Η επέκταση της μεταλλευτικής δραστηριότητας στη Β. Α. Χαλκιδική βρίσκεται στο επίκεντρο της επικαιρότητας για περισσότερο από μια δεκαετία γεγονός που δείχνει ότι το πρόβλημα ενδιαφέρει την κοινή γνώμη και ιδιαίτερα τους κατοίκους της περιοχής. Η όποια συζήτηση όμως τις περισσότερες φορές είναι μονομερής, επιφανειακή ή ελλιπής και δεν καλύπτει το θέμα από όλες τις πλευρές. Επομένως, οποιαδήποτε συζήτηση γι’ αυτό το θέμα θα πρέπει να περιλαμβάνει κατά το δυνατόν αφ’ ενός όλη αυτή τη χρονική περίοδο δηλαδή, από την ημέρα κατά την οποία το Ελληνικό δημόσιο παραχώρησε την περιοχή για μεταλλευτική εκμετάλλευση σε ιδιώτες μέχρι σήμερα και αφ’ ετέρου όλα όσα σχεδιάζονται να γίνουν και τις επιπτώσεις που αυτά θα προκαλέσουν στο γενικότερο περιβάλλον και στους κατοίκους της περιοχής και όχι μόνο. Ιδού λοιπόν μια αντικειμενική παράθεση των πραγματικών στοιχείων από τον ομότιμο καθηγητή της Εδαφολογίας στο ΑΠΘ Κυριάκο Π. Παναγιωτόπουλο της σχεδιαζόμενης επέκτασης της μεταλλευτικής δραστηριότητας και ο καθείς ας βγάλει τα συμπεράσματά του, αν δηλαδή θα υπάρξει όφελος ή ζημία για την περιοχή, για τη Χαλκιδική ή για τη χώρα, από αυτή την επέκταση.
ΤΑ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΕΝΔΥΣΗ ΣΤΑ ΜΕΤΑΛΛΕΙΑ ΧΑΛΚΙΔΙΚΗΣ:
Με το Ν.3220/2004 επικυρώθηκε σύμβαση μεταξύ του Ελληνικού δημοσίου και της νεοσύστατης εταιρείας Ελληνικός Χρυσός ΑΕ (ΕΧ) που υπογράφηκε το Δεκέμβριο του 2003 και προέβλεπε την παραχώρηση έκτασης 317.000 στρεμμάτων στη Β.Α. Χαλκιδική για μεταλλευτική εκμετάλλευση μαζί με τον ακίνητο και κινητό εξοπλισμό της προηγούμενης μεταλλευτικής εταιρείας (TVX) έναντι 11 εκατομμυρίων ευρώ. Αξίζει να αναφερθεί ότι η αναγραφή των περιουσιακών στοιχείων που παραχωρήθηκαν στην ΕΧ καλύπτει περίπου 200 σελίδες της ανωτέρω σύμβασης. Η παραχωρηθείσα έκταση αποτελείται από δάσος σε ποσοστό μεγαλύτερο από 90 %. Με την Κοινή Υπουργική Απόφαση (201745/26-7-2011) εγκρίθηκε η Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων (ΜΠΕ) που κατέθεσε η ΕΧ (2010) και τέθηκαν οι περιβαλλοντικοί όροι υλοποίησης του έργου, τελικά, σε μια έκταση 264.000 στρεμμάτων.
Το όλο έργο περιλαμβάνει τέσσερα υποέργα α) των Σκουριών, β) της Ολυμπιάδας, γ) του Μαντέμ Λάκκου και δ) του Στρατωνίου. Το κείμενο που ακολουθεί θα περιοριστεί μόνο στο υποέργο των Σκουριών λόγω του ότι το συγκεκριμένο υποέργο είναι κατά πολύ μεγαλύτερο από τα υπόλοιπα, περιλαμβάνει για πρώτη φορά στην περιοχή επιφανειακή εξόρυξη και θα προκαλέσει, εφόσον υλοποιηθεί, ιδιαίτερα σοβαρές και μη αναστρέψιμες επιπτώσεις.
