Τα παιδιά από πολύ νωρίς έρχονται σε επαφή με τη λογοτεχνία, αφού τα νανουρίσματα εγκαινιάζουν τη σχέση τους με το ρυθμό, χαρακτηριστικό της ποίησης. Όμως η σχέση αυτή δε σταματά εκεί, καθώς μέσα από τα κάλαντα, τα μαντέματα, τη δημοτική ποίηση, τα ταχταρίσματα και τα λαχνίσματα, τα παιδιά εξοικειώνονται με τον έμμετρο λόγο. Επιπλέον, στην καθημερινότητα τους, κατακλύζονται από τηλεοπτικές διαφημίσεις και ποπ τραγούδια στα οποία κυριαρχεί ο ρυθμός. Αργότερα, στο σχολείο, διαβάζουν στην τάξη και απαγγέλλουν στις εορτές ποιήματα. Και ενώ όλα συνηγορούν θετικά ως προς μία στενή σχέση μεταξύ παιδιών και ποίησης, η πραγματικότητα καταδεικνύει το αντίθετο. Παρά την εξοικείωση τους με το ρυθμό, η ποίηση δε βρίσκεται σε περίοπτη θέση στις αναγνωστικές επιλογές των παιδιών. Αρκεί μια ματιά σε μια παιδική βιβλιοθήκη ώστε να συνειδητοποιήσει κανείς την ανυπαρξία ή στην καλύτερη περίπτωση την περιορισμένη αριθμητικά ποσότητα βιβλίων που σχετίζονται με τον ποιητικό λόγο. Τα εν λόγω βιβλία δεν προτιμούνται ιδιαίτερα από τα παιδιά αλλά ούτε και από τους ενήλικες. Οι τελευταίοι διαδραματίζουν καθοριστικό ρόλο στη σχέση των παιδιών με την ποίηση καθώς είναι αυτοί κυρίως που φροντίζουν για την αγορά των βιβλίων αλλά και αυτοί που με την ιδιότητα του εκπαιδευτικού, μεριμνούν για τη καλλιέργεια ποιητικής κουλτούρας [ο καθοριστικός ρόλος των ενήλικων στη σχέση των παιδιών με την ποίηση και κάποια πολύ ενδιαφέροντα βιβλία που θα μπορούσαν να παίξουν αποφασιστικό ρόλο στη μύηση των παιδιών στο μαγικό κόσμο της Ποίησης παρουσιάζονται στην εργασία της Πολυξένης Πέσχου που αναρτήθηκε στον ΑΝΑΓΝΩΣΤΗ]
Ο ΡΟΛΟΣ ΤΩΝ ΕΝΗΛΙΚΩΝ ΣΤΗ ΣΧΕΣΗ ΤΩΝ ΠΑΙΔΙΩΝ ΜΕ ΤΗΝ ΠΟΙΗΣΗ ΕΙΝΑΙ ΚΑΘΟΡΙΣΤΙΚΟΣ:
Οι περισσότεροι ενήλικες διακατέχονται από προκαταλήψεις απέναντι στον ποιητικό λόγο, τον οποίο συνήθως θεωρούν σκοτεινό, δύσκολο και ασαφή. Οι προκαταλήψεις αυτές, αναπόφευκτα, επηρεάζουν τη σχέση των παιδιών με τη συγκεκριμένη μορφή λόγου αφού δημιουργείται ένας φαύλος κύκλος: οι ενήλικες που δε διαβάζουν ποίηση δε θα φροντίσουν να μεταδώσουν στα παιδιά την αγάπη γι’ αυτήν. Και είναι γεγονός πως όσο αυξάνεται η ηλικία των παιδιών, τόσο μειώνεται η αγάπη τους για τη ποίηση καθώς ο ποιητικός λόγος που απευθύνεται σε αυτά, από χιουμοριστικός και ομοιοκατάληκτος, γίνεται πιο συμπυκνωμένος, αφαιρετικός και πυκνός, κάτι που αναπόφευκτα δυσχεραίνει την προσέγγιση.
