«Η συντομία είναι η αδελφή του ταλέντου» υποστήριζε ο Άντον Τσέχοφ και το αποδείκνυε ο ίδιος. Εκτός από τα διηγήματά του, έγραψε και μικρές ιστορίες, πολλές φορές μικρότερες από πέντε αράδες, όπως για παράδειγμα τον ΕΡΑΣΤΗ: «Ο Ν. πληροφορείται ότι η γυναίκα του τον απάτησε. Είναι εξοργισμένος, άρρωστος, ωστόσο διστάζει, σωπαίνει. Σωπαίνει και το πράγμα τελειώνει όταν δανείζεται χρήματα από τον εραστή, εξακολουθώντας να θεωρεί τον εαυτό του αξιοσέβαστο άνθρωπο»!..
Υπάρχει ένα πολύ γνωστό απόφθεγμα του Γούντι Άλλεν: «Κάποτε έκανα μαθήματα γρήγορης ανάγνωσης και μετά διάβασα το Πόλεμος και Ειρήνη σε είκοσι λεπτά»! Γιατί να μην δοκιμάσουμε και το αντίθετο; Να διαβάζουμε δηλαδή αργά, όπως πάντα, αλλά να προτιμάμε τις γρήγορες ιστορίες…
Η συντομότερη σύντομη ιστορία που έχει γραφτεί ποτέ είναι ο ΔΕΙΝΟΣΑΥΡΟΣ του συγγραφέα της Γουατεμάλας, Αουγκούστο Μοντερόζο: «Όταν ξύπνησε, ο δεινόσαυρος, ήταν ακόμα εκεί»!..
Κατά τη διάρκεια μιας διάλεξης του εν λόγω συγγραφέα, μια γυναίκα από το κοινό του είπε: «Κύριε Μοντερόζο, διαβάζω τώρα την ιστορία με το δεινόσαυρο». Ο Μοντερόζο τότε ρώτησε τη γυναίκα αν της άρεσε και πήρε την απάντηση: «Δεν ξέρω. Έχω διαβάσει μόνο τη μισή»!
Μ’ αυτό το σκεπτικό: καθίστε αναπαυτικά και διαβάστε με την ησυχία σας!.. Για παράδειγμα να ο ΕΡΩΤΑΣ 77 του Χούλιο Κορτάσαρ: «Κι όταν είχανε κάνει όλα όσα κάνουνε, σηκώνονται, μπανιάρονται, ντύνονται και σιγά-σιγά γίνονται και πάλι αυτό που δεν είναι»!..
Υπάρχουν όμως και διδακτικές Μικρές Ιστορίες (κάτι έξυπνες, ίσως, παραλλαγές Μύθων του Αισώπου) όπως η ιστορία του Τζέημς Θέρμπερ για μια, τάχα, πολύ έξυπνη μύγα (με επιμύθιο που ταιριάζει γάντι και για πολλούς ξερόλες από μας): Μην εμπιστεύεσαι τις πλειοψηφίες, αλλά ούτε και κανέναν άλλο. Διαβάστε την ιστορία και θα καταλάβετε γιατί. Εξίσου διδακτική και η Επανάσταση του Σλάβομιρ Μπρόζεκ για «μοιραίους» επαναστάτες που σε καιρούς πλήξης πια θυμούνται τις παλιές εκείνες εποχές που η… «χαμένη» Νιότη τους, προ-οικονομούσε τάχα πως θα γίνονταν κάποιοι άλλοι!!! Αποδελτιώνονται, μαζί με άλλες Μικρές Ιστορίες, από το βιβλίο Μεγάλοι Συγγραφείς γράφουν τις πιο Μικρές Ιστορίες του Κόσμου, εκδόσεις Γνώση 2013:
Τζέημς Θέρμπερ, Η Αρκετά ευφυής μύγα
Μια μεγάλη αράχνη, σ’ ένα παλιό σπίτι, είχε απλώσει έναν όμορφο ιστό για να πιάσει μύγες. Κάθε φορά που μια μύγα προσγειωνόταν και πιανόταν στον ιστό της, η αράχνη την έτρωγε, ώστε η επόμενη μύγα να έχει την εντύπωση πως ο ιστός είναι ένα ήσυχο και τερπνό λιμανάκι. Ωστόσο, μια μέρα, μια αρκετά ευφυής μύγα βούιζε ώρα πάνω από τον ιστό, χωρίς να προσγειώνεται, οπότε παρουσιάστηκε η αράχνη και της είπε: «Κατέβα κι έλα να καθίσεις». Η μύγα όμως ήταν πιο πονηρή από την αράχνη. Της είπε: «Δεν πηγαίνω πουθενά όταν δεν βλέπω άλλες μύγες, και σ’ αυτό το σπίτι δεν βλέπω άλλες μύγες». Συνέχισε λοιπόν να πετάει, κι έφτασε σ’ ένα σημείο, όπου είχαν συγκεντρωθεί πολλές πάρα πολλές μύγες. Αμέσως θέλησε να πάει κοντά τους, όταν πέρασε από κει μουγκρίζοντας μια μέλισσα και της είπε: «Πρόσεχε, ηλίθια! Είναι μυγόχαρτο! Οι μύγες έχουν πέσει όλες στην παγίδα» -«Ανοησίες» είπε η μύγα, «αυτές χορεύουν»! Κι αμέσως κάθισε και κόλλησε στο μυγόχαρτο σαν όλες τις άλλες.
