν είναι σαν ένα ελεγχόμενο χημικό πείραμα που γίνεται στο εργαστήριο, αλλά δημιουργούν απρόβλεπτες και αιφνίδιες καταστάσεις.
Η CIA υιοθετεί τον όρο Blowback, για να περιγράψει τις απροσδόκητες συνέπειες μυστικών επιχειρήσεων. Αρχικά ο όρος Blowback (που στην κυριολεξία σημαίνει φυσάει προς τα πίσω) χρησιμοποιήθηκε στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, για να περιγράψει το φαινόμενο των αερίων που γυρνούσαν προς τα πίσω, σε εκείνους που τα εξέπεμπαν. Η CIA χρησιμοποίησε τον όρο πρώτη φορά το 1954, σε μια μυστική έκθεση για το πραξικόπημα στο Ιράν, που η ίδια είχε οργανώσει την προηγούμενη χρονιά για να ανατρέψει την κυβέρνηση του Μοσαντέκ, του πρωθυπουργού που είχε τολμήσει να εθνικοποιήσει το ιρανικό πετρέλαιο. Το αποτέλεσμα ήταν η δικτατορία του Σάχη, δικτατορία που διήρκεσε 25 χρόνια. Το 1979, όπως είναι γνωστό, ο Σάχης ανατράπηκε με τη σειρά του από την ισλαμική επανάσταση που καθοδηγούσε ο αγιατολάχ Χομεϊνί. Ο ισλαμικός φονταμενταλισμός έγινε μια από τις πιο σημαντικές πολιτικές και ιδεολογικές δυνάμεις στον κόσμο. Και το ιρανικό πετρέλαιο εθνικοποιήθηκε ξανά. Ενα αληθινό Blowback. Το 1936, πολύ πριν από τη γέννηση της CIA, ο αμερικανός κοινωνιολόγος Ρόμπερτ Μέρτον δημοσίευσε ένα δοκίμιο που έγινε πολύ γνωστό, με τίτλο «Οι απρόβλεπτες συνέπειες της κοινωνικής δράσης». Σε αυτό εξέταζε τις αιτίες αρνητικών αποτελεσμάτων όπως η άγνοια (δεν γνωρίζουμε όλα τα στοιχεία) και το λάθος (εσφαλμένη ανάλυση του προβλήματος).
Αυτή η αντίληψη αγνοήθηκε μέχρις ότου, πολύ αργότερα, έγινε της μόδας στις κοινωνικές επιστήμες η θεωρία της ορθολογικής επιλογής (rational choice theory), της οποίας οι μακρινές απαρχές ανευρίσκονται στις ωφελιμιστικές θεωρίες του Τζέρεμι Μπένθαμ ( ο οποίος, μεταξύ των άλλων, θεωρούσε ότι ο πόλεμος είναι μια τρέλα). Σύμφωνα με τους θεωρητικούς της ορθολογικής επιλογής, τα άτομα και τα κράτη αξιολογούν διαρκώς τα κόστη και τα οφέλη των ενεργειών τους, προκειμένου να μεγιστοποιήσουν τα κέρδη τους. Εφαρμοζόμενη στον πόλεμο, η θεωρία της ορθολογικής επιλογής μάς λέει ότι η ωφελιμότητα του πολέμου είναι συνάρτηση της πιθανότητας νίκης, των ωφελειών που μπορούν να αντληθούν, της προβλεπόμενης διάρκειας της σύγκρουσης, του οικονομικού κόστους της πολεμικής κινητοποίησης κ.ο.κ. Αλλά από τη στιγμή που αρχίζουμε έναν πόλεμο και αντιλαμβανόμαστε ότι οι υπολογισμοί ήταν εσφαλμένοι, δεν μπορούμε να γυρίσουμε πίσω και να δοκιμάσουμε ξανά με έναν άλλο τρόπο. Οι επιλογές που κάναμε μας παγιδεύουν.
Στο τέλος της ζωής τους ορισμένοι φιλοπόλεμοι ηγέτες το ξανασκέφτονται και μετανιώνουν. Στο κρεβάτι του θανάτου, ο Λουδοβίκος ΙΔ’ εξηγεί στον κληρονόμο του ότι ο πόλεμος είναι η καταστροφή των λαών: «Μην ακολουθήσεις το κακό παράδειγμά μου. Ξεκίνησα πολέμους με μεγάλη επιπολαιότητα και συχνά από ματαιοδοξία. Μη με μιμηθείς. Προσπάθησε να είσαι ένας ειρηνικός μονάρχης και αφιερώσου στη μείωση των βασάνων των υπηκόων σου». Από πρώτη άποψη, η θεωρία της ορθολογικής επιλογής φαίνεται λογική. Τα κόστη του πολέμου, τόσο τα οικονομικά όσο και τα ανθρώπινα, είναι τόσο πελώρια, ώστε τουλάχιστον το ένα από τα μέρη, εκείνο που άρχισε τον πόλεμο, οφείλει να έχει κάνει καλά τους υπολογισμούς του. Ενα ορθολογικό πρόσωπο δεν προκαλεί έναν ισχυρό αλλά έναν αδύναμο, έναν άοπλο και απροστάτευτο και τον καταστρέφει.
Στις ταινίες γουέστερν ο Τζον Γουέιν δεν πυροβολεί ποτέ έναν άνθρωπο πισώπλατα. Ενεργεί εσφαλμένα. Ενα ορθολογικό πρόσωπο χτυπάει πάντοτε πισώπλατα. Είναι πολύ λιγότερο επικίνδυνο. Θα έπρεπε επομένως να είναι ορθολογικό το να αποφεύγουμε τους πολέμους, επειδή είναι δύσκολο να αξιολογήσουμε τον αντίπαλο. Ο Κλαούζεβιτς είχε επίγνωση των αβεβαιοτήτων του πολέμου. Εγραφε ότι «ο πόλεμος είναι στα χέρια της τύχης. Όποιος βρίσκεται σε πόλεμο συναντάει πάντοτε το αναπάντεχο». Αν όλα ήταν προβλέψιμα, οι θεωρητικοί του ορθολογικού πολέμου θα είχαν δίκιο. Όποιος επιτίθεται πρώτος συνήθως χάνει τον πόλεμο. Οι αποδείξεις είναι πολυάριθμες ακόμα και αν πάρουμε παραδείγματα μόνον από τη μεταπολεμική περίοδο (Κορέα, Σουέζ, πόλεμος των Εξι Ημερών, Βιετνάμ, Αφγανιστάν κ.ά.). Αυτά τα παραδείγματα θα έπρεπε να αρκούν: το να αρχίζει κανείς τον πόλεμο πολύ σπάνια είναι μια καλή ιδέα (…).
[Το κείμενο αυτό είναι απόσπασμα της διάλεξης που έδωσε ο άγγλος ιστορικός Ντόναλτ Σασούν στις 14 Απριλίου 2011, στο πλαίσιο του Φεστιβάλ «LaStoriainPiazza» που έγινε στη Γένοβα