Για να ανατραπεί η δεδομένη κατάσταση, χρειάζεται οι ενήλικες να εμφυσήσουν στα παιδιά το ενδιαφέρον για την ποίηση. Ένας έμμεσος αλλά αποτελεσματικός τρόπος για να επιτευχθεί αυτό είναι να τα οδηγήσουν στην ποίηση μέσω του πεζού λόγου. Τα παιδιά αγαπούν τον πεζό λόγο καθώς προτιμούν τη δράση και την περιπέτεια ενώ αντίθετα ο ποιητικός, κυρίως αυτός που χαρακτηρίζεται από αοριστία και ασάφεια, δεν τους είναι ιδιαίτερα προσφιλής. Η επαφή με την ποίηση μπορεί αρχικά να στηριχθεί σε βιβλία που γεφυρώνουν τις δυο μορφές λόγου. Τέτοια βιβλία, αν και ολιγάριθμα στην ελληνική εκδοτική παραγωγή, αξίζουν την προσοχή μας.
Στο βιβλίο της Αθηνάς Μπίνιου «Νικηφόρος Βρεττάκος. Το παιδί που έγινε ποιητής»επιχειρείται μια γνωριμία των νεαρών αναγνωστών με τη ζωή του Νικηφόρου Βρεττάκου αλλά και με την ποίηση του. Όπως δηλώνεται στο οπισθόφυλλο: Διαβάζοντας το, θα μάθεις πολλά για τη ζωή του μεγάλου Έλληνα ποιητή και πεζογράφου Νικηφόρου Βρεττάκου. Πράγματι, ο αναγνώστης μαθαίνει πολλά αφού κύριο μέλημα της συγγραφέως διαφαίνεται να είναι η αντικειμενική και ακριβή περιγραφή των γεγονότων που σημάδεψαν τη ζωή του ποιητή. Προσπαθεί να παραθέσει πληροφορίες, γεγονότα και ακριβείς ημερομηνίες από σημαντικές στιγμές του Νικηφόρου Βρεττάκου. Στις ευχαριστίες μάλιστα δε παραλείπει να αναφερθεί στη σημαντική βοήθεια που διαδραμάτισε σε αυτό ο ξάδερφος της, και γιος του ποιητή, Κώστας Βρεττάκος…
Σχετικά με τις μεταβάσεις από το πεζό κείμενο στα ποιητικά αποσπάσματα αξίζει να σημειωθεί πως γίνονται με ομαλό και άρτιο τρόπο. Διαβάζουμε: Μόνη διέξοδός του το όνειρο. Φανταζόταν πως πίσω από τα βουνά υπάρχει ένας ωραίος φωτεινός κόσμος-μα εκείνος δεν μπορούσε να τα περάσει.
Κι έπειτα διαβάζουμε τους στίχους του ποιητή:
Κι ένα βουνό
Είναι ένα ποίημα
Που σου γυρεύει να το ακούσεις
-Πλούτος, Η εκλογή μου.
Υπάρχουν πολλά αντίστοιχα παραδείγματα τα οποία φέρνουν τον αναγνώστη σε επαφή με ποιήματα αλλά και λόγια του ίδιου του ποιητή. Η αφήγηση της ζωής του ποιητή, ο πεζός λόγος της συγγραφέως, διαπλέκεται αρκετά συχνά με στίχους και λόγια του Νικηφόρου Βρεττάκου και η βιογραφική προσέγγιση συνδυάζεται με την ποίηση. Επιπλέον, τα διακοσμητικά σκίτσα της Φωτεινής Μπίνιου, συνοδεύουν με τρυφερότητα το κείμενο ενώ στο επίμετρο υπάρχει φωτογραφικό υλικό.