Οι επιπτώσεις
Για να γίνει κατανοητό το μέγεθος της σχεδιαζόμενης μεταλλευτικής δραστηριότητας στις Σκουριές και οι επιπτώσεις της στην ευρύτερη περιοχή, κρίνεται μάλλον απαραίτητο να αναφερθούν επιγραμματικά όλες οι φάσεις αυτής της επέμβασης καθώς και οι αναμενόμενες επιπτώσεις. Για να μην υπάρξει καμία αμφισβήτηση των στοιχείων που θα δοθούν στη συνέχεια, διευκρινίζεται ότι όλα τα ποσοτικά στοιχεία που θα αναφερθούν προέρχονται από την Κύρια Μελέτη της ΜΠΕ (εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά) και σε παρένθεση θα δίνεται η σελίδα ή ο πίνακας της ΜΠΕ που αυτά αναγράφονται, ώστε να μπορεί να ελεγχθεί η ακρίβειά τους.
Το προς εξόρυξη και εκμετάλλευση πέτρωμα στις Σκουριές ανέρχεται σε 146,2 εκατομμύρια τόνους, από τους οποίους 66,9 εκατομμύρια τόνοι θα εξορυχτούν επιφανειακά και το υπόλοιπο υπόγεια (σελ. 5.3-68) και η μέση περιεκτικότητά του σε χρυσό είναι 0,89 γραμμάρια ανά τόνο και σε χαλκό 0,56 % (Πίνακας 5.3.3-1). Το πέτρωμα περιέχει επίσης θειούχες ενώσεις βαρέων μετάλλων (ΒΜ) όπως αντιμονίου, αρσενικού, βαρίου, καδμίου, χρωμίου, χαλκού, σιδήρου, μαγγανίου, νικελίου, μολύβδου, ψευδαργύρου, κ.ά. Επιπλέον στο πέτρωμα περιέχεται μια μορφή αμιάντου (τρεμολίτης) σε ποσοστά 3 % που στα απόβλητα εμπλουτισμού θα ανέρχεται σε 8 % καθώς και χαλαζίας σε ποσοστά 40 % στο πέτρωμα και 26 % στα απόβλητα (σελ. 5.3-109).
Οι φάσεις της σχεδιαζόμενης επέμβασης
Οι φάσεις της σχεδιαζόμενης επέμβασης και οι άμεσες συνέπειές τους μπορούν σε αδρές γραμμές να αναφερθούν ως ακολούθως:
α) αποψίλωση του δάσους σε μια έκταση μεγαλύτερη των 2.500 στρεμμάτων (Πίνακας 5.10.1-1) το μεγαλύτερο μέρος της οποίας έχει ήδη πραγματοποιηθεί. Η αποψίλωση γίνεται με ολοκληρωτική εκρίζωση των δένδρων ώστε να μην υπάρχει περίπτωση να βλαστήσουν εκ νέου οι ρίζες. Περαιτέρω σχολιασμός νομίζω ότι δε χρειάζεται.
β) επιφανειακή εξόρυξη (Πίνακας 5.1.2-2) του πετρώματος που προγραμματίζεται να ανέλθει σε 24.000 τόνους ημερησίως (Πίνακας 5.3.3-1) και θα επιτυγχάνεται με εκσκαφή και ανατινάξεις (Πίνακας 5.3.2-4). Η ημερήσια χρησιμοποίηση εκρηκτικών θα κυμαίνεται από 4 έως 6 τόνους (Πίνακας 5.3.2-5) ενώ ο κρατήρας που θα δημιουργηθεί κατά την εξόρυξη θα έχει διάμετρο 705 και βάθος 220 μέτρα (σελ. 5.3-10). Σε άλλο σημείο της ΜΠΕ (Παράρτημα VII, σελ. 15) όμως αναφέρεται ‘θα γίνει συνδυασμός μιας επιφανειακής εκμετάλλευσης μεσαίου (300 m) ή μεγαλύτερου (400 m) βάθους ακολουθούμενη από υπόγεια εκμετάλλευση….’. Ο αναγνώστης μπορεί να αξιολογήσει αυτή την ασυμφωνία που μόλις αναφέρθηκε για το βάθος του επιφανειακού ορύγματος. ‘Οι εργασίες στο όρυγμα εκτελούνται 7 ημέρες την εβδομάδα, σε 24ωρη βάση, σε τρεις 8ωρες βάρδιες’. Η επιφανειακή εξόρυξη θα διαρκέσει 11 χρόνια και θα ακολουθήσει υπόγεια εκμετάλλευση για άλλα 20 χρόνια.