Συμπέρασμα: Μην εμπιστεύεσαι τις πλειοψηφίες, αλλά ούτε και κανέναν άλλο.
Κουρτ Τουχόλσκι, Ο Ψύλλος
Στο νομό Γκαρντ –πολύ σωστά εκεί που βρίσκεται η Νιμ και η Γέφυρα του Γκαρντ στη Νότια Γαλλία- εκεί, σ’ ένα ταχυδρομικό γραφείο, ήταν υπάλληλος μια αρκετά ηλικιωμένη δεσποινίδα, που είχε μια κακή συνήθεια: άνοιγε λιγουλάκι τα γράμματα και τα διάβαζε. Αυτό το ’ξερε όλος ο κόσμος. Αλλά στη Γαλλία τα πράγματα έτσι έχουν: ο θυρωρός, το τηλέφωνο και το ταχυδρομείο είναι ιεροί θεσμοί, που μπορούμε βεβαίως να τους αγγίξουμε, αλλά δεν μπορούμε να τους θίγουμε, και κανείς δεν διανοείται να το κάνει.
Η δεσποινίς λοιπόν διάβαζε τα γράμματα και με την αδιακρισία της αυτή στεναχωρούσε αφάνταστα πολύ κόσμο.
Στο νομό κατοικούσε, σ’ έναν όμορφο πύργο, ένας έξυπνος κόμης. Οι κόμητες στη Γαλλία τυχαίνει μερικές φορές να είναι έξυπνοι. Κι αυτός ο κόμης μια μέρα έκανε το εξής: κάλεσε στον πύργο του έναν δικαστικό επιμελητή και μπροστά του έγραψε ένα γράμμα σ’ ένα φίλο του:
Αγαπητέ φίλε,
Επειδή γνωρίζω ότι η ταχυδρομική υπάλληλος ‘Εμιλι Ντυπόν ανοίγει και διαβάζει όλα τα γράμματα, γιατί την τρώει η περιέργεια, και για να της κόψω τη συνήθεια αυτή, σου εσωκλείω έναν ζωντανό ψύλλο.
Με πολλούς εγκάρδιους χαιρετισμούς, κόμης Κοκς.
Και το γράμμα αυτό το έκλεισε παρουσία του δικαστικού επιμελητή. Αλλά δεν έβαλε μέσα ψύλλο.
Όταν το γράμμα έφτασε στον παραλήπτη, μέσα υπήρχε ένας ψύλλος.
Άρθουρ Σοπενχάουερ, Οι σκαντζόχοιροι
Μια κρύα χειμωνιάτικη νύχτα, μια παρέα σκαντζόχοιροι στριμώχθηκαν κοντά κοντά για να ζεσταθούν και να μην ξεπαγιάσουν. Όμως με το που άρχισαν να αγκυλώνονται, πάλι απομακρύνθηκαν. Κάθε φορά λοιπόν που είχαν ανάγκη να ζεσταθούν, συνέβαινε το δεύτερο κακό… Έτσι πήγαιναν πίσω μπρος από το ένα βάσανο στο άλλο, μέχρι που βρήκαν μεταξύ τους των δύο κακών μια λογική απόσταση, από την οποία μπορούσαν να τα αντέξουν.