Στο «Νικηφόρος Βρεττάκος: Το παιδί που έγινε ποιητής» ο ρεαλισμός κυριαρχεί αν και το τελευταίο κεφάλαιο «Σαν επίλογος- Η φιλοσοφία των λουλουδιών» διακατέχεται από το ονειρικό στοιχείο και τους συμβολισμούς. Διαβάζουμε πως «Κάθε ποίημα αυτής της ποιητικής συλλογής είναι από μόνο του ένας κήπος» και ότι » Χρειάζονται καρδιά που να αφουγκράζεται τη ρυθμική ανάσα των λουλουδιών». Το βιβλίο τελειώνει με την ιστορία του Αντρέα, μαθητή που ακούγοντας το ποίημα του Νικηφόρου Βρεττάκου: «Η ειρήνη, ο Ιησούς και το πουλί» μεταφέρθηκε νοερά σε ένα αντίστοιχο -με το ποίημα- σκηνικό. Η συγκεκριμένη ιστορία επιφέρει την αναγκαία μετάβαση από το ρεαλιστικό επίπεδο του βιβλίου και τη βιογραφική προσέγγιση, στη βαθύτερη ουσία της ποίησης, της απόδειξης πως» Η ζωή είναι ωραία».
Στο «Ταξίδι του Φερεϋντούν», η προσέγγιση κινείται σε διαφορετικό πλαίσιο. Δεν είναι μόνο η πρωτοπρόσωπη αφήγηση, οι συχνές αποστροφές στον αναγνώστη και οι παρουσία διαλόγων που προσδίδουν ιδιαίτερη ζωντάνια στο κείμενο. Με αφορμή τη ζωή του Πέρση ποιητή Φερεϋντούν – τον οποίο τυγχάνει να γνώρισε προσωπικά ο συγγραφέας- χτίζεται ένα αισιόδοξο παραμύθι όπου σύμβολα και όνειρα πλέκονται για να μιλήσουν με ειλικρίνεια. Γιατί «Το ταξίδι του Φερεϋντούν» δε μιλά μόνο για την ποίηση, μιλά και για τον πόλεμο.
Ο μικρός Φερεϋντούν από το Χοραμσάρ της Περσίας αγαπούσε να παίζει με το χαρταετό του, που «πετούσε περήφανος ανάμεσα σε πραγματικά πουλιά». Μια μέρα το παιχνίδι σταματά απότομα καθώς οι χαρταετοί «άρχισαν να κάνουν απότομες βουτιές κι ύστερα, όταν τα σχοινιά τους κόπηκαν, έπεσαν κάτω στο έδαφος». Είναι τότε που ο πόλεμος εισβάλει στη ζωή του Φερεϋντούν και χάνει τους γονείς του. Αλλά ο μικρός δε χάνει την αισιοδοξία του. Με οδηγό τις συμβουλές των γονιών του, οι οποίοι τον επισκέπτονται στα όνειρά του, κατορθώνει να βρει το δρόμο του. Συντροφιά και σύμμαχο έχει τον κόκκινο χαρταετό του -που πλέον μόνο αυτός βλέπει- αλλά και το βιβλιαράκι του, αυτό που «όλες του οι σελίδες ήταν ολόλευκες. Πουθενά δεν υπήρχε γραμμένη έστω καιν μια λέξη». Στο βιβλιαράκι αυτό με τίτλο «Το ταξίδι της ζωής», ο μικρός ήρωας κατέγραφε τα βιώματα και τις εμπειρίες του.
Καθώς η ιστορία εξελίσσεται, ο Φερεϋντούν στη προσπάθεια του να ξεφύγει από τον πόλεμο, μας ταξιδεύει σε διάφορα μέρη. Ο αναγνώστης, μαζί με το μικρό ήρωα, διασχίζει την Περσία και μαθαίνει για πόλεις όπως η Χαμαντάν «που στην αρχαιότητα ήταν η πόλη Εκβάντα», για τη λίμνη Ουρμία που «φημίζεται πως είναι η πιο αλμυρή λίμνη στον κόσμο» αλλά και για τη «σχεδόν κοινή ιστορία» Ελλήνων και Περσών που δυστυχώς «οι Πέρσες, όσο και οι Έλληνες ξεχάσαμε». Διαβάζουμε ότι «η Περσία, ονομάστηκε έτσι από τον Πέρση, τον πρωτότοκο γιο του Περσέα και της Ανδρομέδας» και πως «στην Αρχαιότητα πολεμούσαμε ο ένας λαός τον άλλον».
