Στην αερογέφυρα πάνω από τις σιδηροδρομικές γραμμές κοντά στη Βουδαπέστη, ένας ψηλός άντρας με πυρετώδη μάτια και μακρύ πανωφόρι δέχεται επίθεση από μια συμμορία παιδιών οπλισμένων με ξυράφια. Η φόδρα στο ρούχο του κρύβει ένα μεγάλο χρηματικό ποσό αφού μόλις έχει ξεπουλήσει τα υπάρχοντά του για να επιχειρήσει το «μεγάλο ταξίδι», αλλά δεν τους το αποκαλύπτει. Αρχίζει όμως να τους μιλά ακατάπαυστα με έναν λόγο παραληρηματικό και χειμαρρώδη γι’ αυτό που του συμβαίνει, για το ότι έγινε μόλις 44 χρονών και κατάλαβε πως όλα είναι μάταια και όλα μας ξεπερνούν, πως δεν υπάρχει ούτε θα υπάρξει τίποτα το ωραίο και ευγενές στον κόσμο, κι αυτό του προκαλεί βαθιά κατάθλιψη, και νιώθει ότι θα αποκολληθεί το κεφάλι του. Οι ώρες περνούν, τα επτά παιδιά των 9-14 χρονών περιμένουν τσιτωμένα και βουβά το απογευματινό τρένο για να το γδύσουν, κι εκείνος καθισμένος οκλαδόν ανάμεσά τους, πιεσμένος από τον φόβο του, συνεχίζει τον ατελείωτο μονόλογό του για ένα μυστηριώδες χειρόγραφο που απαντά στην αμνησία της ανθρωπότητας, και για την «αποστολή» του να το μεταγράψει «στη μνήμη δισεκατομμυρίων υπολογιστών» πηγαίνοντας στη Νέα Υόρκη, «όπου όλα συμβαίνουν και όλα αποφασίζονται»… Κι έτσι, μιλώντας σαν παλαβός, τα υποχρεώνει να στρέψουν την προσοχή τους επάνω του, επάνω στην αγωνία του για το νόημα της ζωής, και εντέλει εξουδετερώνει τον επιτιθέμενο που κρύβουν το καθένα μέσα τους. Ένας τόσο ευάλωτος άνθρωπος, αναχαιτίζει τη βία. Είναι ο πρώην αρχειοφύλακας Γκιόργκι Κόριμ, ο κεντρικός χαρακτήρας στο μυθιστόρημα Πόλεμος και πόλεμος (εκδ. Πόλις, μτφ. Ιωάννα Αβραμίδου) και βρίσκεται αντιμέτωπος με το πνεύμα της βίας σε κάθε του βήμα, από τη σύγχρονη Ουγγαρία και τις ΗΠΑ με κατάληξη στην Ελβετία.
Το ίδιο πνεύμα καταδιώκει και τους τέσσερις πρωταγωνιστές του χειρόγραφου κειμένου που τον στοιχειώνει. Είναι τέσσερις φιλόσοφοι-εξερευνητές, άντρες αγνοί και χρηστοί, οι οποίοι περιπλανώνται στα αλλοτινά κέντρα του κόσμου, στο προ-νεωτερικό και στο νεωτερικό ευρωπαϊκό παρελθόν, μελετώντας τον δημιουργικό οίστρο των ανθρώπων και την καταστροφική μανία που τελικά επικρατεί. Αντίστοιχα, την ίδια λογοτεχνική στρατηγική απέναντι στο σκοτάδι χρησιμοποιεί και ο Λάσλο Κράσναχορκαϊ, ο δημιουργός αυτών των αφηγήσεων που καβαλάνε η μία την άλλη, χωρίς να ακολουθούν την αλληλουχία των πραγμάτων με μια γραμμική τάξη. Έτσι, με έναν εσχατολογικό λόγο που αγγίζει τα όρια της ψύχωσης, με την εμμονή του σε λεπτομέρειες, εμβαθύνσεις και επαναλήψεις, με μακροπερίοδες φράσεις που ακολουθούν έναν ιλιγγιώδη ρυθμό γεννώντας υποβλητικές ποιητικές εικόνες, καθώς και με τις μελαγχολικές σκέψεις του για την πραγματικότητα που δεν αφήνει κανένα χώρο για προσδοκίες και ελπίδες, ο Κράσναχορκαϊκαταφέρνει να καθηλώσει τον κορεσμένο και δύσπιστο αναγνώστη, στο όνομα της ουσίας των ανθρώπινων πραγμάτων. Της ουσίας που νοθεύτηκε, όπως φωνάζει ο Κόριμ, από τη συμμορία των «άθλιων υποκειμένων» που εξουσιάζουν τον κόσμο.