γ) όρυξη 9 υδρογεωτρήσεων περιμετρικά του κρατήρα και μέχρι βάθους 790 μέτρων (= 140 μέτρα χαμηλότερα από την επιφάνεια της θάλασσας), για προ-αποστράγγιση του μεταλλείου (σελ. 5.3-87) ώστε η απόληψη του πετρώματος να γίνεται εν ξηρώ και για άντληση νερού που θα χρησιμοποιηθεί για τις ανάγκες του εργοστασίου εμπλουτισμού. Η ΜΠΕ προβλέπει επανεισπίεση του νερού που θα πλεονάζει. Η συνεχής άντληση νερού από προοδευτικά μεγαλύτερα βάθη, θα προκαλέσει υποβιβασμό της υπεδάφειας στάθμης νερού (κώνος αποστράγγισης) σε μια έκταση με διαστάσεις 4,5x3,2 χιλιομέτρων (= 14.400 στρέμματα [σελ. 7.10-33]). Άμεσο αποτέλεσμα θα είναι η αποστράγγιση του βουνού και η υποβάθμιση και καταστροφή του δάσους πολύ πέραν της περιοχής που ήδη αποψιλώθηκε. Κατά τη διάρκεια των βροχοπτώσεων, στην επιφάνεια του γυμνού πλέον εδάφους το νερό θα απορρέει επιφανειακά, συχνά θα εμφανίζονται πλημμυρικά επεισόδια και θα προκαλούνται έντονες διαβρώσεις. Επιπλέον, θα προκληθεί εξαφάνιση πηγών, μείωση της ροής ρεμάτων και ποταμών και ουσιαστική αχρήστευση υδρογεωτρήσεων που χρησιμοποιούνται για ύδρευση κατοίκων και επισκεπτών και άρδευση καλλιεργειών. Εξ άλλου και στη ΜΠΕ (σελ. 7.10-33) δηλώνεται ρητά ότι: ‘Σχετικά με τους συμβάλλοντες του ποταμού Χαβρία (ρέμα Παναγιάς και ρέμα Ξινονέρι), αυτοί ……. εκτιμάται ότι θα υποστούν ελαφρά μείωση πηγαίων αναβλύσεων…’.
δ) μεταφορά - λειοτρίβηση - χημική επεξεργασία (εμπλουτισμός) του πετρώματος. Τα χημικά αντιδραστήρια που προβλέπεται να χρησιμοποιηθούν, τα οποία δεν είναι καθόλου ‘αθώα’ ή ακίνδυνα, είναι η νατριούχος ισοπροπυλική ξανθάτη, το Aeropromoter, η μεθυλ-ισοβουτυλ-καρβινόλη και κροκιδωτικά μέσα.
ε) το τελικό προϊόν θα είναι μόλις το 1,97 % του πετρώματος ενώ το υπόλοιπο (= 98,03 %) του πετρώματος θα είναι τα απόβλητα εμπλουτισμού (σελ. 5.3-68). Με άλλα λόγια ένα μέρος του βουνού απλά θα μετατραπεί σε απόβλητο και θα μεταφερθεί σε κοντινή απόσταση στις λίμνες απόθεσης, όπου θα παραμείνει τοξικό για πάντα.