Ο Φερεϋντούν, «με γεμάτο το βιβλιαράκι από εμπειρίες και γνώση» τελικά, μετά από πολύ κόπο, κατόρθωσε να φτάσει στην Ελλάδα, στο νησί Σάμος, όπου γνώρισε τον Γιάννη Ρίτσο. Η στιγμή της γνωριμίας διαφαίνεται καθοριστική για τον Φερεϋντούν αφού εγκαινιάζεται μια νέα περίοδος γι’ αυτόν. Μαθαίνει «τα νέα και τ’ αρχαία ελληνικά καλύτερα κι απ’ τους ίδιους τους Έλληνες» και έτσι τον «ονόμασαν επίσημα Έλληνα». Σ’ αυτό τον βοήθησαν πολλοί άνθρωποι μεταξύ των οποίων ο Γιάννης Ρίτσος, ο Αντώνης Σαμαράκης, ο Οδυσσέας Ελύτης, ο Τίτος Πατρίκιος και η Κική Δημουλά. Καθώς η ιστορία βαίνει προς το τέλος της, προβάλλει η ποίηση. Το βιβλιαράκι του Φερεϋντούν «δεν ήταν ένα απλό ημερολόγιο» αλλά ήταν η ποίηση του ίδιου «γιατί το ταξίδι της ζωής είναι η πιο σπουδαία ποίηση».
Θα ήταν παράλειψη να μη γίνει αναφορά στην αισθητική προσέγγιση της ιστορίας. Οι ολοσέλιδες ζωγραφιές της Φιρουζέ Αχλαγί – συνοδευόμενες με λεζάντες- πλαισιώνουν με ευαισθησία το θέμα και τα χρώματα συμπορεύονται με τις ψυχικές διακυμάνσεις του ήρωα. Επιπλέον, διακοσμητικά σκίτσα – χαρταετοί, πουλιά, κ.α – εμπλουτίζουν τις σελίδες με στοιχεία της ιστορίας. Όμως η αισθητική προσέγγιση δεν εξαντλείται στις ολοσέλιδες ζωγραφιές και στα διακοσμητικά στοιχεία εντός κειμένου. Οι ταπετσαρίες με γαλάζιο χρώμα μετατρέπονται σε ουρανό όπου ο μικρός ήρωας πετά τον χαρταετό του ανάμεσα σε στίχους.
Πέρα από την αισθητική προσέγγιση, αρκετό ενδιαφέρον παρουσιάζει το επίμετρο όπου υπάρχει βιογραφικό του ποιητή, φωτογραφίες, στίχοι και χρονολόγιο με σημαντικά γεγονότα της ζωής του. Οι πληροφορίες αυτές, χρήσιμες για παιδιά αλλά και εκπαιδευτικούς, δοσμένες στο επίμετρο, καταφέρνουν να μη διαταράξουν την παραμυθένια διάσταση της ιστορίας. Επίσης, ενισχύουν την παρουσία της ποίησης καθώς πλέον η έμφαση μετατοπίζεται από τον πρόσφυγα Φερεϋντούν στον ποιητή Φερεϋντούν.
Η ιδιαιτερότητα του συγκεκριμένου βιβλίου έγκειται στη συνδυαστική προσέγγιση αντιθετικών θεμάτων. Η αληθινή ζωή, ο ρεαλισμός, ο πόλεμος, παντρεύονται με τη φαντασία, το όνειρο και την ποίηση. Πρόκειται για ένα παραμύθι όπου κυριαρχεί η ιδέα -ακόμα και αν δε δηλώνεται άμεσα- πως η ποίηση μπορεί να προσφέρει μια ελπιδοφόρα στάση απέναντι στη ζωή.