Ενας σύγχρονος προφήτης
Ο σπουδαίος αυτός Ούγγρος συγγραφέας, που ανακαλύφθηκε από τους Δυτικοευρωπαίους και τους Αγγλοσάξονες μετά την κατάρρευση του «υπαρκτού σοσιαλισμού», είναι σήμερα, στα 60 του, υποψήφιος για το Διεθνές Bραβείο Man Booker 2015. Στην Ελλάδα μεταφράζεται για πρώτη φορά, και διαβάζοντάς τον καταλαβαίνει κανείς γιατί η κριτική τον παραλληλίζει με τον Μέλβιλ, τον Γκόγκολ, τον Μπέκετ ή τον Τόμας Μπέρχαρντ,γιατί σημαντικοί συγγραφείς όπως ο Κολμ Τόιμπινθέλησαν να του πάρουν συνέντευξη, γιατί η Σούζαν Σόνταγκτον αποκαλούσε «μετρ της Αποκάλυψης». Αλλά και γιατί το Πόλεμος και πόλεμος είναι μια εμπνευσμένη πρόταση για ένα σύγχρονο πολιτικό μυθιστόρημα.
Η δύναμη του Κράσναχορκαϊπηγάζει από την εκπληκτική ικανότητά του να εγκιβωτίζει διαφορετικές αφηγήσεις στην ίδια δαιδαλώδη φράση. Περιπλέκει διαφορετικές εποχές, κουλτούρες, καθημερινότητες, στάσεις ζωής με συνδετικό ιστό την ίδια αγωνία για τις αρχές, τις αξίες, τις προτεραιότητες, επομένως και για τις πολιτικές επιλογές που διέπουν την κοινωνία των ανθρώπων. Έτσι ο αναγνώστης παρακολουθεί τον Κόριμ σε μια άθλια σοφίτα στη Νέα Υόρκη, να μιλά ακατάπαυστα σε μια Πορτορικάνα που του έχει γυρισμένη την πλάτη και μαγειρεύει. Είναι η κακοποιημένη σύντροφος του αχρείου διερμηνέα ο οποίος τον βοήθησε. Αυτή είναι το κοινό του, που δεν καταλαβαίνει τα ουγγρικά, αλλά τον νιώθει, και τον ακούει να της αφηγείται τις περιπέτειες των τεσσάρων ουμανιστών του χειρογράφου. Όμως ο αναγνώστης ακούει ταυτόχρονα και τα ερωτήματα και την οδύνη του Κόριμ. Και τον βλέπει να περιπλανιέται στη Νέα Υόρκη σαν σε σύγχρονη Βαβέλ, όπως βλέπει το χειρόγραφο σαν το Βιβλίο της ζωής, όπως βλέπει τους τέσσερις σαν αγγέλους της Αποκάλυψης.
