άκουγε τις καμπάνες που βαρούν
και τ'ορειχάλκου τις δονήσεις
όπου τρυπάν τον καθαρό
- του Κυριακάτικου πρωινού - αγέρα
και τ'ορειχάλκου τις δονήσεις
όπου τρυπάν τον καθαρό
- του Κυριακάτικου πρωινού - αγέρα
άραγες οι καμπάνες τι να μηνούν ;
θα τις ακολουθήσουν μήπως
ύμνοι τραγούδια χαρές
ή πολυβόλα θ'αντηχήσουνε απαίσια
να σπείρουνε τον όλεθρο ολούθε ;
θα τις ακολουθήσουν μήπως
ύμνοι τραγούδια χαρές
ή πολυβόλα θ'αντηχήσουνε απαίσια
να σπείρουνε τον όλεθρο ολούθε ;
ένα σας λέω :
όλοι να τρέξουνε αμέσως
στα γκωλ –ποστ παιδιά !
στα γκωλ -ποστ ! στα γκωλ -ποστ
άγρυπνοι - ακοίμητοι φρουροί -
πανέτοιμοι
το μάτι εδώ εκεί να γρηγορούμε
όλοι να τρέξουνε αμέσως
στα γκωλ –ποστ παιδιά !
στα γκωλ -ποστ ! στα γκωλ -ποστ
άγρυπνοι - ακοίμητοι φρουροί -
πανέτοιμοι
το μάτι εδώ εκεί να γρηγορούμε
μην αρχινίσουνε να πέφτουνε τα τέρματα
βροχή και ηττηθούμε (Νίκος Εγγονόπουλος, Τα γκωλ – ποστ του)
βροχή και ηττηθούμε (Νίκος Εγγονόπουλος, Τα γκωλ – ποστ του)
Το Μουντιάλ βρίσκεται προ των πυλών και άρχισε ήδη να αποτελεί θέμα για διάφορες εφημερίδες και περιοδικά της χώρας. Πληροφορίες για τις ομάδες των ομίλων, για τους αντιπάλους της δικιάς μας Εθνικής, για τις συνθήκες ζωής της Βραζιλίας, τη διαφορά θερμοκρασίας στη διάρκεια της ημέρας και τα απρόβλεπτα καιρικά φαινόμενα στη χώρα του Αμαζονίου, τις φαβέλες, τον κίνδυνο διαδηλώσεων και ταραχών από τους καρτονέρος και τους άστεγους των τενεκεδουπόλεων που ψωμολυσσάνε ψάχνοντας στα σκουπίδια τον επιούσιό τους, ενώ σκορπίζονται αφειδώς δισεκατομμύρια στον τζόγο του ποδοσφαίρου. Κι όμως, σε λίγες ημέρες, όλοι θα τα ξεχάσουμε όλα αυτά, και, σαν μαγνητισμένοι, θα στηθούμε στους δέκτες μας για να θαυμάσουμε γκολ και θέαμα από τις υπερομάδες του πλανήτη. Θαρρείς πιστοί θρησκευόμενοι που κοινωνούμε αίμα και σώμα Κυρίου, με φωτισμένους αγίους και Αποστόλους τον Μέσι, τον Ρονάλντο, τον Νεϊμάρ, τον Τζέραλντ ή τον Ριμπερί.