στ) κατασκευή δύο φραγμάτων ύψους αντίστοιχα 131 και 143 μέτρων (Πίνακες 5.3.4-4 και 5.3.4-5) με τη χρησιμοποίηση αποβλήτων εξόρυξης ώστε να δημιουργηθούν λίμνες απόθεσης στις οποίες θα αποτεθούν τα απόβλητα της επεξεργασίας (εμπλουτισμού) που θα έχουν όγκο 44 εκατομμύρια κυβικά μέτρα (Πίνακες 5.3.4-4 και 5.3.4-5). Αξίζει να αναφερθεί ότι τα γιγαντιαία αυτά χωμάτινα φράγματα θα κατασκευαστούν σε μια ιδιαίτερα σεισμογόνο περιοχή που μόνο κατά τον 20ό αιώνα έχει δώσει 3 σεισμούς με ένταση μεγαλύτερη των 7 R (Παράρτημα Χ, σελ. 23). Ένας από αυτούς τους σεισμούς (1932) ισοπέδωσε στην κυριολεξία κάποια χωριά της περιοχής με εκατοντάδες θύματα. Ποια θα είναι άραγε η τύχη αυτών των φραγμάτων και του τοξικού περιεχομένου τους αν κάτι παρόμοιο επαναληφθεί στο άμεσο ή στο απώτερο μέλλον;
Καθ’ όλη τη διάρκεια της επιφανειακής εξόρυξης (11 έτη), θα παράγεται σκόνη πετρώματος που θα ανέρχεται σε 2.162 τόνους ανά ώρα στους χώρους του μεταλλείου (Πίνακας 5.3.9-2) και σε 954 τόνους ανά ώρα (Πίνακας 5.3.9-3) κατά τις φορτοεκφορτώσεις στους χώρους απόθεσης του πετρώματος. Τα τεμαχίδια αυτής της σκόνης περιέχουν, όπως και το πέτρωμα, ΒΜ, τρεμολίτη και χαλαζία. Οι τεράστιες αυτές ποσότητες σκόνης θα μετακινούνται με τον άνεμο και θα αποθέτονται ως ξηρή απόθεση στην επιφάνεια του εδάφους, στα επιφανειακά νερά, στη θάλασσα και στο υπέργειο τμήμα των φυτών. Η απόσταση στην οποία θα διασπαρθεί η σκόνη δεν είναι γνωστή αλλά έχουμε το δεδομένο της σκόνης από τη Σαχάρα που καλύπτει απόσταση περίπου 1000 χιλιομέτρων πριν αποτεθεί στη χώρα μας. Επομένως τα προβλήματα από τη σκόνη δεν αφορούν μόνο τους κατοίκους της περιοχής των μεταλλείων αλλά και αυτούς που διαμένουν σε αρκετά μεγάλες αποστάσεις από τις Σκουριές. Επίσης η σκόνη που θα κυκλοφορεί στην ατμόσφαιρα μπορεί να μετακινηθεί με το νερό της βροχής και να προκαλέσει ρύπανση του εδάφους και των φυτών.
Τα απόβλητα εξόρυξης και εμπλουτισμού, κατά την επαφή τους με το νερό και την έκθεσή τους στον ατμοσφαιρικό αέρα, αποδίδουν χημικά ιόντα που προκαλούν τις όξινες απορροές (στραγγίσματα) και οδηγούν σε οξίνιση του εδάφους και επιβάρυνση του εδάφους και των επιφανειακών και υπόγειων υδάτων με ΒΜ. Η χρησιμοποίηση για άρδευση ρυπασμένου με ΒΜ επιφανειακού ή υπόγειου νερού, επιτείνει τη ρύπανση του εδάφους ενώ η χρησιμοποίησή του ως πόσιμου από ζώα και ανθρώπους, οδηγεί σε συσσώρευση ΒΜ στον οργανισμό τους η οποία έχει πολύ δυσμενείς επιδράσεις στην υγεία τους.
Η οξίνιση του εδάφους και η αυξημένη περιεκτικότητά του σε ΒΜ θα καταστήσουν το έδαφος ακατάλληλο να χρησιμοποιηθεί ως ενδιαίτημα από οργανισμούς και μικροοργανισμούς καθώς επίσης και ως υπόστρωμα ανάπτυξης φυτών. Θα πρέπει εδώ να αναφερθεί ότι για το σχηματισμό εδάφους, πάχους περίπου ενός μέτρου απαιτείται διάστημα χιλιάδων χρόνων.
Έχει βρεθεί, σχεδόν σε όλες τις χώρες που λειτουργούν ή λειτουργούσαν μεταλλεία χρυσού ότι, εδάφη που γειτνιάζουν με μεταλλεία ή βρίσκονται ακόμη και σε μεγάλη απόσταση από αυτά, παραμένουν ρυπασμένα με ΒΜ για αρκετές 10-ετίες ή και 100-ετίες μετά τη διακοπή λειτουργίας των μεταλλείων.