Στο επόμενο παραμύθι με τίτλο «Ο μαγικός κόσμος του Φεδερίκο», ήρωας είναι ο ποιητής Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα. Ο Σωτήρης Τριβιζάς έχει μεταφράσει -μεταξύ άλλων- και ποιήματα του Λόρκα. Η συγκεκριμένη όμως περίπτωση διαφέρει από τις μεταφραστικές του προσεγγίσεις. Με σεβασμό, που πηγάζει από τη βαθιά γνώση της ποίησης του Λόρκα, ο Τριβιζάς προσεγγίζει το συγκεκριμένο ποιητή προσφέροντάς μας ένα παραμύθι όπου κυριαρχεί το χρώμα, η μουσική και η ποίηση.
Οι μικροί αναγνώστες του εν λόγω παραμυθιού, θα περιπλανηθούν στα γνώριμα «μονοπάτια» του Λόρκα και θα γνωρίσουν το μέρος όπου μεγάλωσε ο ποιητής αλλά και βασικά στοιχεία που χαρακτηρίζουν τη ζωή και το έργο του. Το παραμύθι ξεκινά με το μικρό Φεδερίκο να το σκάει από το σπίτι του και να χάνεται. Περιπλανιέται σε λίμνες, χωράφια, ελαιώνες, δάση και ποτάμια. Στη προσπάθειά του να βρει το δρόμο της επιστροφής θα έρθει σε επαφή με πλάσματα, ζώα και έντομα. Η φύση συμμετέχει και αυτή συνθέτοντας ένα ονειρικό σκηνικό.
Πρόκειται για ένα παραμύθι όπου κυριαρχεί η μαγεία -όπως δηλώνεται άλλωστε και στον τίτλο- και απουσιάζει ο διδακτισμός. Μέσα από την εξιστόρηση αυτής της μονοήμερης περιπέτειας του μικρού ήρωα, ο αναγνώστης όχι μόνο έρχεται σε επαφή με τη ζωή του Λόρκα αλλά και με ποιήματά του. Όσο αφορά τις πληροφορίες για τη ζωή του, αυτές μόνο έμμεσα δίνονται στο μικρό αναγνώστη. Διαβάζουμε πως «Βάδιζε ξυπόλυτος ανάμεσα στις θημωνιές, σφυρίζοντας ανέμελα μια μελωδία που είχε ακούσει να παίζει η μητέρα του στο πιάνο, σωπαίνοντας πότε-πότε για ν’ ακούσει το τραγούδι των πουλιών. Έτσι, σχεδόν χωρίς να το καταλάβει, βρέθηκε πολύ μακριά από το αγρόκτημα του πατέρα του». Από το σύντομο αυτό απόσπασμα, ο μικρός αναγνώστης πληροφορείται για το οικογενειακό περιβάλλον του Λόρκα, την αγάπη της μητέρας του για τη μουσική αλλά και τις αγροτικές ενασχολήσεις του πατέρα του.