Ο Κάσερ, ο Φάλκε, ο Μπεγκάντζα και ο Τοότεμφανίζονται από το πουθενά σε τόπους που υπόσχονται ειρήνη, όμως η υπόσχεση αυτή δεν πραγματώνεται ποτέ. Ο Κράσναχορκαϊτους οδηγεί στη Μινωική Κρήτη -«το λίκνο του ευρωπαϊκού πολιτισμού»- μια Εδέμ έμπνευσης, κουλτούρας και χαράς της ζωής, μετά στην Πρωσική Κολονία του 1867 όταν κτίζεται ο μεγαλειώδης καθεδρικός ναός και ο άνθρωπος συνομιλεί με το θείο, έπειτα στην αναγεννησιακή Βενετία όταν θριαμβεύει το δημοκρατικό πνεύμα, και στη συνέχεια στην Ισπανία κατά την ανακάλυψη του Νέου Κόσμου και στη Βρετανία όπου το τείχος του Αδριανού υπενθυμίζει την Pax Romana. Ομως πάντα το πολεμικό πνεύμα υπερισχύει. «Η Ιστορία εξελίσσεται αδυσώπητα προς τη φορά της επέκτασης του βασιλείου της βίας».Και οι τέσσερις δεν βρίσκουν ποτέ τον δρόμο «από τον πόλεμο στην ειρήνη» και δεν υπάρχει γι’ αυτούς θύρα εξόδου, «παρά μόνο πόλεμος και πόλεμος παντού».
Το μυθιστόρημα Πόλεμος και πόλεμος εκδόθηκε τις παραμονές του 21ου αιώνα (1999) και αποδεικνύεται προφητικό. Η τραγική εξέλιξη του κόσμου συνεχίζεται στη Νέα Εποχή, η σκληρότητα, η προδοσία, η ατιμία, ο φθόνος, το ψέμα, η μετριότητα, η ανελευθερία θριαμβεύουν κι ο Κράσναχορκαϊ, παίρνοντας θέση υπέρ των ηττημένων της Ιστορίας, καλεί τον άνθρωπο του μέλλοντος να αλλάξει κριτήρια. Να (ξανα)διαβάσει τη ζωή με κριτήρια ουμανιστικά.
Το αήττητο σύστημα
«Δεν τρελάθηκα, αλλά βλέπω τόσο καθαρά λες και είμαι τρελός».Είναι τα λόγια του Κόριμ στον θαμώνα ενός μπαρ, όταν, το 1992, συλλαμβάνει τον μηχανισμό που οδηγεί τον κόσμο στο τέλος του. Το οραματικό αυτό επεισόδιο συνιστά πολιτική καταγγελία του συστήματος «που αυτό-λαδώνεται» και σχολιάζει τον αφοπλισμό όσων αντιστρατεύονται το status quo. Ο Κράσναχορκαϊ το ξεχωρίζει τιτλοφορώντας το «Η έλευση του Ησαΐα». Ο δικός του προφήτης είναι ο τσακισμένος άνθρωπος που βλέπει πως ό,τι καλό, έντιμο, αληθινό και μεγαλειώδες έχει υπάρξει, έχει ενσωματωθεί πλήρως στη χυδαιότητα του κόσμου. Αυτοί που κρατούν τα ηνία της εξουσίας το αμαυρώνουν με σατανικό τρόπο. Δεν το καταστρέφουν αλλά το οικειοποιούνται και το αλλοιώνουν, το στηρίζουν και το εκμεταλλεύονται. Δεν το αφανίζουν αλλά το μολύνουν. Είναι «ένας ατέλειωτος ύπουλος πόλεμος» που διαφθείρει ό,τι αγγίζει και έτσι το κατακτά. Αυτά, για να μην έχουν οι αναγνώστες αυταπάτες…
[ΠΗΓΗ: Μικέλα Χαρτουλάρη, Ο ΜΕΓΑΣ ΚΡΑΣΝΑΧΟΡΚΑΪ, στη στήλη της Ο ΛΟΓΟΣ ΣΤΟΥΣ ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ στην Εφημερίδα των Συντακτών]