Μεγάλος αριθμός επιστημονικών - ερευνητικών εργασιών απαντάται στη διεθνή βιβλιογραφία που αφορούν τις επιπτώσεις μεταλλευτικών δραστηριοτήτων, ιδιαίτερα εκείνων που ασχολούνται με την απόληψη χρυσού, κατά τη διάρκεια αλλά και πολλές δεκαετίες μετά τη διακοπή της λειτουργίας των μεταλλείων. (Η παράθεση όλων αυτών των βιβλιογραφικών πηγών δεν μπορεί να γίνει στο παρόν κείμενο αλλά είναι διαθέσιμες σε κάθε ενδιαφερόμενο). Σε κάθε περίπτωση αναφέρεται πολύ αυξημένη ρύπανση με ΒΜ των εδαφών, των επιφανειακών και υπόγειων υδάτων, της φυσικής βλάστησης και των καλλιεργούμενων φυτών και εισαγωγή των ΒΜ στην τροφική αλυσίδα που σωρευτικά έχουν ανεπιθύμητες και σοβαρές επιπτώσεις στην υγεία των ανθρώπων.
Τα φυτά που καλλιεργούνται στη Β.Α. Χαλκιδική (ελιές, άμπελος, σιτηρά, λαχανοκομικά, οπωροφόρα, χορτοδοτικά, κ.ά.) έχουν ιδιαίτερη ευαισθησία και εμφανίζουν συμπτώματα τοξικότητας όταν στο περιβάλλον ανάπτυξής τους παρατηρούνται αυξημένες συγκεντρώσεις ΒΜ. Είναι επομένως προφανές και πέραν πάσης αμφισβήτησης ότι, η σχεδιαζόμενη μεγάλης κλίμακας επέκταση των μεταλλευτικών δραστηριοτήτων στην περιοχή των Σκουριών θα έχει πολύ δυσμενείς και μη αναστρέψιμες επιπτώσεις στη Γεωργία, στην Κτηνοτροφία, στην Υλοτομία, στη Μελισσοκομία και στην Αλιεία που ασκούν οι κάτοικοι της περιοχής.
Κατά συνέπεια, τελικό και αδιαμφισβήτητο αποτέλεσμα της σχεδιαζόμενης επέκτασης της μεταλλευτικής δραστηριότητας στη Β. Α. Χαλκιδική θα είναι η πλήρης απαξίωση της αγροτικής παραγωγής και των συναφών δραστηριοτήτων λόγω α) της μειωμένης ποσότητας και της υποβαθμισμένης ποιότητας των παραγόμενων φυτικών και ζωικών προϊόντων, β) της μειωμένης επιδότησης των αγροτικών προϊόντων που θα παράγονται σε υποβαθμισμένες περιοχές, σύμφωνα με τη νέα Κ.Α.Π., γ) της αδυναμίας κατανάλωσης ακόμη και των προϊόντων που θα παράγουν οι ίδιοι οι κάτοικοι της περιοχής και δ) της αναγκαστικής αλλαγής του τρόπου ζωής των κατοίκων. Αξίζει να αναφερθεί ότι πολλά γεωργικά προϊόντα της Χαλκιδικής έχουν χαρακτηριστεί ως ΠΟΠ ή ΠΓΕ.
Όμως, σε μια περιοχή που η ατμόσφαιρα, το νερό και τα γεωργικά προϊόντα μπορεί να είναι δυνάμει ρυπασμένα, στην οποία θα γίνονται συχνές ανατινάξεις και θα κυκλοφορούν στην ατμόσφαιρα τόνοι τοξικής σκόνης, κανείς δε θα θέλει να επισκεφθεί, κανείς δε θα την επιλέγει ως τουριστικό προορισμό. Επομένως, πολύ σημαντικές θα είναι οι επιπτώσεις της επέκτασης της μεταλλευτικής δραστηριότητας στον τουρισμό που είναι ιδιαίτερα ανεπτυγμένος στους παραλιακούς οικισμούς της περιοχής (Ολυμπιάδα, Στρατώνι, Ιερισσός, Ν. Ρόδα, Αμμουλιανή, Ουρανούπολη, Δεβελίκι και Πυργαδίκια) όπως και στον αριθμό των επισκεπτών / προσκυνητών του Αγίου Όρους.