Στην παρούσα περίπτωση, τίποτα δε μοιάζει τυχαία τοποθετημένο στο παραμύθι. Αυτό δεν ισχύει μόνο για τις πληροφορίες που αφορούν τη ζωή του Φεδερίκο. Τα ποιήματα ενσωματώνονται και αυτά στα πλαίσια του παραμυθιού με τρόπο που να ευνοούν την εξέλιξη της ιστορίας. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι ο βασικός άξονας πάνω στον οποίο χτίστηκε το παραμύθι είναι τα ποιήματα. Με υλικό τα ποιήματα του Λόρκα που περιέχονται στο βιβλίο, ο συγγραφέας εμπνεύστηκε ένα παραμύθι που περιλαμβάνει και στοιχεία από τη ζωή του ποιητή. Το μέρος που μεγάλωσε, η Ανδαλουσία, η φύση και η αγάπη για τη μουσική προβάλλουν διαρκώς όχι όμως με σκοπό να πληροφορήσουν. Η απουσία χρονολογιών ενισχύει την άποψη πως ο συγγραφέας δε θέλησε να μεταφέρει γνώσεις αλλά την αίσθηση της ποίησης του Λόρκα. Οι ενήλικοι αναγνώστες του Λόρκα, διαβάζοντας αυτό το βιβλίο θα νιώσουν να προβάλλει στα μάτια τους η ίδια η ποίηση του. Και είναι αυτή η επιτυχία του βιβλίου, να καταφέρνει ο συγγραφέας να μεταφέρει την ποιητική ατμόσφαιρα με τόσο έμμεσο και αβίαστο τρόπο, με τρόπο παραμυθένιο.
Οι εικόνες παίζουν σημαντικό ρόλο στο «Μαγικό κόσμο του Φεδερίκο». Το παιδί γίνεται αναγνώστης-θεατής καθώς οι εικόνες καταλαμβάνουν μεγάλη έκταση αλλά ταυτόχρονα αποτελούν αναπόσπαστο στοιχείο της αφήγησης. Η εικονογράφηση της Ίρις Σαμαρτζή κινείται σε παραμυθένιες διαστάσεις που συνεπαίρνουν τον αναγνώστη-θεατή καθώς του μεταφέρουν την ονειρική διάσταση της ποίησης του Λόρκα. Η έκδοση συνοδεύεται από CD που περιλαμβάνει πέντε μελοποιημένα ποιήματα του Λόρκα σε μουσική Δημήτρη Μαραμή και ερμηνεία Θοδωρή Βουτσικάκη ενώ η αφήγηση πραγματοποιείται από τον Πασχάλη Τσαρούχα. Πρόκειται συνεπώς για μια βαθιά και πολυδιάστατη προσέγγιση του Λόρκα, τόσο σε επίπεδο λογοτεχνικό όσο εικαστικό και μουσικό.
Εμπνευσμένα από ποιήματα είναι και τα παραμύθια του Αλέξη Κυριτσόπουλου που κυκλοφορούν από τον Ίκαρο σε συνεργασία με το Μουσείο Μπενάκη. Πρόκειται για τη σειρά «ΑΝ ΔΙΑΒΑΖΑ… ποιητές της γενιάς του ’30». Η σειρά περιλαμβάνει τέσσερα βιβλία στα οποία η ποίηση αναβλύζει τόσο μέσα από τις λέξεις όσο και από τις εικόνες.
Το πρώτο βιβλίο της σειράς με τίτλο «Λίγο Ακόμα… ένα παραμύθι εμπνευσμένο από τα ποιήματα του Γιώργου Σεφέρη» μας μεταφέρει στην ποίηση του Σεφέρη, ποίηση όχι και τόσο εύκολη για παιδιά. Ο Κυριτσόπουλος όμως καταφέρνει μέσα από τη σταχυολόγηση στίχων να συνθέσει το δικό του λιτό παραμύθι με βασικά μοτίβα του ποιητικού ύφους αλλά και της προσωπικότητας του ποιητή. Ήρωας ένα παιδί που με τις αφηγήσεις του παππού του αλλά και τη δική του φαντασία για οδηγό ταξιδεύει και καταφέρνει να πετύχει το όνειρό του, «να σηκωθούμε λίγο ψηλότερα». Θα μπορούσε να λεχθεί ότι η ποίηση του Σεφέρη συμπυκνώνεται σε ένα παραμύθι λιτό, ονειρικό και αισιόδοξο ταυτόχρονα καθώς όνειρο του ήρωα -όπως και του ποιητή- είναι «να σηκωθούμε λίγο ψηλότερα».
