Ποίηση γράφω γιατί θαύμασα πολύ-όλη μου η ποίηση είναι το ρήμα «θαύμασα». Κι αλήθεια λες, λίγοι τη διαβάζουν και λίγοι την αγαπούν πραγματικά. Γιατί η ποίηση είναι περίληψη του κόσμου, κι η περίληψη είναι δύσκολο σπορ.
(Δεν υπάρχει ένα ποίημα που να γαμεί και να δέρνει/ Γιατί το άθλημα είναι βαρύ.. τα είπε όλα ο Στεριάδης..) Γιατί μάθαμε να γράφουμε μόνο εκθέσεις ιδεών. Τρομάζει η πύκνωση…(Γλυκερία Μπασδέκη – μια συνέντευξη και μια ιστορία)
Θέλω να ξεκινήσουμε με τις εμμονές. Και επειδή εγώ έχω μια ιδιαίτερη ειδωλολατρική λατρεία στους ανθρώπους με εμμονές θα μου κάνεις τη χάρη να μιλήσουμε για μερικές δικές σου, ε; Για την Έρση Σωτηροπούλου ίσως; Για τον Καρούζο; Ή για τον Χειμωνά; Ακόμα και για τη Νέλλη Γκίνη.
΄Ερση Σωτηροπούλου και Μαρία Μήτσορα στην πεζογραφία.Καθαρή ειδωλολατρία ή πρωτοχριστιανικό πάθος, το ίδιο είναι Γιώργο. Η Τζένη Μαστοράκη, η συγχωρεμένη Νανά Ησαΐα στην ποίηση. Η Πλάτωνος στη μουσική. Καθαρός έρωτας - απ’ αυτούς που και στα λιοντάρια να σε ρίξουν εσύ εκεί, υπέρ πίστεως. Καρούζος, Χειμωνάς, Στεριάδης, Κακναβάτος-ανάβω κεράκια κανονικά, τους μνημονεύω τα ψυχοσάββατα ως συγγενείς…Και μαζί η Δανάη Στρατηγάκη στη Θεατρική εβδομάδα, τα άπαντα της Ισμήνης Καλέση, ο Αττίκ, η Μαρία Αλιφέρη, όλες οι εν εκστάσει Αγίες της Καθολικής εκκλησίας, η ΄Αντζελα Δημητρίου, ο γεωπόνος Αλέξης από το Μεθοριακό σταθμό, όλα τα σήριαλ του Δαλιανίδη, η Βόρειος Κορέα, οι τερματοφύλακες Μύρτσος και Πλίτσης, ο τρελός Πιερό, ο Μιζογκούτσι, η Μαρία Πλυτά… ΄Ενας φαινομενικά αλλόκοτος πλανήτης που διαμόρφωσε το βλέμμα μου.
΄Ερση Σωτηροπούλου και Μαρία Μήτσορα στην πεζογραφία.Καθαρή ειδωλολατρία ή πρωτοχριστιανικό πάθος, το ίδιο είναι Γιώργο. Η Τζένη Μαστοράκη, η συγχωρεμένη Νανά Ησαΐα στην ποίηση. Η Πλάτωνος στη μουσική. Καθαρός έρωτας - απ’ αυτούς που και στα λιοντάρια να σε ρίξουν εσύ εκεί, υπέρ πίστεως. Καρούζος, Χειμωνάς, Στεριάδης, Κακναβάτος-ανάβω κεράκια κανονικά, τους μνημονεύω τα ψυχοσάββατα ως συγγενείς…Και μαζί η Δανάη Στρατηγάκη στη Θεατρική εβδομάδα, τα άπαντα της Ισμήνης Καλέση, ο Αττίκ, η Μαρία Αλιφέρη, όλες οι εν εκστάσει Αγίες της Καθολικής εκκλησίας, η ΄Αντζελα Δημητρίου, ο γεωπόνος Αλέξης από το Μεθοριακό σταθμό, όλα τα σήριαλ του Δαλιανίδη, η Βόρειος Κορέα, οι τερματοφύλακες Μύρτσος και Πλίτσης, ο τρελός Πιερό, ο Μιζογκούτσι, η Μαρία Πλυτά… ΄Ενας φαινομενικά αλλόκοτος πλανήτης που διαμόρφωσε το βλέμμα μου.