Σ’ αυτά τα αφιερώματα, που είναι τελείως συμβατικά και αθηνοκεντρικά, θα παρελάσει ο Καμύ ως πρώην τερματοφύλακας, ο Παζολίνι, ως οπαδός της ομάδας του Τορίνο και όχι της Γιουβέντους, θα ξαναδιαβαστεί το ποίημα του Εγγονόπουλου Τα Γκωλ ποστ
Τα ψαγμένα λογοτεχνικά έντυπα και οι εφημερίδες του λεκανοπεδίου με τις πρωτιές στις εβδομαδιαίες και μηνιαίες κυκλοφορίες, άρχισαν ήδη και τα πρώτα αφιερώματα για τη σχέση του ποδοσφαίρου με τις τέχνες (ζωγραφική, κινηματογράφος, λογοτεχνία κτλ.). Έχει γίνει πια κάτι σαν έθιμο ή μόδα, παραμονές Μουντιάλ ή πανευρωπαϊκού πρωταθλήματος (ιδίως όταν η εθνική μας ομάδα τυχαίνει να βρίσκεται στην τελική φάση κάποιας διοργάνωσης) να αναρτώνται κείμενα για το ποδόσφαιρο στη λογοτεχνία. Πάντα σ’ αυτά τα αφιερώματα, που είναι τελείως συμβατικά και αθηνοκεντρικά, θα παρελάσει ο Καμύως πρώην τερματοφύλακας, θα διευκρινιστεί πως ο Παζολίνι, ως αριστερών πεποιθήσεων, ήταν οπαδός της ομάδας του Τορίνο και όχι της Γιουβέντους, θα ξαναδιαβαστεί το ποίημα του Εγγονόπουλου Τα Γκωλ ποστ (Οι Κοιλάδες με τους ροδώνες), θα αναφερθεί το όνομα του Μανόλη Αναγνωστάκη ως «βαμμένου παοκτσήκαι μετέπειτα οπαδού του Απόλλωνος Αθηνών» (δεν θα γίνει όμως καμία αναφορά για τις απόψεις του για το αθηναϊκό κατεστημένο της εποχής του, που στερούσε από τις ομάδες της Θεσσαλονίκης τίτλους κατά συρροή), θα μνημονευτεί το μάλλον μέτριο μυθιστόρημα τουΔημήτρη Μίγγα «Στα ψέματα παίζαμε» (ενδιαφέρον μόνο ως προς την τεχνική του να αφηγείται τα γεγονότα αντίστροφα, από το σήμερα στο χθες) ενώ θα αποσιωπηθούν εξαιρετικά προηγούμενα διηγήματά του (Μαύρη θύελλα από το «Των κεκοιμημένων», και Η τρίπλα των ονείρων από το «Της Σαλονίκης μοναχά…»), που είχαν σχέση με λούμπεν ανδρικούς χαρακτήρες που ασχολούνταν με το ποδόσφαιρο σε ερασιτεχνικά σωματεία, θα ξαναζήσουμε και το υπερεκτιμημένο «Η φανέλα με το εννιά» του πολύ καλού πεζογράφου και αθηναιογράφου Μένη Κουμανταρέα, που όμως, πέρα από το ενδιαφέρον του θέματός του και της ομότιτλης ταινίας του, δείχνει σε πολλά σημεία πόσο λίγη σχέση είχε ο άνθρωπος με την μπάλα, όταν βάζει έναν παραγκωνισμένο από τον προπονητή και πρόεδρο της ομάδας (τον ηθοποιό Θανάση Μυλωνά, λίγους μήνες πριν τον χαμό του από καρκίνο, σε ηλικία μόλις 51 ετών) ποδοσφαιρικό αστέρα (όρα Στράτο Τζώρτζογλου, στα οργισμένα νιάτα του) να του χτυπάει, περασμένα μεσάνυχτα, την πόρτα του σπιτιού του για να του ζητήσει σε έντονο τόνο και ύφος εξηγήσεις (ούτε ο μέγας Κούδας τόλμησε να το κάνει αυτό στον κάποτε πολύ πρόεδρο του ΠΑΟΚ Γιώργο Παντελάκη, που του στερούσε τη φυγή του στον Ολυμπιακό …). Και φυσικά, όλες οι ανθολογήσεις, οι αναφορές των συγγραφέων, οι παραπομπές, οι μαρτυρίες, τα ποιήματα ή τα αποσπάσματα των εν λόγω αφιερωμάτων έχουν να κάνουν με το, άλλοτε, ισχυρό ΠΟΚ. Τον ισόβιο εν Ελλάδι πρωταθλητή Ολυμπιακό, τον Παναθηναϊκό και την ΑΕΚ, τις τρεις μεγαλύτερες ομάδες του λεκανοπεδίου.