Κι αυτή την απόσταση την ονόμασαν ευγένεια και καλούς τρόπους.
Χαβιέρ Τομέο, Το σκουλήκι
Κι εσύ; Ποιος είσαι εσύ; ρωτάω το μικροσκοπικό πλάσμα, που ανακαλύπτω στα πόδια μου.
Είμαι το σκουλήκι, μου αποκρίνεται. Ένα αργό κι αργοκίνητο ζωάκι. Ανασαίνω από το δέρμα μου κι ο πεπτικός μου σωλήνας διατρέχει ολόκληρο το σώμα μου. Η μητέρα μου μου είπε όταν γεννήθηκα: Μη σκας, Φρειδερίκο. Ούτε έξυπνος είσαι, ούτε ωραίος. Δεν έχεις φτερά. Ούτε καν πόδια δεν έχεις. Έρποντας όμως μπορείς να φτάσεις παντού.
Σώμερσετ Μωμ, Ζήτημα τιμής
Ένας Ιταλός που δεν είχε φάει, έφτασε στη Νέα Υόρκη και σε λίγο βρήκε δουλειά ως οδοκαθαριστής. Τη γυναίκα του, που την αγαπούσε παράφορα, την είχε αφήσει πίσω στην Ιταλία. Όταν κάποτε, άκουσε φήμες, πως η γυναίκα του επρόκειτο να κοιμηθεί με τον ανεψιό του, λύσσαξε. Επειδή δεν είχε χρήματα να επιστρέψει στην Ιταλία, έγραψε στον ανεψιό του και τον κάλεσε να έρθει στη Νέα Υόρκη, όπου θα μπορούσε να βγάλει χρήματα. Ο ανιψιός ήρθε, και το βράδυ της άφιξής του ο σύζυγος τον σκότωσε. Αμέσως τον συνέλαβαν. Έφεραν τη γυναίκα του στη Νέα Υόρκη για να την ανακρίνουν. Αυτή για να τον απαλλάξει, ψευδομαρτύρησε ότι ο ανιψιός υπήρξε εραστής της. Ο άνδρας καταδικάστηκε σε φυλάκιση και πολύ σύντομα αποφυλακίστηκε με αναστολή. Η γυναίκα του τον περίμενε. Ήξερε ότι δεν τον είχε απατήσει, αλλά η ομολογία της είχε κλονίσει σοβαρά το γάμο τους, σαν να επρόκειτο για αλήθεια. Αυτό τον εξόργιζε. Της έκανε φοβερές σκηνές, και τελικά βλέποντας αυτή πως δεν είχε άλλη διέξοδο, κι επειδή τον αγαπούσε, του ζήτησε απελπισμένα να την σκοτώσει. Αυτός της έμπηξε το μαχαίρι στο στήθος. Η τιμή του είχε επιτέλους αποκατασταθεί.
Αντρέα Καμιλέρι, Το παιχνίδι των μυγών
Το παίξαμε από το Μάιο μέχρι το Σεπτέμβριο, όταν ο ήλιος στέγνωνε τις παραλίες, που ήταν υγρές από τις φθινοπωριάτικες βροχές. Μαζευόμασταν από έξι μέχρι δέκα, ξαπλώναμε κυκλικά μπρούμυτα στην παραλία, και βάζαμε στο κέντρο, μπροστά από το κεφάλι μας, μια εικοσάρα. Ο κάθε παίχτης έφτυνε πάνω στο νόμισμά του, και μετά μέναμε ξαπλωμένοι ακίνητοι, καμιά φορά για ώρες, και περιμέναμε κάποια μύγα να καθίσει σε μία από τις εικοσάρες. Ο κάτοχος της εικοσάρας που επέλεγε η μύγα κέρδιζε της εικοσάρας όλων των υπόλοιπων.
Μερικές φορές τύχαινε, για ένα ολόκληρο πρωινό ή και απόγευμα, να μη φανεί ούτε μια μύγα: σ’ αυτές τις περιπτώσεις το παιχνίδι επαναλαμβανόταν επακριβώς την επόμενη μέρα. Τότε επιτρεπόταν να εμπλουτίζουμε το σάλιο μας με κάτι που θα ευχαριστούσε τις μύγες, ας πούμε μέλι, σταφυλόζουμο ή ζάχαρη. Ο Μπενίτο Ζάπουλα κέρδιζε συνέχεια για κάμποσες απανωτές ημέρες. Τότε ανακαλύψαμε ότι ανακάτευε το σάλιο του με τα σκατά του. Αμέσως αποκλείστηκε.