Η δεύτερη σύσταση που επιχειρείται μέσω της σειράς είναι αυτή με τη ποίηση του Νίκου Εγγονόπουλου. Στο βιβλίο με τίτλο «Βεγγαλικά… ένα παραμύθι εμπνευσμένο από τα ποιήματα του Νίκου Εγγονόπουλου» ο μικρός ήρωας στολίζει τον ουρανό με πυροτεχνήματα και ποιήματα. Πολύχρωμος και μαγικός ο ουρανός του μικρού πρωταγωνιστή όπως πολύχρωμη και μαγική υπήρξε η ζωγραφική και η ποίηση του Νίκου Εγγονόπουλου. Αφορμή για το βιβλίο αποτέλεσε κατά βάση το ποίημα «Περί Ύψους» για το οποίο ο συγγραφέας-εικονογράφος αναφέρει: » Όταν διαβάζοντας τα ποιήματα του Νίκου Εγγονόπουλου έφτασα στο ΠΕΡΙ ΥΨΟΥΣ, σαν να ξεπήδησε μπροστά μου ο ίδιος ο Εγγονόπουλος.» Κάπως έτσι φαντάστηκε λοιπόν ο Κυριτσόπουλος τον ποιητή, πυροτεχνουργό που στολίζει τον ουρανό με χρώματα και ποίηση.
Στη σειρά δε θα μπορούσε να μην περιλαμβάνεται ο Ρίτσος, ποιητής ο οποίος έγραψε και για παιδιά. Η ποίηση του Ρίτσου εμπνέει στον Κυριτσόπουλο το παραμύθι «Οι περιπέτειες της Ρόζας… Ένα παραμύθι εμπνευσμένο από τα ποιήματα του Γιάννη Ρίτσου». Ο συγγραφέας-εικονογράφος αναφέρει για τη πηγή έμπνευσής του: «Ο βαρύς χειμώνας, τα μαύρα σύννεφα, η άνοιξη, όλα στριμώχνονται να χωρέσουν στο χείμαρρο των ποιημάτων του Γιάννη Ρίτσου. Ζήτησα την άνοιξη. Ωστόσο παραμονεύουν σύννεφα που δεν ξεδίψασαν και που τα τραγούδια δεν ξορκίζουν. Πρώτη μου συντροφιά σ’ αυτή την αναζήτηση στάθηκε η ανθολογία των ποιημάτων του Γιάννη Ρίτσου από τη Χρύσα Προκοπάκη. Χρειάστηκε όμως να ανατρέξω στο σύνολο του έργου του για να έχω τη δική μου γνώμη. Από δίπλα και η βιογραφία του ποιητή από τον Παντελή Πρεβελάκη. Τριγύρισα και σε άλλα βιβλία· μέχρι και στις Μεγάλες προσδοκίες του Ντίκενς για να θυμηθώ πώς περιγράφει την κυρία Χάβισαμ.» Από την περιδιάβαση στη ποίηση του Ρίτσου προέκυψε το παραμύθι αυτό με ηρωίδα τη Ρόζα. Η Ρόζα ταξιδεύει μέσα στο χρόνο και τις αλλαγές που αυτός επιφέρει. Φτιάχνει ένα χιονάνθρωπο. κυνηγά μια πεταλούδα, συναντά την κυρία Φαίδρα. Όπως και στις δύο προηγούμενες περιπτώσεις, λόγος και εικόνες χαρακτηρίζονται για τη λιτότητά τους και το ονειρικό στοιχείο.