Δεν σου έχω πει ποτέ πως μαζί με την Αλεξάνδρα Πλαστήρα σας θεωρώ τις σημαντικότερες ποιήτριες της γενιάς σας, στο λέω τώρα. Τι σε κατατρώει και γράφεις ποίηση; Δεν αποθαρρύνεσαι που γράφεις ποιήματα σε μια χώρα που δεν διαβάζει ποίηση; Αλήθεια, γιατί δεν διαβάζουμε ποίηση ;
Ποίηση γράφω γιατί θαύμασα πολύ -όλη μου η ποίηση είναι το ρήμα «θαύμασα».Κι αλήθεια λες, λίγοι τη διαβάζουν και λίγοι την αγαπούν πραγματικά. Γιατί η ποίηση είναι περίληψη του κόσμου, κι η περίληψη είναι δύσκολο σπορ. (Δεν υπάρχει ένα ποίημα που να γαμεί και να δέρνει/ Γιατί το άθλημα είναι βαρύ.. τα είπε όλα ο Στεριάδης..) Γιατί μάθαμε να γράφουμε μόνο εκθέσεις ιδεών. Τρομάζει η πύκνωση..
Υπάρχει και αυτός ο «θρήνος» στα γραπτά σου, που δεν είναι καθόλου νοσταλγία ευτυχώς, για «στιγμιότυπα» από ανθρώπους που φαίνεται πως δεν θα ξαναυπάρξουν. Έχεις μια πίστη στον άνθρωπο και στο τάλαντο του, στην ατομικότητα της μεγαλοφυΐας; Έχω την αίσθηση πως τα κινήματα, οι ομάδες, δεν σε απασχολούν ιδιαίτερα. Ένας Νταλί ή εκατομμύρια Οκτωβριανοί επαναστάτες λοιπόν;
Έχω μια πίστη στην ανάσταση νεκρών, στη ζωή μετά θάνατον-οι προσδοκίες μου από το επέκεινα αγγίζουν τα όρια της υπερβολής.Προσδοκώ συναντήσεις, επανασυνδέσεις, νέες γνωριμίες, πάρτι. Και φυσικά μια Δευτέρα Παρουσία υπερπαραγωγή-κατηχητικό και ΚΝΕ, οι δύο πυλώνες της εφηβείας μου, δεν σβήνουν αυτά τα πράγματα Γιώργο. Κι επειδή είμαι ρομαντικό κορίτσι και λατρεύω τα μελό του Κάπρα, θέλω να σωθεί κι ο Νταλί κι οι σύντροφοι στα Σοβιέτ κι όλοι μαζί να πάμε μια μεγάλη βόλτα στη θάλασσα!