Στη διάρκεια του παιχνιδιού το διάβασμα απαγορευόταν αυστηρά: Το θρόισμα από το γύρισμα των σελίδων θα μπορούσε να διώξει τις μύγες ή να τις κάνει ν’ αλλάξουν πορεία. Οι ομιλίες απαγορεύονταν επίσης. Είμαι απολύτως σίγουρος ότι, κατά τη διάρκεια αυτού του παιχνιδιού, που κράτησε πολλά χρόνια, γράφτηκε η μοίρα όλων μας: Ξοδέψαμε άπειρο χρόνο διαλογιζόμενοι για τους ίδιους και τον κόσμο ολόκληρο. Κι έτσι ο ένας έγινε γκάνγκστερ, ένας άλλος ναύαρχος, κι ένας τρίτος έγινε πολιτικός. Εγώ, επειδή έλεγα όλο αληθινές ή και φανταστικέ ιστορίες όσο περίμενα τη μύγα, έγινε σκηνοθέτης και συγγραφέας.
Άλφρεντ Πόλγκαρ, Κοινωνική Αταξία
«Τι επιθυμείτε να φάτε το βράδυ;» ρώτησε ο διευθυντής της φυλακής τον φτωχό αμαρτωλό που πρόκειται την επόμενη μέρα να πεθάνει στο ικρίωμα. «Έχετε το δικαίωμα να φάτε και πιείτε ό,τι θέλετε κι όσο θέλετε».
«Κρίμα!» είπε ο μελλοθάνατος. «Κρίμα!.. Αν με είχατε ρωτήσει τρεις μήνες νωρίτερα, η ληστεία και ο φόνος δεν θα είχαν συμβεί»
Σλαβομιρ Μπρόζεκ, Η Επανάσταση
Στο δωμάτιο μου το κρεβάτι βρισκόταν εδώ, η ντουλάπα εκεί και το τραπέζι ανάμεσά τους.
Μέχρι που το βαρέθηκα. Έσυρα το κρεβάτι προς τα εκεί και την ντουλάπα προς τα εδώ!..
Για ένα διάστημα ένιωσα τη ζωογόνο αύρα του καινούριου. Αλλά σε λίγο καιρό και πάλι πλήξη.
Κατέληξα στο συμπέρασμα ότι η αιτία της πλήξης ήταν το τραπέζι ή μάλλον η θέση του στο κέντρο, που είχε μείνει αμετάβλητη.
Γι’ αυτό έσπρωξα το τραπέζι εκεί και το κρεβάτι στο κέντρο. Αντικομφορμιστικά!,,
Το ανανεωμένο με αναζωογόνησε, κι όσο κράτησε αυτό, ήμουνα ευχαριστημένος με την αντικομφορμιστική, άβολη κατάσταση που προέκυψε. Γιατί τώρα δεν μπορούσα πια να κοιμάμαι με το πρόσωπο στραμμένο στον τοίχο, που ήταν πάντα η αγαπημένη μου στάση.
Ωστόσο, μετά από λίγο καιρό, το καινούργιο έπαψε να είναι καινούργιο, και παρέμενε μόνο η άβολη κατάσταση. Γι’ αυτό και έσπρωξα το κρεβάτι προς τα εδώ και την ντουλάπα στο κέντρο.
Ήταν επιτέλους μια ριζική αλλαγή. Γιατί η ντουλάπα στο κέντρο του δωματίου, αυτό κι αν ήταν αντικομφορμιστικό. Ήταν σχεδόν πρωτοποριακό.
Αλλά μετά από κάποιο διάστημα… Αχ, και να μην υπήρχε αυτό το «μετά από κάποιο διάστημα»!.. Για να μην πολυλογώ, και η ντουλάπα στο κέντρο του δωματίου έπαψε να είναι για μένα κάτι καινούργιο και ασυνήθιστο.