Υπάρχει σημαντικός αριθμός βορειοελλαδιτών λογοτεχνών που έχουν περάσει στη λογοτεχνία τη βαθιά αγάπη τους για τις ιστορικές ομάδες της Θεσσαλονίκης
Λειτουργώντας περισσότερο συμπληρωματικά, παρά γκρινιάρικα (καθότι αδικημένος Θεσσαλονικιός, που του στερούν κάθε χρόνο οι διαιτητές βαθμούς κτλ, κτλ.) –όχι ότι αυτή η εκ βορείων συνόρων της Αυτοκρατορίας γκρίνια δεν έχει κάποια βάσιμη αιτία και εξήγηση– θέλω να θυμίσω απλώς πράγματα που δεν νομίζω πως θα αναφερθούν ποτέ σε αφιέρωμα, αναφορικά με τη σχέση της λογοτεχνίας με το ποδόσφαιρο, σε οποιοδήποτε έντυπο της ημεδαπής. Να θυμίσω, λοιπόν, πως υπάρχει σημαντικός αριθμός βορειοελλαδιτών λογοτεχνών που έχουν περάσει στη λογοτεχνία τη βαθιά αγάπη τους για τις ιστορικές ομάδες της Θεσσαλονίκης (Άρης, Πάοκ, Ηρακλής και Απόλλων Καλαμαριάς). Να θυμίσω τον ύμνο του Θωμά Κοροβίνη (βραβευμένου πεζογράφου) με το βιβλίο του «Τρία ζεϊμπέκικα και ένα ποίημα για τον Γιώργο Κούδα» (εκδ. μικρός Ιανός), που τον στολίζει με τόσα εγκωμιαστικά και επαινετικά επίθετα, που όμοιά τους υπάρχουν μόνο στα εγκώμια της Παναγίας. Τον επίσης βραβευμένο θεσσαλονικιό πεζογράφο Γιώργο Σκαμπαρδώνη που πέρασε την αγάπη του για τον ιστορικό Γηραιό, την ομάδα του Ηρακλέους, σε πολλά του διηγήματα (με αποκορύφωμα, κατά τη γνώμη μου, το υπέροχο Η-Η-ΗΡΑΚΛΗΘ!, από τη συλλογή διηγημάτων Πάλι κεντάει ο στρατηγός), αλλά και τον πρόωρα χαμένο, επίσης πεζογράφο, Αλμπέρτο Ναρ, που και αυτός, φανατικός Ηρακλειδέας, έγραψε ζουμερά διηγήματα για το ποδόσφαιρο. Κείμενα των Πάνου Θεοδωρίδη, Γιώργου Γκόζη(ιδίως από το πρώτο του βιβλίο «Ο νυχτερινός στο βάθος», που απέσπασε σπουδαίες κριτικές, όπου κάποιοι ήρωές του, ως αγνοί θρησκευόμενοι, τρώνε ντουζλαμά (χοντροκομμένο πατσά) και συζητούν για την αγαπημένη ομάδα τους, τον ΠΑΟΚ), αναφορές του σπουδαίου διηγηματογράφου Περικλή Σφυρίδηγια το γήπεδο, τα αθλήματα και την ομάδα του Άρεως, της οποίας, επί πολλά χρόνια, υπήρξε γιατρός, σατιρικά καβαφίζοντα ποιήματα του πρόσφατα χαμένου Μίμη Σουλιώτη,τα λευκώματα και τα διηγήματα του εξαιρετικού δραμινού πεζογράφου Βασίλη Τσιαμπούση για την ιστορική ομάδα της Δόξας Δράμας, αλλά και αναφορές σε βιβλία των Γιώργου Ιωάννου, Τόλη Καζαντζή, Γιώργου Αναστασιάδη (επιμελήθηκε τον εξαιρετικό τόμοΣτα γήπεδα η πόλη αναστενάζει,από τις εκδόσεις Ιανός), Τηλέμαχου Αλαβέρα, Σπύρου Βούγια, Παναγιώτη Γούτα, και πολλών ακόμη γνωστών ή άγνωστων λογοτεχνών. Όλη αυτήν την τελευταία λογοτεχνική συγκομιδή σε κανένα σοβαρό αφιέρωμα για τη σχέση ποδοσφαίρου και λογοτεχνίας, σε αθηναϊκό έντυπο, δεν θα τη συναντήσετε ποτέ. Ο νοών νοήτω…
Νιώθουμε, καμιά φορά, εδώ στα ακρότατα όρια της Αυτοκρατορίας, όπως οι βάρβαροι του Καβάφη ή του Κουτσί, δύσμορφοι, προβληματικοί, διαφορετικοί, πρωτόγονοι, καθυστερημένοι. Όπως περιορισμένο είναι το αντίκρισμα της λογοτεχνίας που γράφουμε, έτσι νιώθουμε να συμβαίνει και με το κύρος των ομάδων, που, από μικρά παιδιά, αγαπάμε.