Γλυκερία Μπασδέκη, Έχω απόψε ραντεβού
Αχ,τι ωραία που το κούτσαινε το δεξί. Μέχρι να βάλει ποτήρια τον αγάπησα. Του το είπα-σας αγαπώ κύριε Αντώνη, σας αγαπώ από τότε που σας πρωτάκουσα να κουτσαίνετε ,κλακ κλακ, κλακ
΄Ηταν ένας κουτσός και τον έλεγαν Αντώνη. Τον άκουγα να σέρνεται ώρες πάνω απ’ το κρεββάτι μου. ΄Ηταν και διαχειριστής. Κάθε δεκαπέντε του χτυπούσα. ΄Επαιρνε τα χρήματα, γειά σας ευχαριστώ. ΄Ενας όροφος διαφορά, τετραγωνικά σαρανταπέντε . ΄Επαιρνε και χάπια, φαινότανε. Στα πενήντα, πολύ όμορφος. Αντώνη, Αντώνη,σώσε με από ’δω του φώναζα –δεν άκουγε. Ένα βράδυ δεν είχα ύπνο. Ούτε κι αυτός. Σερνότανε, σερνότανε-ανέβηκα . Όταν άνοιξε είχε θυμό. Θέλετε κάτι, δεν ήξερα. Μούγγρισα μια μπούρδα ,κατάλαβε, έφερε μπύρες. Αχ,τι ωραία που το κούτσαινε το δεξί. Μέχρι να βάλει ποτήρια τον αγάπησα. Του το είπα-σας αγαπώ κύριε Αντώνη, σας αγαπώ από τότε που σας πρωτάκουσα να κουτσαίνετε ,κλακ κλακ, κλακ κλακ μέσα στη νύχτα, από τότε που τα μάτια σας με έγλυψαν στο ασανσέρ και πέθανε η μάνα μου σε τροχαίο, από τότε που σπουδάζω βαφές μαλλιών και πεντικιούρ. Ο Αντώνης ούτε άκουγε. Ούτε μ’ έδιωξε. Περπατούσε κλακ κλακ κλακ, κλοκ κλοκ κλοκ, κούτσαινε πιο πολύ να χαρώ γιατί κατάλαβε ότι τον αγαπώ βαθειά και δεν έχω κανέναν στην πολυκατοικία. Πίναμε, έφερε και πατατάκια, να σας περάσω τις ρίζες, να σας κόψω τα νυχάκια παρακάλαγα-είδε κι απόειδε, συμφώνησε. Φτερό έγινα, πάνω κάτω, έφερα τις τσάντες, του πέρασα ένα μαονί , άρχοντας, ούτε σαράντα, έφεξε. ΄Εκοβα νύχια, έκοβα-όλα,πόδια χέρια, καθόταν η αγάπη μου, αμίλητος, υδρατάντ, μάσκες, όλα, όλα, κιχ δεν έβγαλε μέχρι το ξημέρωμα. Τον πήγα και στο μπάνιο, πρώτα λούσιμο, μετά κάθησε σ΄ένα σκαμπουδάκι της βεράντας, τον έτριψα, τον τίναξα, τον άπλωσα-κλακ κλακ ,κλοκ κλοκ, μοσχοβολούσε και κούτσαινε, κούτσαινε και μοσχοβολούσε. ΄Ερωτα και τέτοια δεν κάναμε. Ούτε χέρι μου ’βαλε, ούτε. Είμαι μελαγχολικός, μου είπε, εγώ δεν μπορώ, μόνο να πίνουμε μπύρες μπορώ και να μου κάνεις μποτέ, εντάξει; Eντάξει, εντάξει, κι εγώ έχω απ’ αυτό του είπα. Χάρηκε, πω πω πόσο χάρηκε. ΄Εφερε και φυστίκια και κάτι αλμυρά με σουσάμι, φάε να δυναμώσεις που ’σαι σα σκιάχτρο μου ’λεγε και μου γέμιζε το μπωλάκι, δικό μου μπωλάκι, ο καθένας με το μπωλάκι του, πολύ νοικοκύρης ο Αντωνάκης μου. Τέλειωσαν κι οι μπύρες, ψιλοξημέρωσε, δεν μιλούσαμε και πολύ, άντε να πας σπιτάκι σου τώρα, μη σε δουν να βγαίνεις κι αρχίσουν. Μου ’σκασε ένα φιλί στο μάγουλο, όλο γλύκα, τον είδα εγώ, λάμπανε οι ματάρες του, έκανε χαρές κι ας μην το ’λεγε. Γειά σου Αντώνη, γειά σου Μιχαλίτσα. ΄Ηταν σα να τα φτιάξαμε, σα να βγήκαμε ραντεβού και μου ζήτησε να γίνω το κορίτσι του, οoooooooυυυυυυ ακόμα καλύτερα. Μέχρι τον ουρανό και τ’ αστεροκόκαλα της μάνας μου κι ακόμα καλύτερα
Θα έχεις φυσικά και τα σημεία-σταθμούς της ζωής σου; Τους κόμβους, πώς να το πω; Τι θυμάσαι απο αυτούς;
Έχω δυο εξαίσιες ουλές καισαρικής και πολλούς σταυρούς σε νεκροταφεία. Αφίξεις και αναχωρήσεις. Αυτοί είναι οι κόμβοι μου. Και θυμάμαι. Θυμάμαι πολύ.