Για όλους τους προηγούμενους λόγους μεγάλος αριθμός ανεξάρτητων επιστημονικών φορέων έχει ταχθεί εναντίον της επέκτασης της μεταλλευτικής δραστηριότητας θεωρώντας ότι υπερβαίνει τη φέρουσα ικανότητα της περιοχής, θα προκαλέσει μη αναστρέψιμη καταστροφή του περιβάλλοντος, θα οδηγήσει σε οικονομικό μαρασμό της περιοχής και θα έχει ως αποτέλεσμα σοβαρά προβλήματα στην υγεία κατοίκων, επισκεπτών και ιδιαίτερα των εργαζομένων στα μεταλλεία. Ορισμένοι από τους επιστημονικούς φορείς που τάχθηκαν αρνητικά στην σχεδιαζόμενη επέκταση της μεταλλευτικής δραστηριότητας είναι το Συμβούλιο Περιβάλλοντος και το Πρυτανικό Συμβούλιο του ΑΠΘ, το Τεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδος/Τμήμα Κεντρικής Μακεδονίας, η Γεωπονική Σχολή του ΑΠΘ, η Σχολή Δασολογίας και Φυσικού Περιβάλλοντος του ΑΠΘ, το Τμήμα Τουριστικών Επιχειρήσεων του ΤΕΙ Θεσσαλονίκης, ο Σύνδεσμος Γεωλόγων Μελετητών, το Συνδικάτο Εργαζομένων στο ΙΓΜΕ, η Ένωση Ιατρών Νοσοκομείου και Κέντρων Υγείας Ν. Χαλκιδικής, η Ομοσπονδία Νοσοκομειακών Γιατρών Ελλάδας.
Οι κάτοικοι της περιοχής και όχι μόνο μετά την ενημέρωσή τους για το τι πρόκειται να συμβεί, αντέδρασαν και συνεχίζουν να αντιδρούν στην καταστροφή του τόπου τους, στην απώλεια των περιουσιών τους, στην υποβάθμιση της ζωής και της υγείας τους.
Πέρα από όσα αναφέρθηκαν μέχρι τώρα, σε όλη τη Β. Α. Χαλκιδική υπάρχουν δεκάδες αρχαιολογικοί και ιστορικοί χώροι σημαντικής αξίας (π.χ. σοβαρές ενδείξεις για τον τάφο του Αριστοτέλη στα Αρχαία Στάγειρα, πρόσφατα ανακαλυφθέντες αρχαιολογικοί χώροι στις Σκουριές, που η απομάκρυνσή τους από την περιοχή, όπως σχεδιαζόταν, έχει ανασταλεί με απόφαση του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου). Η ανάδειξη όλων αυτών των αρχαιολογικών και ιστορικών χώρων θα αυξήσει επιπλέον τον αριθμό των επισκεπτών/τουριστών στην περιοχή αυξάνοντας το εισόδημα και το επίπεδο ζωής των κατοίκων.