Μπάλα αληθινή, μαγική, θεϊκή, δίχως σκοπιμότητες και κρυφά συμφέροντα, από τους ζογκλέρ των ανά τον κόσμο εθνικών ομάδων, που γνωρίζουν καλύτερα από τον καθένα μας για το τι σημαίνει «ποίηση των γηπέδων»
Μου το επεσήμανε, κάποτε, ο σημαντικός πεζογράφος και ποιητής, ο Τόλης Νικηφόρου. «Στη Θεσσαλονίκη», μου είπε, «η λογοτεχνία συμβαδίζει με το ποδόσφαιρο.Όπως οι ομάδες μας πρέπει στην Αθήνα να παίξουν δέκα φορές καλύτερα από τον αντίπαλο για να νικήσουν (το κατεστημένο, τα κυκλώματα, τις «παράγκες», τη διαιτησία…), έτσι και οι λογοτέχνες μας. Πρέπει να γράψουν δέκα φορές καλύτερα από τους ομότεχνούς τους Αθηναίους για να δουν μια μικρή αναφορά στις στήλες κάποιου εντύπου για το έργο τους». Το παιχνίδι που παίζεται είναι σικέ, και σαν εξαγριωμένοι φίλαθλοι που νιώθουν θεατές ενός στημένου αγώνα φωνάζοντας «τα λεφτά μας, πίσω …», θέλουμε κάπως να αντιδράσουμε.Εσχάτως, στα play off του πρωταθλήματος, μάθαμε και το εξής αμίμητο: Η ρίψη ενός κιλού γαύρου στον πάγκο του αντιπάλου (όσο ακαλαίσθητη, εμετική και αντιαισθητική, ως πράξη, αποτελεί στα μάτια όλων μας) τιμωρείται αυστηρά από την αθλητική δικαιοσύνη, σε αντίθεση με τη ρίψη μολότωφ σε κερκίδα φιλοξενούμενων θεατών, που μένει ατιμώρητη. Ίσως γι’ αυτό, αηδιασμένοι πλέον, οι εδώδιμοι αναρχικοί και αριστεριστές εκσφενδονίζουν στα επεισόδια της Καμάρας ή πέριξ του Πανεπιστημίου της πόλης γαύρους αντί βόμβες μολότωφ. Γιατί δεν θέλουν να αποκοπούν από την πιθανότητα μιας τιμωρίας και για να λάβει αξία και υπόσταση η ανατρεπτική τους πράξη.
Όμως αρχίζει Μουντιάλ. Τέρμα οι γκρίνιες και τα παράπονα. Τέρμα οι εκδοτικές και συγγραφικές πικρίες. Τέρμα οι εκατέρωθεν εκσφενδονίσεις ψαριών και βομβών από ανεγκέφαλους οπαδούς, που επενδύουν στη βία. Τέρμα οι ανασφάλειες και τα οπαδιλίκια.
Όλοι μας, Βάζελοι και Σκουλήκια, Χανούμια και Γριές, Γαύροι και Βούλγαροι, ας αφήσουμε για λίγο τα δικά μας κι ας απολαύσουμε μπάλα. Μπάλα αληθινή, μαγική, θεϊκή, δίχως σκοπιμότητες και κρυφά συμφέροντα, από τους ζογκλέρ των ανά τον κόσμο εθνικών ομάδων, που γνωρίζουν καλύτερα από τον καθένα μας για το τι σημαίνει «ποίηση των γηπέδων».