Έπρεπε να κάνω μια ανατροπή, να πάρω μια μεγάλη απόφαση. Αν μέσα στο δεδομένο πλαίσιο είναι αδύνατο να υπάρξει μια πραγματική αλλαγή, πρέπει κανείς να βγει εντελώς από το πλαίσιο. Αν το αντικομφορμιστικό δεν επαρκεί, αν το πρωτοποριακό είναι αναποτελεσματικό, πρέπει να προχωράει κανείς στην επανάσταση.
Αποφάσισα να κοιμάμαι μέσα στην ντουλάπα. Όποιος το έχει δοκιμάσει καμιά φορά, να κοιμηθεί όρθιος μέσα στην ντουλάπα, ξέρει ότι σ’ αυτή την άβολη στάση είναι αδύνατο ν’ αποκοιμηθείς, για να μην πούμε για τη φαγούρα στα πόδια και τους πόνους στην πλάτη.
Ναι, αυτή ήταν η σωστή απόφαση. Η απόλυτη επιτυχία, η ολοκληρωτική νίκη. Γιατί αυτή τη φορά η γνωστή αίσθηση «μετά από λίγο καιρό» δεν προέκυψε. Μετά από λίγο καιρό, όχι μόνο δεν συνήθισα την αλλαγή, η αλλαγή παρέμενε αλλαγή, απεναντίας αισθανόμουνα την αλλαγή όλο και πιο έντονα, μιας και όσο περνούσε ο καιρός οι πόνοι γίνονταν συνεχώς εντονότεροι.
Κι έτσι όλα θα ήταν υπέροχα, αν οι ψυχικές μου αντοχές δεν αποδεικνύονταν πολύ περιορισμένες. Μια νύχτα δεν το άντεξα πια. Παράτησα την ντουλάπα και ξάπλωσα στο κρεβάτι.
Κοιμήθηκα τρία εικοσιτετράωρα. Μετά έσπρωξα την ντουλάπα στον τοίχο και το τραπέζι στο κέντρο, γιατί η ντουλάπα στο κέντρο του δωματίου μ’ ενοχλούσε.
Τώρα το κρεβάτι βρίσκεται πάλι εδώ, η ντουλάπα πάλι εκεί και το τραπέζι ανάμεσά τους. Όταν με κυριεύει η πλήξη, θυμάμαι τις εποχές, που ήμουνα επαναστάτης.
Στο βιβλίο ΜΕΓΑΛΟΙ ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ ΓΡΑΦΟΥΝ ΤΙΣ ΠΙΟ ΜΙΚΡΕΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ έχουν συγκεντρωθεί 140 σύντομες ιστορίες απ’ όλο τον κόσμο, μικρές ιστορίες μεγάλων συγγραφέων όπως είναι οι Άντον Τσέχωφ, Φ. Σκοτ Φιτζέραλντ, Σόμερσετ Μωμ, Φρανς Κάφκα, Μπέρτολτ Μπρεχτ, Πατρίτσια Χάισμιθ και πολλοί άλλοι. Ιστορίες συναρπαστικές, συγκινητικές, γκροτέσκιες, αισιόδοξες, που είτε τελειώνουν σε λίγες αράδες, είτε διαβάζονται σε πέντε λεπτά το πολύ. Ιστορίες για χαλάρωμα από την ένταση, για διάβασμα στο μετρό ή στο λεωφορείο, στην αίθουσα αναμονής ή στην ουρά. Τόσο γρήγορα δεν έχετε ξαναδιαβάσει τόσο καταπληκτικές ιστορίες!.. Παραδείγματος χάριν ο ΜΙΚΡΟΣ ΜΥΘΟΣ του Φραντς Κάφκα «Αχ» είπε ο ποντικός, «μέρα τη μέρα ο κόσμος γίνεται και πιο στενός. Στην αρχή ήταν τόσο μεγάλος, που με φόβιζε, έτρεχα κι έτρεχα και ήμουνα πανευτυχής που επιτέλους, μακριά πολύ μακριά δεξιά κι αριστερά μου, έβλεπα τοίχους, αλλά αυτοί οι ατέλειωτοι τοίχοι πλησιάζουν με τέτοια ταχύτητα ο ένας τον άλλο, που βρίσκομαι ήδη στο τελευταίο δωμάτιο, κι εκεί στη γωνία υπάρχει η παγίδα, όπου τρέχω να χωθώ». Γιατί δεν άλλαζες διαδρομή;» είπε η γάτα και τον καταβρόχθισε.