Οι μύθοι
Το κείμενο θα ήταν ημιτελές αν δεν αναφερόταν και κάποιες απόψεις που επικαλούνται όσοι διάκεινται ευμενώς στη σχεδιαζόμενη επέκταση της μεταλλευτικής δραστηριότητας στη Β.Α. Χαλκιδική. Τα κυριότερα επιχειρήματα, μύθους θα τα έλεγα, που χρησιμοποιούνται υπέρ της επέκτασης της μεταλλευτικής δραστηριότητας στη Β.Α. Χαλκιδική και η αντίκρουση/σχολιασμός τους δίνονται στη συνέχεια:
1ος Μύθος: Η μεταλλευτική δραστηριότητα ασκείται στην περιοχή από την αρχαιότητα, επομένως μπορεί να συνεχιστεί. Είναι αλήθεια ότι ένα μέρος αυτής της περιοχής έχει μακραίωνα ιστορία ως μεταλλευτική ζώνη. Αλλά ο βαθμός και οι μέθοδοι εκμετάλλευσης που εφαρμοζόταν σε παλαιότερες χρονικές περιόδους διαφέρουν πάρα πολύ από αυτές που σχεδιάζεται να εφαρμοστούν. Μεταξύ του χθες και του αύριο υπάρχει μια τεράστια διαφορά κλίμακας. Σε παλαιότερες περιόδους τα προς εκμετάλλευση μέταλλα βρισκόταν σε υψηλές αναλογίες και όχι σε κλάσματα του γραμμαρίου ανά τόνο όπως τα προς εκμετάλλευση πετρώματα στις Σκουριές. Επίσης, τα τεχνικά μέσα που είχαν στη διάθεσή τους δεν τους επέτρεπαν να εξορύσσουν πολύ μεγάλες ποσότητες πετρώματος/μεταλλεύματος. Θα μπορούσε να πει κανείς ότι η ποσότητα που εξορυσσόταν στο παρελθόν κατά τη διάρκεια ενός χρόνου τώρα σχεδιάζεται και είναι τεχνικά δυνατό, να εξορύσσεται σε ένα 24ωρο. Επιπλέον, δεν εφαρμόσθηκε ποτέ στην περιοχή επιφανειακή εξόρυξη ούτε χρειάστηκε να αποστραγγιστεί μια ολόκληρη περιοχή που σήμερα τροφοδοτεί με νερό περίπου τη μισή Χαλκιδική.
2ος Μύθος: Τέτοιου είδους δραστηριότητες ασκούνται σε άλλες χώρες, γιατί όχι και εδώ. Όσοι αναφέρουν τέτοια παραδείγματα αποκρύπτουν σε τι είδους περιοχές υπάρχουν τέτοια έργα και πόσο απέχουν αυτά από κατοικημένες περιοχές. Εκεί (πχ Καναδάς, Σκανδιναβικές Χώρες) τέτοιες δραστηριότητες αναπτύσσονται σε σημεία που απέχουν 100-άδες χιλιόμετρα από κατοικημένες περιοχές. Λόγω των συχνών ‘ατυχημάτων’ που προκλήθηκαν και σε αυτές τις περιοχές και τις αντιδράσεις των πολιτών για τις οικολογικές καταστροφές που προκλήθηκαν από τα ‘ατυχήματα’, οι χώρες αυτές θέσπισαν πολύ αυστηρότερους όρους ή απαγόρευσαν τη λειτουργία τέτοιων μονάδων. Αντίθετα, στην περίπτωση της Β. Α. Χαλκιδικής υπάρχουν οικισμοί (Μ. Παναγία, Παλαιοχώρι, Νεοχώρι) σε απόσταση 3-5 χιλιομέτρων από τις Σκουριές ενώ περίπου οι μισοί οικισμοί του Δήμου Αριστοτέλη απέχουν λιγότερο από 10 χιλιόμετρα από το επιφανειακό όρυγμα.
3ος Μύθος: Έχουμε χρυσό, γιατί να μην τον εκμεταλλευτούμε; Κατ’ αρχήν ίσως ο τίτλος της εταιρείας (Ελληνικός Χρυσός) να παραπλανά κάποιους καθώς το 95 % των μετοχών ανήκει σε πολυεθνική εταιρεία (ELDORADO GOLD) επομένως ο πιθανολογούμενος χρυσός δεν θα είναι ελληνικός. Σύμφωνα με την Κοινή Υπουργική Απόφαση (201745/26-7-2011) ‘Απαραίτητη προϋπόθεση για την αξιοποίηση …… είναι η εφαρμογή της Πυρομεταλλουργικής Μεθόδου Ακαριαίας Τήξης (Flash Smelting) …’. Από τα μέχρι στιγμής δεδομένα δεν πρόκειται να παράγεται μεταλλικός χρυσός όπως τουλάχιστον περιγράφεται στην παραπάνω ΚΥΑ, καθώς η μέθοδος της ακαριαίας τήξης που προτάθηκε από την ΕΧ και υπάρχει στην ΚΥΑ ως ‘απαραίτητη προϋπόθεση’ είναι διεθνώς ανεφάρμοστη. Επομένως, ακόμη και στην περίπτωση που η επέκταση της μεταλλευτικής δραστηριότητας προχωρήσει, καθαρός χρυσός δεν πρόκειται να παραχθεί στη Β.Α. Χαλκιδική. Θα παράγονται και θα εξάγονται συμπυκνώματα μετάλλων (χρυσού, αργύρου, κ.ά.) και επομένως δεν πρόκειται να έχει έσοδα το Ελληνικό Δημόσιο από αυτή τη δραστηριότητα.