Το τέταρτο βιβλίο της σειράς, «Πηγαινέλα στα σύννεφα… Ένα παραμύθι εμπνευσμένο από τα ποιήματα του Γιώργου Σαραντάρη», είναι αφιερωμένο στη ποίηση του Γιώργου Σαραντάρη. Ήρωας ο μικρός Αλέκος (ενδεχομένως πρόκειται για αυτοαναφορικό στοιχείο) που κοιτά έξω από το παράθυρο του. Ξαφνικά η πόλη γεμίζει πουλιά. Τα πουλιά φεύγουν και έρχονται τα όνειρα. Είναι τότε που το σκηνικό γεμίζει με σκάλες. Ο μικρός Αλέκος ανεβαίνει σε μια από αυτές και βλέπει από ψηλά την πόλη του. Σκαρφαλώνει στα σύννεφα και πέφτει στη θάλασσα που γεμάτη παιχνίδια γίνεται γέφυρα επιστροφής. Πρόκειται για ένα παραμύθι που περισσότερο από τα υπόλοιπα, χαρακτηρίζεται από νοσταλγικό τόνο για τη χαμένη παιδική ηλικία. Παιχνίδια, χρώματα, όνειρα και φαντασία δένουν αρμονικά σε μια πανδαισία που από μέσα της αναβλύζει η υπερρεαλιστική γραφή του Σαραντάρη.
Η πολυβραβευμένη σειρά χαρακτηρίζεται για την αισθητική της καθώς πρόκειται για προσεγμένες εκδόσεις που όμως καταφέρνουν να εντυπωσιάσουν μέσα από την απλότητά τους. Η λιτότητα κειμένου και εικόνας προσδίδει ξεχωριστή νότα καθώς ο μικρός αναγνώστης-θεατής δεν γίνεται μόνο δέκτης αλλά και συμπαίκτης. Καλείται μέσα από την αφαιρετικότητα που χαρακτηρίζει το βιβλίο να συμπληρώσει ο ίδιος τα κενά που σκόπιμα αφήνονται.
Τα παραδείγματα που ενδεικτικά αναφέρθηκαν καταδεικνύουν την πολυτροπικότητα που μπορεί να λάβει η ιδιοποίηση του έργου ποιητών. Από τη βιογραφική προσέγγιση ενός ποιητή έως τη μεταγραφή στίχων σε παραμύθι, όλες οι παραπάνω περιπτώσεις περιέχουν μέσα τους τη σπίθα της ποίησης. Άλλοτε με τρόπο φανερό -και δηλωτικό των προθέσεων του δημιουργού- και άλλοτε με τρόπο που δεν επιδιώκει κάτι πέρα από το παιχνίδι ή το ταξίδι, καταφέρνουν να μεταφέρουν στα παιδιά την ποιητική ατμόσφαιρα. Σε αυτό σύμμαχος είναι και η εικόνα, συνηγορώντας στην άποψη πως πολλές φορές -αν κρίνουμε και από την περίπτωση της σειράς «ΑΝ ΔΙΑΒΑΖΑ… ποιητές της γενιάς του ’30» – λέει περισσότερα απ’ όσα μπορούν να πουν οι λέξεις. Κείμενο και εικόνα συνεπώς γίνονται γέφυρες που παίρνοντας από το χέρι το μικρό αναγνώστη-θεατή θα τον οδηγήσουν στα μονοπάτια της ποίησης. Αν στο παρελθόν υπήρχαν βιβλία αντίστοιχης θεματικής με τα παραπάνω, ίσως ο αριθμός των ενήλικων αναγνωστών ποίησης να ήταν μεγαλύτερος στις μέρες μας. Στο μέλλον θα φανεί κατά πόσο ανάλογες προσπάθειες θα μπορέσουν να συμβάλλουν στη συγκρότηση ποιητικής εγγραματοσύνης. Όπως και να ‘χει, ανεξάρτητα της συμβολής τους σ’ αυτό, τις έχουμε ανάγκη στον ελληνικό χώρο.
[ΟΔΗΓΩΝΤΑΣ ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΣΤΗΝ ΠΟΙΗΣΗ Πολυξένη Πέσχου – αναρτήθηκε στον ΑΝΑΓΝΩΣΤΗ ηλεκτρονικό περιοδικό για το Βιβλίο και τις Τέχνες]