Έχω δυο εξαίσιες ουλές καισαρικής και πολλούς σταυρούς σε νεκροταφεία. Αφίξεις και αναχωρήσεις. Αυτοί είναι οι κόμβοι μου. Και θυμάμαι. Θυμάμαι πολύ.
Να σου πω, ενθουσιάστηκες τις προάλλες όταν σε προσφώνησα «άντρα της ζωής μου». Δεν αισθάνεσαι ούτε ένα συνηθισμένο κορίτσι, ούτε ότι σκέφτεσαι μονάχα με έναν «θηλυκό τρόπο» ε; Και ποιοί είναι οι δικοί σου άντρες ζωής; Και δεν εννοώ φυσικά τον Καρούζο και τον Ελύτη.
Να σου θυμίσω τον ανδρόγυνο Ορλάντο της Γουλφ.Να σου θυμίσω τον υπερήρωα Ηρακλή που θηλυκοποιείται εξαίσια στις Τραχίνιες. Γυναίκες με ανδρικά στοιχεία και άνδρες με γυναικεία συνιστούν την επιτομή του φύλου τους. Κι επειδή με ξέρεις αρκετά καλά, αν κάτι με λυγίζει συναισθηματικά είναι να με αποκαλέσεις «Ποιητή» ή «Άνδρα της ζωής σου». Όσο για τους άλλους άνδρες της ζωής μου, τι να σου πω. Ως έφηβη, πάντως, έστελνα ερωτικά γράμματα στον Ελύτη. Τα υπέγραφα με κάτι ιντριγκαδόρικα του τύπου Ζυστίν, μικρή εβραία ανθοπώλις ή Λίλιαν, σπασμένο κρίνο. Τα διάβαζε, δεν τα διάβαζε, ιδέαν δεν έχω.. Σ’ όλους χρωστάω πάντως. Είμαι και οι άνδρες που ερωτεύτηκα. Είμαι και ο πατέρας μου. Είμαι και ο γιός μου. Δεν θα σου πω βέβαια περισσότερα για τον γιό μου (Κι έπειτα, έχει κάμποσες να τραγουδήσουν τη χαρά της μητρότητας.., όπως λέει κι η Μαστοράκη)
Είσαι μεγάλο ταλέντο, είσαι ερωτευμένη, είσαι φιλόλογος, είσαι κωλόπαιδο, εργάζεσαι και ζεις στην Ξάνθη. Πώς τους κουβαλάς όλους αυτούς τους σταυρούς μαζί μπορείς να μου πεις; Και ταυτόχρονα να σκέφτεσαι τόσο συντεταγμένα;
Σ’ ευχαριστώ για όλα-κυρίως για το «κωλόπαιδο» που τη θεωρώ τρυφερή προσφώνηση, πολύ τρυφερή προσφώνηση.Στην καθημερινότητά μου είμαι μια βαρετή και γκρινιάρα μεσήλιξ. Και ιδέαν δεν έχω πως σκέφτομαι τόσο συντεταγμένα. Προφανώς πρόκειται περί ενός ακόμη μικρού θαύματος, από τα πολλά που έχουν φωταγωγήσει τη ζωούλα μου !