4ος Μύθος: Ανάγκη για επενδύσεις: τίποτε από ότι θα κατασκευαστεί δε θα είναι χρήσιμο ώστε να μπορεί να χρησιμοποιηθεί μετά το πέρας της μεταλλευτικής δραστηριότητας (μέγιστη διάρκεια κατά τη ΜΠΕ 30 χρόνια) για άλλες οικονομικές δραστηριότητες. Απεναντίας εκείνο που θα μείνει θα είναι οι τεράστιες ποσότητες τοξικών αποβλήτων, το κατεστραμμένο δάσος και τα λιγοστά και ρυπασμένα νερά.
5ος Μύθος: Θέσεις εργασίας ιδιαίτερα σε περίοδο κρίσης: αναφέρεται συχνά ότι οι θέσεις εργασίας θα είναι περισσότερες από 5.000. Αλλά στη ΜΠΕ της ΕΧ αναφέρονται 1.300 άτομα από τον 9ο χρόνο λειτουργίας των μεταλλείων και μετέπειτα (Πίνακας 5.9.5-1). Δεν αναφέρεται όμως πουθενά ούτε λέγεται από κανέναν από τους υποστηρικτές της επέκτασης της μεταλλευτικής δραστηριότητας, πόσες θέσεις εργασίες θα χαθούν οριστικά από άλλες δραστηριότητες (τουρισμός και συναφή επαγγέλματα, γεωργία, κτηνοτροφία, αλιεία, μελισσοκομία, μεταποίηση, κατασκευές, κλ) που μπορούν να ασκούνται για πάντα. Εξ άλλου κανείς από όσους αντιτίθενται σε αυτήν την επέκταση, δε ζητά να διακοπούν οι μεταλλευτικές δραστηριότητες όπου αυτές ασκούνται από χρόνια και να χάσουν τη δουλειά τους εκατοντάδες εργαζόμενοι. Επιπλέον, σε κάθε περίπτωση απαιτείται ένας αριθμός εργαζομένων για τη συντήρηση και διαχείριση των εγκαταλειμμένων στοών και των όξινων απορροών. Εκείνο για το οποίο αγωνίζονται οι κάτοικοι της περιοχής, της Χαλκιδικής και της Β. Ελλάδας α) είναι να σταματήσει άμεσα η επέκταση της μεταλλευτικής δραστηριότητας στις Σκουριές και να αποκατασταθεί το περιβάλλον που έχει βάναυσα υποβαθμιστεί και β) να συνεχίσουν τη δραστηριότητα τα παλαιά μεταλλεία με μειούμενο ρυθμό δηλαδή, να μην αντικαθίσταται το προσωπικό που αποχωρεί λόγω συνταξιοδότησης. Εξ άλλου σε έργα αποκατάστασης του περιβάλλοντος μπορούν να απασχοληθούν εκατοντάδες κατοίκων και για μεγάλο χρονικό διάστημα.
Κλείνοντας θεωρώ ότι, από την παράθεση των πραγματικών στοιχείων της σχεδιαζόμενης επέκτασης της μεταλλευτικής δραστηριότητας στη Β. Α. Χαλκιδική και των επιπτώσεων που σίγουρα θα ακολουθήσουν, καθώς υπάρχουν πολλά παραδείγματα από άλλες χώρες, μπορεί κανείς να βγάλει τα συμπεράσματά του, αν δηλαδή θα υπάρξει όφελος ή ζημία για την περιοχή, για τη Χαλκιδική ή για τη χώρα, από αυτή την επέκταση. Οι κάτοικοι της περιοχής έχουν
* Το άρθρο υπογράφει ο Κυριάκος Π. Παναγιωτόπουλος, Ομότιμος Καθηγητής Εδαφολογίας στο ΑΠΘ