Το ιλαροτραγικό επεισόδιο της σύλληψης του πρώην υπουργού Μεταφορών Μ. Λιάπη, που οδηγούσε αυτοκίνητο με πλαστές πινακίδες, μπορεί να τύχει μιας δεύτερης ανάγνωσης, για την ακρίβεια αντίστροφης. Διότι η έκπληξη της κοινής γνώμης ελάχιστα απείχε απ'το να γίνει, αυτή η ίδια, πρόξενος δεύτερης έκπληξης: τι άλλο περίμενε δηλαδή η ελληνική κοινωνία;
Δεδομένου του πνευματικού και πολιτικού αναστήματος των πρωταγωνιστών της οικογενειοκρατίας, πώς να αιτιολογήσουμε το υποτιθέμενο σοκ μπροστά σε μια συμπεριφορά καθ'όλα αναμενόμενη; Το γεγονός ότι το συγκεκριμένο παράπτωμα θεωρήθηκε σκανδαλώδες, ενώ, συγκριτικά, δεν αποτελούσε παρά σταγόνα επιπολαιότητας στον ωκεανό των αμαρτιών της ημισυνταξιοδοτημένης τριτοκοσμικής μας ελίτ, αξίζει από μόνο του να καταστεί αντικείμενο μελέτης.
Σαν να λέμε, στην περίπτωση μιας κοινωνίας με οξυμένη αυτεπίγνωση, ο θόρυβος στα ΜΜΕ ή στο Διαδίκτυο θα ήταν μάλλον αδιανόητος - αν μας είχε όντως ξυπνήσει ο καλπασμός του ασύδοτου κομματικού τυχοδιωκτισμού που σάρωσε αυτή τη χώρα το τελευταίο τέταρτο του αιώνα, η παραπομπή του Μ. Λιάπη στο Αυτόφωρο, και παρά τις χειροπέδες, θα περνούσε στα ψιλά. Και ανάποδα: η εντύπωση της ειδησεογραφικής ηλεκτροπληξίας που προκάλεσε, συνεπάγεται το συμπέρασμα ότι ο κόσμος, παραδόξως, διατηρεί ακόμη ελπίδες υπέρ της ανάρρωσης του παλαιού καθεστώτος. Για να σοκάρεται κανείς από κατορθώματα τύπου Λιάπη, θα πρέπει, ομολογουμένως, να πιστεύει ότι υπάρχουν ακόμη σήμερα κάποια υπολείμματα σεβασμού προς τους θεσμούς και τους νόμους, ότι υπάρχουν αναστολές που λειτουργούν, ότι εκείνοι που εκτίθενται στη δημόσια σκηνή εξακολουθούν να είναι ακόμη, ύστερα απ'όσα προηγήθηκαν, άνθρωποι με στοιχειώδη έστω ευαισθησία στα προσχήματα. Πάρτε το βιβλίο «Για ένα νέο ήθος»: είναι ηλίου φαεινότερο ότι κανένας εξ όσων είναι στ'αλήθεια προικισμένοι με ήθος δεν διαλέγει να γράψει πραγματεία περί ήθους.
Έτσι, οι αντιδράσεις στο επίμαχο ολίσθημα προδίδουν, κατά βάθος, το αντίθετο εκείνου που νομίζουμε: μας δείχνουν ότι το παλαιό σύστημα, μολονότι σωριασμένο σε ερείπια, αντέχει εντούτοις να διεκδικεί, κουτσά στραβά, τη νόμιμη αντιπροσώπευση των ιδανικών της πολιτικοκοινωνικής μας ζωής - αντέχει, επομένως, την ειρωνική δοκιμασία τού να παρουσιάζει ένα κρούσμα παρασπονδίας όπως αυτό των πλαστών πινακίδων του Λιάπη σαν να επρόκειτο για μια συγκλονιστική εξαίρεση που αμαυρώνει τάχα την υπόληψη του κοινοβουλευτικού παρθεναγωγείου.
Εξ ου και το σύστημα φαίνεται να αντέχει επίσης εκλογικά. Στο βαθμό που μας εκπλήσσει το θράσος του Μ. Λιάπη, άλλο τόσο παραδεχόμαστε ότι περιμέναμε απ'αυτόν κάτι καλύτερο
[ΠΗΓΗ: Ευγένιος Αρανίτσης, ΠΙΝΑΚΙΔΕΣ, στην ΕΙΣΟΔΟ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ της σαββατιάτικης ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑΣ: 21-12-2013 με συμβολική εικόνα «Βυθού» της Φιλοπούλου Ιουστίνης]