Αυτή η τυχαία συνάντηση μιας ομπρέλας με μια ραπτομηχανή πάνω σε ένα χειρουργικό τραπέζι πραγματοποιείται μόνο στα γραπτά σου ή και στην προσωπική σου ζωή; Πώς αντιμετωπίζεις τον παραλογισμό της καθημερινότητας, εσύ η βαθύτατα σουρεαλίστρια; Και σε ρωτάω γιατί γνωρίζεις καλά πόσο βαθύτατα μεθοδικός και συμπαγής είναι ο σουρεαλισμός.
Θεωρώ ότι εγγενήθην σουρεαλίστρια, δεν έγινα.. Ο σουρεαλισμός για μένα συνιστά φύση, βιολογία. Τίποτε το ανθρώπινο δεν μου είναι ξένο, όλα είναι πιθανά, όλα επιτρέπονται. Θεωρώ ότι η Ζωζώ Σαπουντζάκη είναι επί της ουσίας φιλόσοφος κι ο Λακάν τραγουδιστής πίστας. Έτσι πορεύομαι από παιδί, στο ξαναλέω, έμπλεξες με σουρεαλίστρια εκ φύσεως κι όχι εκ πεποιθήσεως, Γιώργο.
Να σου πω, πες μου μια πολύ αστεία ιστορία της ζωής σου. Να έχεις σκάσει κυριολεκτικά στα γέλια.
Η ιστορία Φασμπίντερ. Ταξιδεύω με τραίνο. Στο κουπέ ένας πολύ κύριος -σικ καμπαρντίνα, μουσάκι διανοούμενου, βιβλίο στο χέρι. Και μια φοβερή οικογένεια τσιγγάνων-μαμά, μπαμπάς, τρία μικρά. Προσπαθεί να μου πιάσει κουβέντα- «α, φοιτήτρια, ήσασταν Θεσσαλονίκη, στο φεστιβάλ, σινεφίλ, ω!!», κάτι τέτοια. Βαριέμαι θανάσιμα και κάνω πως κοιμάμαι. Και τι ακούω, Γιώργο; Αρχίζει να μιλάει στη φοβερή τσιγγανοοικογένεια για τον Φασμπίντερ!!!! Αυτοί ευγενέστατοι, συμμετέχουν.. Στην ερώτηση αν έχουν δει ταινίες του Φασμπίντερ… ο πάτερ φαμίλιας απαντά με το αλήστου «πως, ναι,ναι Μπίντερ, Μπίντερ, σενέχεια βλέπομε» Γελάω πάνω από είκοσι χρόνια!!!!
Αναρωτιέμαι αν συμφωνείς πως η κρίση που περνάμε είναι τελικά βαθύτατα ερωτική; Ή εν πάσει περιπτώσει τι σόι κρίση είναι;
Δεν έχω τελειώσει την Πάντειο για να σου απαντήσω, αλλά ναι, όλα στην τελική είναι ζήτημα επιθυμίας. Κι η οικονομία, κι η πολιτική ,όλα εκεί πατάνε. Για μένα ο Μαρξ ήταν και θα είναι ένας ερωτευμένος οικονομολόγος…
[Η Γλυκερία Μπασδέκη γεννήθηκε στη Λάρισα το 1969. Σήμερα ζει στην Ξάνθη και βιοπορίζεται ως φιλόλογος. Εξέδωσε δύο ποιητικές συλλογές: Είναι επικίνδυνο ν’ ανοίγεις την πόρτα σου σε άγνωστες μικρές (εκδ. Πλέθρον 1989) και Σύρε καλέ την άλυσον (εκδ. Ενδυμίων 2012), με χρονική διαφορά μόλις εικοσιτριών χρόνων. Κείμενά της έχουν δημοσιευτεί σε έντυπα και ηλεκτρονικά περιοδικά – η συνέντευξη δόθηκε στο Γιώργο Σιδέρη και αναρτήθηκε στο ΕΝΤΕΥΚΤΗΡΙΟ http://entefktirio.blogspot.gr/και http://art2day.gr/ ]